Από τα δεκάδες λαχεία που εμφανίστηκαν από το εξωτερικό στο ελληνικό πρωτάθλημα την τελευταία δεκαετία, μόνο δύο παίκτες κατόρθωσαν να επιβεβαιώσουν τους παιάνες. Ο Ντιαρά και ο Γιάγια Τουρέ ήταν οι μόνοι δύο ξένοι
παίκτες που κατόρθωσαν να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό. Αμφότεροι ήταν μικροί σε ηλικία και ο ερχομός τους στην Ελλάδα ήταν μία αναβάθμιση στη ζωή τους. Είναι τα δύο στοιχεία που πρέπει να έχει ένας νεαρός παίκτης από το εξωτερικό σε συνδυασμό με μια ισχυρή κράση και κάποια γνώση της μπάλας.
Το μεγαλύτερο υποψήφιο λαχείο είναι ο Περπαρίμ Χετεμάι. Έρχεται από το ανύπαρκτο φινλανδικό πρωτάθλημα και είναι 18 χρόνων. Ξέρει αρκετή μπάλα, έχει τσαμπουκά για να δανείσει και είναι αλβανικής καταγωγής, πράγμα που έστω και γονιδιακά τον φέρνει κοντά στη δική μας νοοτροπία. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βρεθεί η φυσική θέση του, που με το μάτι μού φαίνεται ότι είναι περισσότερο «οκτάρι» από πλάγιος της γραμμής και σίγουρα όχι φορ, Παναγιά μου. Αντίθετα, ο Κονέ είναι προϊόν της ελληνικής παραγωγής και δείχνει να παίζει περισσότερο για την κερκίδα από ό,τι για την ομάδα. Στις ελάχιστες εμφανίσεις του, όποτε η μπάλα φτάσει στα πόδια του Κονέ, πάνω από το κεφάλι του μοιάζει να διαγράφεται ένα μπαλονάκι: «Τώρα θα κάνω φοβερά πράγματα». Συνήθως τα φοβερά πράγματα εξαντλούνται σε μία ντρίμπλα σε κάποιον, με την μπάλα να χάνεται από ένα δεύτερο. Για το τρίτο «λαχείο» της ΑΕΚ, τον Τόζερ, με τον χρόνο γίνεται εμφανές γιατί από την ουγγρική αγορά δεν τον πήρε αυστριακή ή γερμανική ομάδα. Μπάλα ξέρει, αριστερό πόδι έχει φοβερό, αλλά σε αυτό που υπερτερεί του Τσιάρτα είναι ότι στην ίδια ηλικία ο Ναουσαίος δεν ήταν τόσο λουλού όσο ο Ούγγρος. Εάν υπάρχει ποδοσφαιρικός δίδυμος του Τόζερ, αυτός είναι ο Ίβανσιτς. Τεχνικά έχει κάθε δυνατότητα να γίνει ηγέτης, από χαρακτήρα όμως προβληματίζεται περισσότερο στο πώς μοιάζουν και συμπεριφέρονται οι ηγέτες από το τι πρέπει να κάνεις στο γήπεδο για να γίνεις. Μετά τον πόλεμο μία κοινή έκφραση ήταν το «κατοχικό». Αναφερόταν στα παιδιά που γεννήθηκαν στην κατοχή και έμειναν καχεκτικά. Αν υπάρχει κατοχικός μαύρος, ονομάζεται Μάρκο Νε. Μπάλα ξέρει, αλλά σου δίνει την εντύπωση ότι κάθε εβδομάδα κάτι άλλο θα του συμβεί. Μια προσπάθεια ακόμα και το όνομα του θα γραφτεί δίπλα στους θρύλους του είδους Σανμαρτεάν και Βενγλίνσκι. Οσο για τον ξεκωλιαστή Φέλιξ Μπόρχα, για την ώρα οι πρωκτοί των αντιπάλων μπορούν να σφίγγουν ασφαλείς. Οχι όμως και τα τζάμια των πολυκατοικιών. Με την μπάλα που δείχνει να ξέρει, μπορεί να δοκιμάσει να κοντρολάρει την μπάλα στο ΟΑΚΑ και να σπάσει τζάμι πολυκατοικίας.
