Παλαιότερες

Με το φτωχό μου το μυαλό… (Sportday / Αντώνης Πανούτσος)

Με τη λογική του νταραβεριού φτάσαμε στο εξής σημείο. Να έχουμε έναν επόπτη που πιστεύει ότι είδε τον Μπρούνο Τσιρίλο της ΑΕΚ να ρίχνει εκτός φάσης κάτω τον αντίπαλό του και μια επιτροπή που πιστεύει ότι ο παίκτης της ΑΕΚ δεν ενόχλησε τον αντίπαλο. Και η δεύτερη απόφαση να είναι ισχυρότερη της πρώτης. Εχουμε, λοιπόν, μια δημιουργία ποδοσφαιρικού πρωτοδικείου και εφετείου, με τον διαιτητή και τους επόπτες στον ρόλο του πρωτοδίκη και τα μέλη της Πειθαρχικής Επιτροπής της Λίγκας σε ρόλο εφετών. Στην ΑΕΚ έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν, μια και ο Τσιρίλο θα παίξει στον επόμενο αγώνα, αλλά μια φάμπρικα γέλιου που μόνο η Σούπερ Λίγκα με τους σούπερ νταραβεριτζήδες της ξεκίνησαν δύσκολα θα κλείσει.
Πρώτον, έχουμε το παράλογο ο πρόεδρος της ΕΠΟ να έχει πει στη Σούπερ Λίγκα, χωρίς αντίδραση, ότι θέλει να περάσει στον ΚΑΠ άρθρο που θα απαγορεύει την ύπαρξη τηλεκριτικών διαιτησίας. Πριν αλέκτορα φωνήσαι, οι άνθρωποι που ενοχλούνται από την ανάλυση των φάσεων στην τηλεόραση παίρνουν απόφαση βασισμένη στην τηλεοπτική εικόνα! Και μη βρεθεί κανείς να πει ότι η ανάλυση των φάσεων στην τηλεόραση είναι επικίνδυνη, διότι γίνεται από άπειρα μάτια. Δεν νομίζω ότι ο Βασιλάκης και ο Βαρούχας έχουν λιγότερη πείρα από την Πειθαρχική Επιτροπή.

Δεύτερον, η ίδια επιτροπή –σύμφωνα με το ρεπορτάζ– έλαβε υπ' όψιν δημοσιεύματα. Δημοσιεύματα λαμβάνονται υπ' όψιν όταν αναφέρουν ένα γεγονός που δεν έχει υποπέσει στην αντίληψη οργάνου της Δικαιοσύνης. Δημοσιεύματα δεν μπορεί να ληφθούν υπ' όψιν όσον αφορά κάτι που είναι αντικείμενο της κρίσης του συντάκτη. Οποιος είδε τη φάση σαν πατάτα του επόπτη καλώς και την είδε, όποιος είδε γονατιά του Τσιρίλο και πάλι δικαίωμά του. Πώς, όμως, μπορεί να κρίνει η Πειθαρχική Επιτροπή τη θέση στην οποία βρισκόταν στο γήπεδο ο κάθε συντάκτης και την αντίληψή του; Εγώ δεν έχω ποτέ διαβάσει ότι κάποιος δεν κριτικάρει φάση επειδή άναβε τσιγάρο, αλλά έχω δει δεκάδες να ανάβουν τη στιγμή που η μπάλα παίζεται -και το ότι δημοσιογραφικό κείμενο, όχι αποκάλυψης, αλλά κρίσης, γίνεται τεκμήριο αθωότητας, μόνο στη Σούπερ Λίγκα το πέτυχαν.

