Ο Φάμπιο Καναβάρο κέρδισε τη «Χρυσή Μπάλα» για όσα έκανε στο Μουντιάλ με τη φανέλα της Ιταλίας. Δεν έχει υπάρξει προηγούμενο στόπερ που να κέρδισε το σχετικό βραβείο –θα έλεγα μάλιστα ότι κεντρικός αμυντικός δεν έχει ποτέ απασχολήσει σοβαρά την κριτική επιτροπή του «France Football» που απονέμει το σχετικό βραβείο, η οποία αποτελείται από περισσότερους από πενήντα ανταποκριτές. Παλιά οι δημοσιογράφοι δεν ψήφιζαν αμυντικούς από άποψη. Προτιμούσαν οι παίκτες–σύμβολα να είναι δημιουργικοί και καλλιτέχνες. Ομως οι δημοσιογράφοι του καιρού μας δεν έχουν τέτοιου είδους αισθητική. Δεν έχουν ούτε καν κάποιο σοβαρό κριτήριο.
Ο Φράνκο Μπαρέζι δεν ήταν ποτέ στην τριάδα, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ ψηφιζόταν για τις οργανωτικές δυνατότητές του και όχι επειδή συνέβαινε να παίζει στις πίσω γραμμές. Ο μακαρίτης Γκαετάνο Σιρέα ποτέ δεν απασχόλησε κάποιον σοβαρά ώστε να κερδίσει βραβείο. Ο Καναβάρο έκανε καταπληκτικό Μουντιάλ. Ομως και στο Euro του 2000 είχε παίξει το ίδιο καλά. Τότε οι Ιταλοί είχαν χάσει από τους Γάλλους στην παράταση και το βραβείο πήγε στον Ζιντάν. Αν κέρδιζαν οι Ιταλοί, θα το έπαιρνε πιθανότατα ο Τότι, ο οποίος τώρα, μολονότι η Ιταλία κέρδισε τον παγκόσμιο τίτλο με αυτόν βασικό, δεν είναι ούτε στους πρώτους πενήντα!
Καλός
Ο Καναβάρο στα γήπεδα της Γερμανίας έκανε μερικά σπουδαία ματς –δεν ήταν άψογος σε όλα. Στον τελικό, για παράδειγμα, στο σημαντικότερο ματς της διοργάνωσης, ταλαιπωρήθηκε πολύ από τον Τερί Ανρί, τον αληθινά αδικημένο όλων αυτών των ψηφοφοριών. Αν ο ομοσπονδιακός προπονητής των «τρικολόρ» Ρεϊμόν Ντομενέκ είχε ρισκάρει λίγο παραπάνω και είχε ρίξει εγκαίρως στο ματς έναν κινητικό επιθετικό (τον Τρεζεγκέ ή τον Βιλτόρ), η ιστορία του τελικού θα ήταν διαφορετική, αφού οι κουρασμένοι Ιταλοί σε όλο το δεύτερο ημίχρονο κρατούσαν την ισοπαλία με τα δόντια. Ο Καναβάρο δεν έκανε κάτι για να αλλάξει τη ροή των αγώνων –είχε την τύχη να παίζει σε μία ομάδα τρομερά οργανωμένη και το σύνηθες τσαμπουκαλεμένο παιχνίδι του δεν πήγε χαμένο, όπως συνέβη στην Κορέα πριν από τέσσερα χρόνια, όταν είχε κάνει (με τον Νέστα δίπλα του) εξίσου καλά ματς. Η απουσία του Νέστα στη Γερμανία έπαιξε και αυτή τον ρόλο της στην αύξηση του θαυμασμού των προσόντων του Ναπολιτάνου: ο Καναβάρο βρέθηκε στην ευχάριστη θέση να δίνει βοήθειες και να κατευθύνει τον εκάστοτε διπλανό του (τον Ματεράτσι ή τον Μπαρτζάλι) αντί να είναι αυτός που πάει πρώτος στον επιθετικό. Η ικανότητά του στα ντουμπλαρίσματα τον έκανε να φαίνεται ακόμα καλύτερος.
