Παλαιότερες

Τα έξι λεπτά του Σπαλέτι (Sportday / Αντώνης Καρπετόπουλος)

Στην ιστορία του σινεμά υπάρχουν ορισμένες ταινίες που αγαπήθηκαν από τους κριτικούς παράφορα λόγω του ότι έμειναν ημιτελείς: αυτό που προέκυψε δεν ήταν ό,τι ήθελε ο σκηνοθέτης ή έστω ο παραγωγός, αλλά ό,τι αποφάσισε η μοίρα. Γιατί συνέβη αυτό; Διότι όλοι τσακώθηκαν μεταξύ τους, διότι στο μοντάζ δεν έβγαινε άκρη, διότι ο πρωταγωνιστής πέθανε στο γύρισμα –για πολλούς λόγους. Τέτοιες ταινίες είναι το «Τοπάζ» του Χίτσκοκ, ο «Ταχυδρόμος» που ξεκίνησε ο Μάσιμο Τροΐζι και τελείωσε ο Μάικλ Ράντφορντ, ο «Σπάρτακος» (την πατρότητα του οποίου ο Κιούμπρικ αρνήθηκε) και πολλές άλλες. Καιρό τώρα, όταν βλέπω τον Ολυμπιακό, θυμάμαι τέτοια ημιτελή αριστουργήματα.

Στη Ρώμη, ο Ολυμπιακός, τηρουμένων των αναλογιών, έκανε ένα από τα καλύτερα εκτός έδρας παιχνίδια του. Και άφησε πάλι μια πικρή γεύση στο στόμα των οπαδών του όχι διότι δεν νίκησε, αλλά επειδή για μια ακόμα φορά δημιούργησε την εντύπωση ότι μπορούσε να κάνει κάτι παραπάνω και δεν το 'κανε, μη ξέροντας το πώς. Αυτό είναι το συμπέρασμα του φετινού του ψυχοδράματος. Ολα τα άλλα έπονται.

Τυχαίο;

Μου 'χει μείνει στο κεφάλι μια λεπτομέρεια από το πρώτο ματς των δύο ομάδων: ο χρόνος που χρειάστηκε στο Καραϊσκάκη ο Σπαλέτι για να προσαρμόσει την ομάδα του στις όποιες παρεμβατικές κινήσεις του Σόλιντ, ο οποίος σε εκείνο το ματς μιλούσε υποχρεωτικά πρώτος, αφού θεωρητικά προσπαθούσε να κερδίσει. Στο 59' ο Σόλιντ βγάζει τον Καφέ και βάζει τον Μάριτς. Ο Σπαλέτι σε έξι λεπτά αναλύει και κρίνει ότι πρέπει να βγάλει τον Κασέτι και να βάλει τον Ρόζι, μια και ο Ολυμπιακός -παίζοντας με έναν φρέσκο παίκτη στα δεξιά- αφήνει αριστερά πιο πολλούς χώρους. Στο 69' ο Σόλιντ βάζει τον Οκκά αντί του «Τζόλε». Ο Σπαλέτι απαντάει βγάζοντας τον Φατί και περνώντας έναν μεσοεπιθετικό, τον Ακουνλάνι, αφού κρίνει ότι με την έξοδο του Τζόρτζεβιτς ο Ολυμπιακός έγινε πιο αδύναμος στη μέση. Πόσος χρόνος τού χρειάστηκε; Πάλι ακριβώς έξι λεπτά! Στο 83' ο Σόλιντ ρίχνει στο ματς τον Μπόρχα. Ο Σπαλέτι απαντά σε έξι ακριβώς λεπτά, με την προσθήκη του μπακ Ντεφέντι αντί του Ταντέι. Μπορεί να είναι τυχαίο -αλλά είναι διαβολικά τυχαίο!