Τη διαφορά ανάμεσα σε κείμενο που αποκαλύπτει κάτι και σε κείμενο άποψης «την είδα τη φάση για αποβολή» ή «δεν την είδα τη φάση», μόνο μικρόνοες θα μπορούσαν να μην την καταλάβουν. Οπως και το ότι αν το δημοσιογραφικό κείμενο χρησιμοποιείται ως στοιχείο, τότε τα κείμενα αποκτούν διαφορετική σημασία. Τα δημοσιογραφικά κείμενα γνώμης δεν μπορούν να απαλλάσσουν ή να καταδικάζουν, πέραν της ηθικής διάστασης. Επίσης, ας πούμε ότι στο επόμενο ντέρμπι Ολυμπιακός - Παναθηναϊκός αποβάλλεται ο Μόρις και ο Παναθηναϊκός πηγαίνει με το βίντεο στην επιτροπή. Η επιτροπή θα λάβει ισότιμα υπ' όψιν τα κείμενα του «Πρωταθλητή», του «Ντέρμπι» και της «Ωρας για Σπορ». Και αν όχι, με ποια κριτήρια η επιτροπή θα κρίνει τις εφημερίδες; Εμείς έχουμε το δικαίωμα να τις λέμε οπαδικές, αλλά μια επιτροπή πού το βρίσκει; Τέλος, ας πούμε ότι σε ένα ματς Ολυμπιακός - Παναθηναϊκός υπάρχουν δημοσιογραφικοί συνήγοροι υπεράσπισης και κατηγορίας. Σε ένα ματς Ολυμπιακός - Ηλυσιακός, που ο δεύτερος δεν έχει μόνιμο ρεπόρτερ, η γνώμη και πάλι θα θεωρείται αντικειμενική; Εκτός αν τα μέλη της Πειθαρχικής Επιτροπής εξετάζουν και τις συλλογικές προτιμήσεις του συντάκτη.

Επόμενο ερώτημα: το άρθρο στο οποίο βασίστηκε η υπεράσπιση της ΑΕΚ είναι εκείνο το οποίο αναφέρει ότι οι Πειθαρχικές Επιτροπές είναι υπεύθυνες για επανόρθωση καταφανών σφαλμάτων των διαιτητών. Επειδή ορισμένα άρθρα του ΚΑΠ διατυπώθηκαν φλου για να μπορέσει να υπάρξει νταραβέρι, αυτό τι σημαίνει; Επανόρθωση καταφανών σφαλμάτων που είναι δυνατόν να επανορθωθούν χωρίς ο αγώνας να επαναληφθεί ή ακόμα και όταν χρειάζεται απόφαση επανάληψης του αγώνα; Διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση νίκησε η ΑΕΚ. Σε άλλη περίπτωση, που θα έμπαινε το πέναλτι μετά την αποβολή και το Αιγάλεω θα κέρδιζε, τι θα γινόταν; Θα επανορθωνόταν το μισό σφάλμα, μια και χωρίς την αποβολή πέναλτι δεν θα δινόταν;

Τώρα πάμε στα δικά μας, ωραία, λεβαντίνικα και νταραβεριτζίδικα. Το πρώτο πράγμα που ακούστηκε ήταν μια αντίστοιχη με της Υβέτ φράση. «Επιτέλους, θα χρησιμοποιείται το βίντεο. Οπως Ευρώπη. Με πρωτεΐνες». Λάθος. Το βίντεο χρησιμοποιείται στην Ευρώπη για γεγονότα που δεν έχουν δει ο διαιτητής και οι επόπτες, όπως χτυπήματα εκτός φάσης. Επίσης, για λάθη όσον αφορά παίκτες στους οποίους δόθηκε κίτρινη κάρτα, και μόνο αν ο διαιτητής παραδεχθεί το λάθος του. Δεν γνωρίζω περίπτωση που φάση για την οποία ο διαιτητής αποφάσισε πέναλτι και αποβολή και δεν αναίρεσε την απόφασή του επικαλούμενος ανωτέρα ανάγκη, όπως τον φόβο βιαιοπραγίας, κρίθηκε διαφορετικά από δικαστήριο της ΦΙΦΑ ή της ΟΥΕΦΑ. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της «αναπαράστασης» του Γκούμα έχουμε διαιτητή που είπε στην επιτροπή ότι δεν κατάλαβε καλά την κίνηση. Οσο γελοίο κι αν είναι, αναίρεσε την απόφασή του και η επιτροπή με χαρά αθώωσε τον κατηγορούμενο.

