Ενα από τα θέματα που πέρυσι είχε απασχολήσει πολύ τον Ολυμπιακό ήταν αν ο Γιάγια Τουρέ έπρεπε να τιμωρηθεί για την κοπάνα που είχε κάνει στην πατρίδα του, επιστρέφοντας 24ωρα πριν από το ματς με την ΑΕΚ. Παρά την πίεση σημαντικού μέρους του Τύπου και του κοινού, η διοίκηση του Ολυμπιακού είχε αποφασίσει να περάσει το παράπτωμα του Τουρέ στο ντούκου. Ο Τουρέ έπαιξε στο ματς εναντίον της ΑΕΚ, ο Ολυμπιακός κέρδισε και πήρε τους τρεις βαθμούς, οι οποίοι ουσιαστικά σφράγισαν την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μια παρόμοια περίπτωση με του Τουρέ υπάρχει σήμερα στον Ολυμπιακό. Εμφανώς ο προπονητής μετράει μέρες, η γκρίνια στα αποδυτήρια φτάνει μέχρι τα γραφεία των εφημερίδων και ο κόσμος βρίσκεται στα πρόθυρα εμφύλιου πολέμου. Τι μπορεί να κάνει η διοίκηση; Το πιθανότερο, ακριβώς το ίδιο που έκανε και πέρυσι με τον Τουρέ. Ντούκου.
Στην ιστορία του ποδοσφαίρου καμία ομάδα δεν έχει κάνει ριζική ανανέωση στη μέση της σεζόν. Δεν είναι επικίνδυνο. Είναι αφόρητα βλακώδες. Το να διώξεις μισή ομάδα και τον προπονητή, να φέρεις άλλη μισή και καινούργιο προπονητή, έχει νόημα μόνο αν η ομάδα έχει χάσει κάθε ελπίδα να διεκδικήσει τίτλο. Τότε θα μπορούσες να πεις «χαμένη για χαμένη η χρονιά, τουλάχιστον να γνωριστούν τα νέα άτομα πριν από την καινούργια χρονιά». Θα μπορούσες θεωρητικά, αλλά στην πραγματικότητα ούτε κι αυτό γίνεται. Γιατί μισή ομάδα καλοί ελεύθεροι παίκτες τη μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου δεν υπάρχουν. Τέτοιοι αριθμοί εμφανίζονται μόνο το καλοκαίρι. Μόνο προπονητής ελεύθερος μπορεί να υπάρχει, αλλά κι αυτός αν έρθει στη μέση της περιόδου σε μια ομάδα που σέρνεται, κινδυνεύει να φθαρεί στη συνείδηση του κόσμου και στα μάτια των παικτών. Τελευταίο επιχείρημα που χρησιμοποιείται είναι αυτό της επιβολής πειθαρχίας. Η πειθαρχία όμως δεν είναι αυτοσκοπός και δεν πετάς ένα πρωτάθλημα ικανοποιημένος από το πόσο μεγάλη πειθαρχία έχουν τα αποδυτήρια. Στον Ολυμπιακό για μια ακόμα φορά θα πρέπει να κάνουν την παλαβή μέχρι το τέλος της σεζόν. Το ερώτημα είναι: αν κερδίσουν το πρωτάθλημα, θα ανανεώσουν την ομάδα; Η ιστορία λέει όχι. Το δοκιμασμένο και φτηνό παραμύθι της μεγάλης ομάδας πιθανότατα θα ξαναπαίξει. Αλλά όπως είχε πει ο πυγμάχος Χάρι Κον: «Οσο πιο μεγάλοι είναι τόσο μεγαλύτερο θόρυβο κάνουν όταν πέφτουν». Και όταν αυτή η ομάδα του Ολυμπιακού καταρρεύσει, θα το κάνει με πάταγο.