Φάση
Θυμάμαι μία φάση στον αγώνα των Ιταλών με τη Γερμανία. Ο Καναβάρο δίνοντας βοήθειες στον συμπαίκτη του (νομίζω ότι στη φάση αυτή είναι ο Περότα) κοντράρει την μπάλα, η οποία παίρνει ύψος. Ενώ οι υπόλοιποι σταματούν, ο Καναβάρο σηκώνεται και τη διώχνει. Και μετά, σαν να έχει κάνει πάσα στον εαυτό του (!), την κυνηγάει και μέχρι αυτή να πέσει κάτω, τη φτάνει: από αυτή την επίδειξη αλτρουισμού, πάθους, συγκέντρωσης και τσαμπουκά ξεκινάει η φάση του δεύτερου γκολ της Ιταλίας. Νομίζω ότι αυτή η φάση τού έδωσε και τη «Χρυσή Μπάλα».
Θρίαμβος
Ο θρίαμβος του Καναβάρο είναι ο θρίαμβος ενός φυσιολογικού ανθρώπου, που έδειξε πώς πρέπει να παίζουν τα στόπερ ποδόσφαιρο ακόμα και όταν δεν έχουν σωματικά προσόντα μπασκετμπολίστα. Ο Ιταλός αμυντικός δεν είναι καλά καλά ούτε 1,75 και δεν είναι ούτε καν μποντιμπιλντεράς: όμως μέσα στο γήπεδο, φτάνοντας πρώτος σε κάθε μπάλα, μοιάζει γίγαντας. Και κυρίως το περασμένο καλοκαίρι ήταν η εύκολη απάντηση στον λόγο για τον οποίο κέρδισε η Ιταλία. Οι δημοσιογράφοι είδαν στο πρόσωπό του τον σημαιοφόρο μιας άμυνας στην οποία άλλαζαν συνεχώς παίκτες. Ο Νέστα χτύπησε, ο Τζαμπρότα έλειπε στα πρώτα ματς, ο Ντε Ρόσι αποβλήθηκε με τους Αμερικανούς, ο Ματεράτσι έπαιξε μόλις στα τέσσερα από τα επτά παιχνίδια: ο Καναβάρο ήταν ο μόνος πανταχού παρών. Δεν ξεπέρασε όμως τον εαυτό του και δεν ήταν αυτός το μυστικό της επικράτησης των Ιταλών.
Ιταλοί
Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ιταλοί, που τον γνωρίζουν καλά, συνέδεσαν την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου με το φωτεινό χαμόγελο του Φάμπιο Γκρόσο: αυτός ήταν η αληθινή αποκάλυψη και αυτός το δικό τους σύμβολο: ένα παιδί καθαρό, χωρίς εμπλοκές σε περίεργες ιστορίες όπως ο Καναβάρο, ένας τύπος εργάτη ποδοσφαιριστή μακριά από το life style που οι ίδιοι οι γείτονες είχαν ξεχάσει. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι η επιλογή του Τζίτζι Μπουφόν να μείνει στη Γιουβέντους της Serie B τον έκανε στα μάτια όλων πολύ συμπαθή –πιο συμπαθή από τον πονηρούλη Καναβάρο, που την κοπάνησε για τη Μαδρίτη και σήμερα αφιερώνει το βραβείο στη Γιουβέντους. Και δεν είναι τυχαίο ότι στην ψηφοφορία των προπονητών του Καμπιονάτο για το ποιος ήταν τελικά ο πολυτιμότερος Ιταλός του Μουντιάλ, που οργάνωσε η «Gazzeta dello Sport», υπερψηφίστηκε ο Αντρέα Πίρλο, ο οποίος ήταν το μυστικό της επιτυχίας της «σκουάντρα ατζούρα».
Αξίες
Η επιλογή του Γκρόσο απαιτεί μια ικανότητα να βλέπεις τις αξίες πέρα από τους παραμορφωτικούς φακούς του star system –ο απλός Ιταλός ποδοσφαιρόφιλος είδε στο πρόσωπο του πρώην παίκτη της Παλέρμο κάτι από το ποδόσφαιρο που γούσταρε μικρός. Η επιλογή του Μπουφόν απαιτεί ένα είδος μεγαλοψυχίας. Το να δώσεις τον τίτλο του καλύτερου σε έναν παίκτη που αγωνίζεται σε μία ομάδα της Serie B δεν είναι συνηθισμένο –αν την ώρα της απονομής γίνει η ερώτηση «τι κάνει σήμερα ο Μπουφόν;», η απάντηση, όπως και να το κάνουμε, θα προκαλέσει αμηχανία. Η επιλογή του Πίρλο δείχνει μια γνώση του ποδοσφαίρου που ξεπερνά τα απλοϊκά και τα συνηθισμένα –αν την κάνεις, πρέπει να την εξηγήσεις και πολύ αμφιβάλλω αν οι ανταποκριτές του «France Football» έχουν τέτοιες ικανότητες. Ο Καναβάρο ήταν βολικός για τους δημοσιογράφους του καιρού μας: παίζει το πιο απλοϊκό ποδόσφαιρο του κόσμου -αυτό που οι δημοσιογράφοι καταλαβαίνουν.