Ας πούμε ότι ο Παναθηναϊκός θεωρεί για κάποιον δικό του λόγο σημαντικές τις κίτρινες που πήραν οι Βύντρα και Βίκτορ και συμπλήρωσαν τέσσερις. Σε αυτή την περίπτωση ο Παναθηναϊκός δεν έχει το ίδιο με την ΑΕΚ δικαίωμα να προσφύγει στην πειθαρχική επιτροπή της Σούπερ Λίγκας ζητώντας να σβηστούν οι κάρτες; Επίσης δεν θα είναι μια υπέροχη επικοινωνιακή κίνηση αν το κάνει; Γιατί σε περίπτωση που η κάρτα σβηστεί, η μουρμούρα του Παναθηναϊκού για τη διαιτησία θα αποκτά και την έξωθεν καλή μαρτυρία. Σε περίπτωση που η ένσταση του Παναθηναϊκού απορριφθεί, μπορεί άνετα να ξεκινήσει η μουρμούρα ότι η πειθαρχική επιτροπή εξετάζει τις υποθέσεις με δυο μέτρα και δυο σταθμά. Το ίδιο φυσικά μπορεί να κάνει, σε περίπτωση που η πειθαρχική επιτροπή αποφασίσει ότι για τον οποιονδήποτε λόγο δεν σκοπεύει να κρίνει την ένσταση του Παναθηναϊκού. Τα προαναφερθέντα για να φανεί πόσο κουτή ήταν η ένσταση από πλευράς ΑΕΚ για διαγραφή της κόκκινης κάρτας του Τσιρίλο και πόσο κουτότερη ήταν η απόφαση της επιτροπής να δικαιώσει την ΑΕΚ. Ιδιαίτερα σε έναν νταραβεριτζίδικο χώρο όπως το ποδόσφαιρο, σε μία δικομανική χώρα όπως η Ελλάδα.
Η δεύτερη ζημιά από την απόφαση για τον Τσιρίλο είναι ότι έδωσε το δικαίωμα σε όλους να πιστέψουν ότι τα ματς δεν τελειώνουν, όταν ο διαιτητής κατεβάσει τη σφυρίχτρα από το στόμα μετά τη λήξη. Στα ματς Αρης-Παναθηναϊκός, Λάρισα-Εργοτέλης, ΟΦΗ-Ξάνθη, Ατρόμητος-Καλαμαριά και ΠΑΟΚ-Πανιώνιος υπήρξε μουρμούρα για τη διαιτησία. Ο Παράσχος και ο Λίνεν έκαναν δηλώσεις εναντίον του Κουκουλάκη και του Πολατιάν. Σε λίγο καιρό ο Φερέρ θα κυνηγάει στο γήπεδο τον Τσαχειλίδη. Και το λάθος ανήκει στην ΕΠΟ και τη Σούπερ Λίγκα. Στην ΕΠΟ γιατί είναι αδύνατον με τη νοοτροπία αντιπαροχής του Κατάπτυστου να μην υποπτευθεί ο Παράσχος ότι η διαιτησία με την Καλαμαριά ήταν ανταμοιβή στον Δαμήλο για το ότι στάθηκε καλό παιδί μετά το πέναλτι που δεν πήρε από τον Παναθηναϊκό και στην Τούμπα στη γενικότερη γραμμή που έχει δοθεί ο ΠΑΟΚ να παίρνει σφυρίγματα για να είναι σε καλή βαθμολογική κατάσταση, σε περίπτωση που βρεθεί αγοραστής. Οσο για τη Σούπερ Λίγκα, αν δεν υπάρχει λογική γραμμή για τη διαιτησία ανάμεσα στα μέλη της, θα συμβαίνουν τα φετινά. Γιατί δεν μπορεί να είσαι ο Πανόπουλος και να βγάζεις ανακοινώσεις για τη διαιτησία ως ιδιοκτήτης της Ξάνθης, αλλά να μην έχεις πρόβλημα ως μέλος της Λίγκας, ούτε να είσαι Πέτρος Κόκκαλης και να μουρμουράς στα «πηγαδάκια» για τα σφυρίγματα που παίρνει ο Παναθηναϊκός, αλλά δημοσίως να μιλάς για υποδομές και άλλα ακίνδυνα, επειδή είσαι πρόεδρος της Λίγκας.
Μετά τις διαμαρτυρίες του Ντέμη Νικολαΐδη για τα σφυρίγματα που πήρε ο Ολυμπιακός στο «Κλ. Βικελίδης», η κατάσταση έχει διαμορφωθεί. Μουρμούρα για τα σφυρίγματα που δεν παίρνουμε αλλά και μουρμούρα για τα σφυρίγματα που παίρνει ο άλλος. Το έκαναν στην ΑΕΚ και τον Παναθηναϊκό μετά το ματς του Ολυμπιακού στο «Κλ. Βικελίδης», το έκαναν στον Ολυμπιακό (η διοίκηση της ΑΕΚ δεν ακουμπάει τον Παναθηναϊκό) μετά το ματς με την Καλαμαριά, το κάνουν τώρα στον Παναθηναϊκό μετά το ματς στο «Κλ. Βικελίδης». Οπου ο Τεροβίτσας σίγουρα δεν αβάνταρε τον Παναθηναϊκό, αλλά αμφιβάλλω αν αβάνταρε τον Αρη.