Υποπτεύομαι ότι οι δικαστικοί πήραν την απόφαση με την απόλυτη ελαφρότητα που έχει ένας νομικός όταν ασχολείται με κάτι τόσο ασήμαντο όσο το ποδόσφαιρο, τουλάχιστον σε σχέση με το ποινικό δίκαιο, στο οποίο διακυβεύεται η ελευθερία του κατηγορουμένου. «Ελα, μωρέ, και τι έγινε. Το πολύ πολύ να είχε δίκιο το παιδί, γιατί να μην το αθωώσουμε;». Είναι, όμως, αμφίβολο αν έλαβαν υπ' όψιν τις επιπτώσεις.
Σε πόσες αμφισβητούμενες φάσεις έχουμε σαφή άποψη για το τι έχει συμβεί; Αναφέρομαι όχι σε εντύπωση, αλλά σε τεκμηριωμένη άποψη. Σε ελάχιστες. Διότι στην κανονική κίνηση του βίντεο δεν φαίνεται η λεπτομέρεια και στην αργή κίνηση χάνεται η αίσθηση της δύναμης της κίνησης. Για παράδειγμα, δείτε ένα ματς από τον αγωνιστικό χώρο. Η βιαιότητα είναι εμφανής. Δείτε το στην τηλεόραση. Δείτε το από την κερκίδα. Η βιαιότητα μειώνεται. Από την τηλεόραση. Ακόμα περισσότερο. Σε slow motion. Η στιγμή της επαφής μοιάζει με άγγιγμα. Εντύπωση μπορείς να έχεις από την τηλεόραση. Αποψη, μόνο μέσα στο γήπεδο και ποτέ δεν μπορεί να είναι «μπετόν». Στην Ελλάδα, όμως, έχουμε σχηματίσει την άποψη ότι ύστερα από 20 ριπλέι θα βρούμε την αλήθεια. Ακόμα κι αν δεν τη βρούμε, θα έχουμε μια αλήθεια να πούμε. Καλό για να γίνεται κουβέντα, αλλά κακό όταν χρειάζεται να υπάρχει μόνο μία αλήθεια, η οποία πρέπει να είναι του διαιτητή.

Τώρα, σε ποιες περιπτώσεις η Πειθαρχική Επιτροπή θα αρνείται να εξετάσει υποθέσεις; Σε αποβολές, είναι αδύνατον. Κάθε ομάδα που θα προσφεύγει στην Πειθαρχική Επιτροπή θα έχει το δικαίωμα να επικαλείται το προηγούμενο της υπόθεσης του Τσιρίλο. Και με τη νοοτροπία της Σούπερ Λίγκας να ικανοποιεί όλους, κάθε ομάδα θα βρίσκει –όπως η ΑΕΚ– το δίκιο της ή θα μουρμουράει ότι υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Επίσης, κάθε ομάδα μπορεί να θεωρεί κατάφωρη αδικία ό,τι αυτή νομίζει. Το οφσάιντ του 12ου λεπτού, την καθυστέρηση, που αντί για τρία ο διαιτητής κράτησε δύο λεπτά. Τέλος, κάθε ομάδα έχει δικαίωμα να ζητάει επανόρθωση. Οπως επανόρθωση έχει δικαίωμα να ζητήσει και η Σούπερ Λίγκα. Από όλους όσοι την πήραν στα σοβαρά, ενώ αποδεικνύεται φαυλότερη κάθε προηγούμενου συστήματος.