Κατόρθωμα

Στη Ρώμη σέρνει τον χορό των αλλαγών ο Ιταλός, με δεδομένο ότι χάνει στο ημίχρονο. Στο 45' βάζει τον Περότα αντί του Φεράρι και αλλάζει την άμυνα: η Ρόμα, με έναν χαφ παραπάνω, έχει μεγαλύτερη κατοχή μπάλας, αλλά αφήνει χώρους. Ο «Ρίμπο» έχει κουραστεί –ο Ολυμπιακός φωνάζει ότι θέλει έναν μέσο: δεν γίνεται τίποτα! Στο 63' ο Σπαλέτι ρίχνει στο ματς έναν φορ και στο 65' (χωρίς ούτε καν να δει πού και πώς παίζει ο Βούτσινιτς!) ο Σόλιντ βάζει τον Ανατολάκη: η επιλογή δεν είναι εντελώς λανθασμένη –είναι όμως σίγουρα βιαστική! Το κακό δεν είναι ότι ο κρύος Ανατολάκης επιτρέπει στον Τότι να γυρίσει και να κάνει το 1-1. Το δράμα είναι ότι από τη στιγμή που ο Βούτσινιτς παίζει ουσιαστικά ως αριστερό εξτρέμ (πάνω στον Ζεβλάκοφ), οι τρεις πίσω είναι πολυτέλεια. Ετσι, ο Κωστούλας γίνεται αμυντικό χαφ –οι ακραίοι μπακ χάνουν τον παίκτη που τους βοηθούσε, ο Ολυμπιακός πιέζεται και δεν εκμεταλλεύεται τους κενούς χώρους. Ο Σόλιντ κάνει δύο ακόμα αλλαγές αργά. Βάζει στο 87' τον Μπόρχα και στο 90' τον Καφέ. Από τη στιγμή που δεν υπήρχαν έξι λεπτά στο ματς (δηλαδή, ο χρόνος ανάλυσης που υποψιάζομαι ότι χρειάζεται ο Σπαλέτι), ο Ιταλός δεν κάνει την τρίτη του κίνηση. Η ισοπαλία τον βολεύει: η Ρόμα θέλει ένα βαθμό για να προκριθεί. Κρίνοντας από την κατάστασή της, η πρόκρισή της είναι για τον προπονητή της κατόρθωμα!

Πίκρα

Ο Ολυμπιακός δεν έχασε την πρόκριση στο «Ολίμπικο»: η ισοπαλία είναι καλό αποτέλεσμα και η εμφάνιση ανεκτή. Η πίκρα έχει να κάνει κυρίως με το ότι νιώθεις ότι η συγκεκριμένη ομάδα δεν έπαιξε σωστά τα χαρτιά της, πιθανότατα διότι ο διαχειριστής της δεν έχει την πείρα, τη γνώση ή τον κυνισμό που η διοργάνωση απαιτεί. Ο Ολυμπιακός μπορούσε να έχει πάρει μια ισοπαλία με τη Βαλένθια (αν είχε στρατηγική) και μια ισοπαλία από τη Ρόμα στο Καραϊσκάκη (αν είχε σύνεση). Με 4 βαθμούς, θα πήγαινε στο «Μεστάγια» για να κυνηγήσει ένα όνειρο. Αυτός εξαρχής έπρεπε να είναι ο στόχος του: να δώσει στον κόσμο του τη χαρά μιας μεγάλης περιπέτειας. Αφαιρέστε δύο πόντους από τη Ρόμα και κάντε τον υπολογισμό. Θα διαπιστώσετε ότι ακόμα και με 8 βαθμούς, η δεύτερη θέση θα ήταν εφικτή.

Δοκιμές

Καμία ελληνική ομάδα δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζει το Τσάμπιονς Λιγκ ως πεδίο δοκιμών -αλίμονο αν λείπει η σιγουριά. Τα πειράματα πρέπει να γίνονται το καλοκαίρι, τότε που οι ομάδες έχουν κάθε δικαίωμα να χάνουν και 4-0 και 5-0, φτάνει κάτι να δοκιμάζουν. Το καλοκαίρι έγραφα ότι είναι αδιανόητο ο Ολυμπιακός να μη δοκιμάζει να παίξει μια φορά 4-5-1 ή 4-4-2 (όπως έκανε στη Ρώμη). Αν το καλοκαίρι αυτό το σχήμα είχε δοκιμαστεί σε δύο σοβαρά φιλικά ματς εκτός έδρας, αν ο Νορβηγός είχε μια καλύτερη γνώση της συμπεριφοράς των παικτών του σε μια διάταξη που δεν είναι πάντα το 4-2-1-3, αν είχε δει τη δυσκολία των μέσων του ανασταλτικά χωρίς τον Τουρέ, θα είχε ασφαλώς μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα. Και μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα έχει ως αποτέλεσμα μια καλύτερη διαχείριση.
Συνεργάτης

Το λάθος είναι η προσέγγιση που έγινε στη σεζόν. Δεν ξέρω κανέναν προπονητή που να λέει τέλος Αυγούστου «είμαστε 200% καλύτεροι από πέρυσι». Τα φιλικά δεν προσφέρονται για τέτοιου είδους συμπεράσματα, λυπάμαι. Ο Σόλιντ το καλοκαίρι δεν προσπάθησε να διορθώσει τις αδυναμίες τόσο της ομάδας όσο και τις δικές του. Απλώς απολάμβανε τη λειτουργικότητα του σχήματος απέναντι σε αντιπάλους που ψάχνονταν. Δεν λέω ότι πρέπει να φύγει -μου είναι άλλωστε συμπαθέστατος. Λίγη αυτοκριτική όμως –και ίσως κάποιος νέος συνεργάτης που να ξέρει το Τσάμπιονς Λιγκ καλύτερα– σίγουρα χρειάζεται. Αν μείνει.