Να πληρώνουν
Στα διάφορα που μου ήρθαν αυτή την εβδομάδα για τη διαιτησία, πήρα και μία γλυκιά επιστολή από τον φίλο Στέργιο Δέρτσα από τον Βόλο. Μου γράφει:
«Αν συμβαίνουν όλα αυτά που συμβαίνουν με τη διαιτησία σε ματς με τηλεοπτική κάλυψη, φαντάσου τι γίνεται παραπέρα. Πήγα την Κυριακή να δω τη Νίκη Βόλου με την Προοδευτική -βγήκα από τα ρούχα μου. Μου έλεγαν πως φέτος τη Νίκη την κυνηγούν ανελέητα, το διάβαζα και το άκουγα στα τοπικά ΜΜΕ. Νόμιζα πως πρόκειται για τη συνήθη οπαδική και υπερβολική γκρίνια. Αυτό όμως που είδα ήταν εξωφρενικό. Επειδή έχω ασχοληθεί πολλά χρόνια με το ερασιτεχνικό (ποδοσφαιριστής και παράγοντας), σε διαβεβαιώνω πως τέτοια δεν θυμάμαι ούτε σε παιχνίδια τοπικού πρωταθλήματος. Μη σκεφτείς πως φοράω τίποτα μπλε γυαλιά. Πρώτα από όλα γουστάρω το ποδόσφαιρο και μετά τις ομάδες που υποστηρίζω. Στις "πιάτσες" λέγονται διάφορα, πως δηλαδή η Νίκη πληρώνει για το ένα ή το άλλο. Προσωπικά δεν με αφορά, όπως δεν αφορά κάποιον που πάει να δει μια ταινία το πώς ακριβώς γυρίστηκε. Θέλω να πάω με τον γιο μου και να τον μυήσω στη γοητεία του παιχνιδιού. Θέλω να πάω ως πελάτης και να δω, αν όχι κάτι αντάξιο του τιμήματος που καταβάλλω, τουλάχιστον κάτι καθαρό που δεν θα προσβάλλει τη νοημοσύνη μου. Δυστυχώς όμως δεν είναι έτσι.
Εχω να προτείνω κάτι, στο πλαίσιο της εκπαίδευσης των διαιτητών. Επειδή είδα πως οι καινούργιοι διαιτητές είναι πολύ μικρής ηλικίας (αλήθεια, πρόλαβαν να κάνουν επαρκή προϋπηρεσία σε μικρότερες κατηγορίες για να κριθούν;) και μάλλον δεν έχουν παίξει μπάλα (εκτός ίσως στο playstation), να συσταθούν ποδοσφαιρικές ομάδες διαιτητών σε καθεμία Ενωση. Και να γίνει ένα πρωτάθλημα, όπως γίνεται με τις μικτές των Ενώσεων, και οι διαιτητές που θα σφυρίζουν στους αγώνες αυτούς να μεροληπτούν σκανδαλωδώς υπέρ κάποιας ομάδας. Εκεί κάποια παλικαράκια ίσως νιώσουν λιγάκι την ψυχολογία του ποδοσφαιριστή, που έχει να αντιμετωπίσει εκτός από τις συνθήκες του αγώνα και μια αλλοπρόσαλλη σφυρίχτρα. Το μάθημα θα ήταν περισσότερο αποτελεσματικό αν οι αδικημένοι και χαμένοι ήταν υποχρεωμένοι να βγάζουν από το παντελόνι τους για να πληρώσουν την αμοιβή του διαιτητή. Μιλάω σοβαρά. Αντε, γιατί σε λίγο, έτσι όπως μας διώχνουν από τα γήπεδα, τα εφτάχρονα και τα δεκάχρονα θα πιστέψουν ότι το ποδόσφαιρο είναι κάτι που συμβαίνει μόνο στο γυαλί της τηλεόρασης. Και αν δεν τους κερδίσεις σ' αυτή την ηλικία, δεν θα τους κάνεις ποτέ πελάτες».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