Γιατί η φάση που σφυρίζει πέναλτι γίνεται στη γραμμή του άουτ με τον Βύντρα να έχει κλείσει το οπτικό πεδίο στον διαιτητή, ο οποίος θα μπορούσε να δει καθαρά τη φάση μόνο αν βρισκόταν πίσω από το τέρμα. Η φάση που σφυρίζεται ο Σαλπιγγίδης οφσάιντ είναι οριακή έτσι ή αλλιώς και η φάση που παίρνει την κίτρινη ο Εμπέντε φυσικά δεν είναι επειδή κάνει καθυστέρηση, αλλά επειδή έχει πλακώσει τις πινακίδες στις κλοτσιές γιατί δεν του δίνουν την μπάλα. Το πέναλτι το έπιασε ο Εμπέντε, η φάση του Σαλπιγγίδη είναι αμφιλεγόμενη και το μόνο για το οποίο έχει πραγματικά δικαίωμα ο Παναθηναϊκός να διαμαρτύρεται είναι οι καθυστερήσεις στο τέλος του ματς και στα ξαπλώματα του Βαγκέλι. Από την άλλη, ο Αρης μπορεί άνετα να διαμαρτύρεται ότι ο Τεροβίτσας έδωσε κίτρινη σε τρεις αμυντικούς του στο πρώτο μισάωρο. Γιατί λοιπόν ο κλαυθμός και ο οδυρμός;
Γιατί το αντικείμενο είναι να περάσει το όνομα του διαιτητή στο υποσυνείδητο του οπαδού. «Με τους Τεροβίτσες θα πάρει ο Θρύλος και φέτος το πρωτάθλημα». Το λες πέντε φορές, το επαναλαμβάνουν στα ραδιόφωνα άλλοι πεντακόσιοι και στο τέλος της σεζόν τα γεγονότα θα έχουν ξεχαστεί, αλλά το «Τεροβίτσες» θα έχει μείνει. Πώς σήμερα λέμε «Δούρος» και η επόμενη λέξη που έρχεται στο μυαλό είναι «τηλέφωνο» σαν να είναι κάτι όπως ο Γερμανός; Ετσι, αν το «Τεροβίτσας» επαναληφθεί αρκετά στο τέλος της σεζόν, οι μισοί θα νομίζουν ότι έδωσε τέσσερα ανύπαρκτα πέναλτι και οι υπόλοιποι ότι τα εκτέλεσε ο ίδιος.
Διάβαζα για τον Σοφοκλή Σχορτσιανίτη και τον αγώνα που κάνει για να μην πλακωθεί στο φαΐ. Σκεφτόμουν λοιπόν πόσο ενδιαφέρουσα θα είναι μία φωτογράφιση με ένα τραπέζι, που επάνω του θα έχει ό,τι τρώει ο Σόφοκλες σε μία εβδομάδα. Το κάνουν οι Αμερικανοί για να δείξουν σε κάποιον που θέλει να κάνει δίαιτα τι στην πραγματικότητα τρώει και δεν το καταλαβαίνει. Μία αντίστοιχη φωτογράφιση είχε γίνει από το «Sports Illustrated», όταν είχαν πάρει συνέντευξη από τον Ρώσο πρωταθλητή της δεκαετίας του '60 στην κατηγορία των υπερβαρέων, Βασίλι Αλεξέγεφ. Τον είχαν φωτογραφίσει μπροστά σε ένα τραπέζι που είχε επάνω του ό,τι έτρωγε σε ένα πρωινό και νόμιζες ότι ήταν γαμήλιο γεύμα.
Θυμάμαι λοιπόν ότι στο ίδιο άρθρο για τον Αλεξέγεφ, ο Αμερικανός δημοσιογράφος που είχε πάει στη Σοβιετική Ενωση να τον συναντήσει περιέγραφε πώς ο πρωταθλητής προετοιμαζόταν κάθε πρωί για να πάει στα γραφεία των ορυχείων που δούλευε ως ανώτερο στέλεχος. Αμφιβάλλω αν ήξερε πού έπεφτε το γραφείο του. Το σκεφτόμουν διαβάζοντας τη συνέντευξη της Ιουλιέτας Μπουκουβάλα, πρωταθλήτριας του τζούντο, η οποία παραπονιόταν ότι περιμένει τέσσερα χρόνια να διοριστεί. Οταν μπλέκουμε τον αθλητισμό με τις προσλήψεις στο δημόσιο, διαιωνίζουμε το σοσιαλιστικό μοντέλο του αθλητισμού, υποβιβάζουμε τον ρόλο του δημόσιου υπαλλήλου «έλα, μωρέ, για ρουσφέτι τους προσλαμβάνουν» και δημιουργούμε μία κάστα πρωταθλητών που εργοδότη μπορούν να έχουν μόνο ένα, το κράτος, στο οποίο τα λεφτά δίνονται με τη λογική της λεζάντας. Μακάρι να συνεχίσει η κοπέλα το τζούντο, μακάρι να βρεθεί ένας χορηγός που να τη χρυσώσει, αλλά η κρατική επιχορήγηση σε αθλητές και προπονητές ήδη έχει δημιουργήσει ένα χωριό από Ηλιάδηδες. Νισάφι.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