Νούμερο ένα

Κρίμα για τον Αντώνη Νικοπολίδη που δεν συνέδεσε μια αληθινά μεγάλη εμφάνιση με το πρώτο «διπλό» του Ολυμπιακού εκτός έδρας –είναι η δεύτερη φορά που συμβαίνει αυτό φέτος, μια και ο γκολκίπερ του Ολυμπιακού ήταν κορυφαίος παίκτης και στο Ντόνετσκ. Οταν ήταν μικρός, θυμάμαι ότι τον διεθνή τερματοφύλακα τον παρομοίαζαν με τον Στέφανο Τακόνι, διότι είχε δείξει την ίδια υπομονή με αυτόν ως αναπληρωματικός: και ο Ιταλός, για να αποδείξει πόσο καλός τερματοφύλακας ήταν, περίμενε υπομονετικά πίσω από τον Τζοφ, όπως και ο Νικοπολίδης πίσω από τον Βάντσικ. Τελικά σήμερα μπορούμε να πούμε ότι ο Αντώνης (χωρίς να μοιάζει στο στυλ κανενός από τους δύο) είναι και Τακόνι και Τζοφ! Δούλευε πολλά χρόνια για να πάρει την ευκαιρία του -όπως ο πρώτος- και βελτιώθηκε θεαματικά μετά τα 30 -όπως ο δεύτερος.

Ο Νικοπολίδης είναι ο καλύτερος Ελληνας τερματοφύλακας όλων των εποχών –πέρα από οπαδικές αντιπάθειες. Ο Κελεσίδης δεν είχε μια τόσο μακρόχρονη καριέρα, ο Οικονομόπουλος -παρά την τρομερή σταθερότητά του- δεν βελτιώθηκε, ο Σαργκάνης είχε μεγαλύτερα ίσως προσόντα, αλλά όχι αυτόν τον απόλυτο έλεγχο νεύρων που χαρακτηρίζει τον νέο αρχηγό της Εθνικής. Σε σχέση με αυτούς τους αληθινά σπουδαίους, ο Νικοπολίδης έχει ένα απίστευτο για τερματοφύλακα χάρισμα: το χάρισμα να μη στέκεται ποτέ στο λάθος. Κανένα λάθος δεν είναι γι' αυτόν λόγος πανικού ή εκνευρισμού. Ολα είναι μέρος ενός παιχνιδιού που λέγεται «ποδόσφαιρο», το οποίο δεν σου δίνει το δικαίωμα να σταματήσεις για να προβληματιστείς, αλλά σε αναγκάζει να προσπαθείς να γίνεσαι καλύτερος για να τα έχεις καλά με τη συνείδησή σου. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τη ζωή και ο Νικοπολίδης το ξέρει.

Κυρίως με εντυπωσιάζει ο τρόπος που προοδεύει, ξεπερνώντας κάθε φορά αυτό που (φαντάζομαι ότι) ο ίδιος αξιολογεί ως πρόβλημα. Μικρός δεν ήταν τόσο «πλαστικός» -κι όμως, διόρθωσε τις εκτινάξεις του, μαθαίνοντας να στέκεται καλύτερα. Δεν ήταν καλός στις εξόδους, αλλά κι αυτό το προσπέρασε χάρη στην αντίληψή του: βγαίνει πλέον αυστηρά όποτε χρειάζεται. Δεν ήταν καλός με την μπάλα στα πόδια -τώρα άνετα κάνει και ντρίμπλες. Είχε άγχος –όχι απλώς το γιάτρεψε, αλλά βρήκε τον τρόπο να το μετατρέψει σε δημιουργική θέληση: τη θέληση του ανθρώπου που γεννήθηκε για να γίνει νούμερο ένα. Είναι αληθινός πρωταθλητής Ευρώπης ο Νικοπολίδης, διότι είναι από αυτούς που έφτασαν ψηλά χωρίς να κόψουν δρόμο.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x