Έχοντας δει και ακούσει: 1) Σχολιαστές με φουστανέλες που μπορούν να βλέπουν έναν Έλληνα παίκτη να καπακώνει την μπάλα με τα δύο χέρια και να λένε ότι δεν υπάρχει πέναλτι. 2) Κατά φαντασία άσους που αντί να σχολιάζουν το ματς, ψάχνουν τη μετά την αποστρατεία δικαίωση. 3) Μάγους της κοινοτοπίας, οι οποίοι επαναλαμβάνουν προ τριακονταετίας κλισέ, πιστεύοντας ότι έτσι πρέπει να μιλάς στην τηλεόραση. 4) Κόλακες της κερκίδας που ο μόνος τους σκοπός είναι να αποδείξουν πόσο ακόμα αγαπούν τη φανέλα. 5) Σημειωτές του προφανούς, οι οποίοι όταν η ομάδα είναι πίσω στο σκορ λένε ότι πρέπει να βγει μπροστά για να ανατρέψει το αποτέλεσμα και όταν μπει μπροστά στο σκορ λένε ότι τώρα δεν πρέπει να κλειστεί, αλλά να κυνηγήσει κι άλλο γκολ. 6) Μετά ημίχρονον προφήτες που ενώ σε όλο το πρώτο ημίχρονο λένε ότι η ομάδα κρατάει καλά, με το που δέχεται γκολ κάνουν την κωλοτούμπα, λέγοντας είχαν προβλέψει ότι έτσι όπως παίζει, θα το φάει. 7) Εθνολόγους του ποδαριού, που αναλύουν το ματς λέγοντας ότι οι Ιταλοί πάντα παίζουν άμυνα, οι Γερμανοί είναι ρομπότ και οι Γάλλοι έχουν φινέτσα.
Έχοντας ακούσει παίκτες να αναλύουν ματς στην τηλεόραση με γλώσσα που δεν θα χρησιμοποιούσε ούτε γυμνασιάρχης από τις Σέρρες, σε τόνους που δεν θα μιλούσε η γκόμενα του ΟΤΕ όταν λέει για τα ακτοπλοϊκά δρομολόγια και με ανεξαρτησία σκέψης που θα ζήλευε κουμουνιστής του '30, πρέπει να πω ότι για πρώτη φορά έμεινα τόσο εντυπωσιασμένος με το σχόλιο του Βασίλη Μπορμπόκη στη ΝΕΤ για τον αγώνα της Αντερλεχτ με την ΑΕΚ.
Πρώτον, ο Βασίλης Μπορμπόκης σε καμία στιγμή δεν τρόμαξε να πάρει θέση. Οταν ο Λορένσο Φερέρ έκανε τις δύο ταυτόχρονες αλλαγές στο δεύτερο ημίχρονο, ο Μπορμπόκης καθαρά και χωρίς περιστροφές είπε τη γνώμη του. «Νομίζω ότι οι δύο αλλαγές γίνονται πολύ γρήγορα. Ο Φερέρ γεμίζει την επίθεσή του, αλλά θα χάσει το εύκολο κόψιμο στο κέντρο». Clear? Εντελώς, χωρίς περιττή ανάλυση που συχνά γίνεται ο φερετζές του άσχετου και χωρίς καβάντζες: «Ο προπονητής της ΑΕΚ παίρνει τώρα ρίσκο, αλλά για να δούμε αν θα του βγει». Ο κάθε ηλίθιος μπορεί να πει «για να δούμε αν θα του βγει». Είτε το πει είτε όχι, πάντα βλέπουμε αν η κίνηση βγαίνει. Το δύσκολο είναι να πάρεις θέση και να μην προσπαθήσεις να τη γυρίσεις αν η θέση σου δεν βγει. Γιατί το αξιοθαύμαστο από πλευράς Μπορμπόκη ήταν ότι όταν ισοφάρισε η ΑΕΚ, δεν είπε: «Ο Φερέρ πήρε ένα ρίσκο που του βγήκε». Επανέλαβε τη θέση του, ακόμα και όταν το αποτέλεσμα δεν τον δικαίωνε.
Δεύτερον, ο Βασίλης Μπορμπόκης σε καμία περίπτωση δεν ένιωσε την ανάγκη να δείξει πόσο Ελληνάρας και ΑΕΚάρα είναι. Δεν θυμάμαι ούτε μία περίπτωση να λέει ότι ο διαιτητής αδίκησε την ΑΕΚ, ούτε μία περίπτωση να φωνάζει σαν τη χήρα στο κρεβάτι επειδή η ΑΕΚ ισοφάρισε, ούτε μία περίπτωση να λέει κάτι που δεν θα έλεγε αν συνέβαινε αντίστροφα. Επίσης μιλούσε σε μέτρα που χρησιμοποιούνται στο ποδόσφαιρο. Το «η ομάδα έχει ακόμα δύο φάσεις» είναι από τους κοινότερους τρόπους μέτρησης, πολύ πιο κοινός από το «έχει ακόμα δέκα λεπτά». Σημαίνει ότι με τον τρόπο που παίζει η ομάδα, θα βγάλει δύο ακόμα επικίνδυνες φάσεις, ενώ το δέκα λεπτά δεν σημαίνει τίποτα. Αν σέρνεται, και 10 ώρες να έχει, το ίδιο είναι. Αν πετάει, και το πεντάλεπτο είναι αρκετό.