Αυθόρμητα

Υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό αθλητικογράφων με τα εξής χαρακτηριστικά: είναι οπαδοί της Μπαρτσελόνα, θαυμαστές του Μαραντόνα και πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα λαϊκό άθλημα. Με τις κερκίδες γεμάτες από παιδιά του λαού, που περιμένουν να τελειώσει το κυριακάτικο ματς για να ξυπνήσουν Δευτέρα πρωί και να ανατρέψουν το αστικό καθεστώς. Sorry, boys. Το αστικό καθεστώς μπορεί να κοιμάται ήσυχο, τουλάχιστον όσον αφορά το ποδόσφαιρο. Το ποδόσφαιρο ήταν, είναι και πιθανότατα θα παραμείνει το λαϊκότερο των αθλημάτων. Λόγω των σωματικών απαιτήσεων που έχει από τους αθλητές του, που κυμαίνονται από Μιχάλη Κωνσταντίνου μέχρι Φώντα Γήττα. Το ποδόσφαιρο, όμως, είναι πιθανότατα και το άθλημα που αφήνει περισσότερο από κάθε άλλο τον θεατή να εκφράσει αναιτιολόγητη εχθρότητα. Απόδειξη, ότι οι θεατές με περισσότερο ενθουσιασμό βρίζουν τους αντιπάλους από ό,τι επευφημούν τους δικούς τους παίκτες. Και, μαζεύοντας πολύ κόσμο που μπορεί να εκφράσει την εχθρότητά του, το γήπεδο είναι ο χώρος έκφρασης του πιο αυθόρμητου ρατσισμού. Για κάθε Σάλκε ή Μπολόνια, με τις αριστερές κερκίδες τους, υπάρχουν δέκα Τσέλσι ή Λάτσιο, των οποίων τα βιομηχανικά λευκά σκουπίδια –απόβλητα ενός συστήματος στο οποίο μόνο τέσσερις στους πέντε μπορούν και βρίσκουν δουλειά– δύνανται να στραφούν εναντίον του εχθρού. Ο οποίος είναι αυτός που βλέπουν να έχει δουλειά. Ο μαύρος οδοκαθαριστής και ο Ινδός ιδιοκτήτης του μίνι μάρκετ. Η κερκίδα είναι ο μόνος χώρος στον οποίο το προλεταριάτο με τη στάμπα του reject μπορεί να βρεθεί και να αποδοκιμάσει. Απλοποιώντας τον εχθρό του στο χρώμα του δέρματος...

Η κερκίδα, επίσης, έχει τη δική της γλώσσα. Με το χέρι στην καρδιά. Οταν οι αθλητικογράφοι μιλάνε στην κερκίδα, ένας μαύρος παίζει στο γήπεδο –ας πούμε στο πλάι– και δεν ξέρουν το όνομά του, πώς θα ρωτήσουν τον διπλανό τους ποιος είναι; Με τη φράση «πώς λέγεται ο μαύρος;» ή «πώς τον λένε τον αράπη;». Περισσότερες φορές έχω ακούσει το δεύτερο από το πρώτο. Και ποτέ δεν ενοχλήθηκα. Διότι ξέρω ότι η έκφραση δεν είναι αποτέλεσμα ρατσισμού, αλλά της ελευθεριότητας στο γήπεδο. Δύο ανεξάρτητες σκέψεις για το ίδιο θέμα. Τον ρατσισμό –που στο γήπεδο μπορούμε να τον πολεμάμε, αλλά είναι αδύνατον να τον εξαλείψουμε– και την απόλυση του Παπανικολάου από την ΕΡΑ επειδή είπε ότι στον Εμπέντε μπορείς να πετάξεις μπανάνα. Το έχω ακούσει χίλιες φορές στο γήπεδο, αλλά ήταν λάθος γιγάντιο να το πει στον αέρα. Ο Εμπέντε είναι από τα καλύτερα παλικάρια που έχω γνωρίσει και αν δεν είναι μια κίνηση μιντιγουοτσάδικη για να τρομοκρατούνται οι συντάκτες που μιλάνε για τον Παναθηναϊκό, είναι ατόπημα, αλλά καταληπτό. Και μην πει κάποιος ότι έτσι θα κρατήσουμε την Ελλάδα μακριά από τον ρατσισμό. Οι πιο politically correct στον λόγο χώρες, όπως η Γαλλία και η Αμερική, είναι και αυτές που έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x