Τρίτον, φρέσκια προσέγγιση στην ανάλυση ήταν η άποψη του Μπορμπόκη σχετικά με το τι σημαίνει ατομισμός. Οι περισσότεροι που αναλύουν ματς, όταν ο παίκτης κάνει μια προσπάθεια και χάσει την μπάλα, τον κατηγορούν για «φλυαρία», «καθυστέρηση στην ανάπτυξη» και ότι δεν «έχει μάθει να παίζει την μπάλα με τη μία». Ο Μπορμπόκης για πρώτη φορά σε ανάλυση υπογράμμισε ότι χρειάζεται ένας παίκτης να δοκιμάσει να ντριμπλάρει, έστω κι αν χάσει την μπάλα, επειδή ορισμένες φορές μόνο με την ντρίμπλα μπορεί να σπάσει μια οργανωμένη άμυνα. Σε συνδυασμό με το σπικάζ του Αντώνη Κατσαρού, που το ισχυρό σημείο του είναι ότι είναι άψογο στο play by play, αλλά το αδύνατο ότι αποφεύγει να πάρει οποιαδήποτε θέση θα δυσαρεστούσε ελληνική ομάδα, το σχόλιο του Βασίλη Μπορμπόκη ήταν συμπληρωματικό. Ακόμα και η βαριά σαλονικιά προφορά του μπορεί να γίνει trade mark, αν συνυπολογίσουμε ότι κάτι ανάλογο συνέβη με την αντίστοιχη σκωτσέζικη του Αντι Γκρέι στην αγγλική τηλεόραση. Αν ο Μπορμπόκης συνεχίσει να μιλάει σαν άνθρωπος και αντέξει την πίεση που ασκείται σε όποιον μοιάζει διαφορετικός να γίνει μία απ’ τα ίδια, η ελληνική τηλεόραση απέκτησε τον πιο ταλαντούχο αναλυτή της.
Και αν φυσικά ο Μπορμπόκης αποφύγει τον μεγαλύτερο σκόπελο της ελληνικής αθλητικογραφίας. Την υποκρισία. Κάθε χρόνο, όταν γίνεται η κλήρωση του Τσάμπιονς Λιγκ, ένα από τα στοιχεία που αμέσως αναλύονται είναι η σειρά των αγώνων. Και όταν μία ελληνική ομάδα έχει αντίπαλο την ισχυρή ομάδα του ομίλου την τελευταία αγωνιστική, μεγάλη χαρά απλώνεται σε όλη την επικράτεια. «Στο τελευταίο ματς θα έχουν προκριθεί και θα παίξουν με τα δεύτερα». Πρέπει να το έχουν πει όλοι. Υποθέτω λοιπόν ότι όταν το λένε, δεν σημαίνει θα «παίξουν με τα δεύτερα, θα τους κερδίσουμε και θα προκριθούμε και μετά θα γράψω έναν φιλιππικό να τους κατηγορήσω». Όπως και δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει ένα κομμάτι, επειδή ξένη ομάδα έπαιξε με τα δεύτερα ή αδιαφόρησε, με αποτέλεσμα να προκριθεί μια ελληνική σε βάρος μιας άλλης ξένης. Ποτέ δεν μας ενόχλησε. Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού έχουν σηκώσει πανό «Amigos para siempre» για να ψήσουν τη Ρεάλ ότι αν κάτσει και δώσει τον βαθμό στη Λεωφόρο, θα μείνουν για πάντα φίλοι. Ο Παναθηναϊκός, έχοντας εξασφαλίσει την πρόκριση, είχε πάει να παίξει με τη Μαγιόρκα εκτός έδρας με τους παίκτες να έχουν την άδεια της διοίκησης να πάρουν μαζί τις γυναίκες και τις γκόμενες τους, κάνοντας ψώνια το πρωί πριν από τον αγώνα. Είχε κατηγορήσει κάποιος τον Παναθηναϊκό; Στον Ολυμπιακό επί Λεμονή είχαν παίξει ένα αξέχαστο «Amigos para siempre» εναντίον της Λιλ, που ο Ολυμπιακός είχε κερδίσει 2-1, τελειώνοντας με τον Νινιάδη να παίζει αριστερό μπακ. Είχε κατηγορήσει κανένας τη Λιλ πως δεν μπορεί να ισοφαρίσει μια ομάδα που ο πλάγιος μπακ της είναι 1,60 και 55 κιλά; Πώς βγαίνουμε λοιπόν και κατηγορούμε τη Μίλαν, χωρίς μάλιστα να έχουμε δει το ματς; Όπως τουλάχιστον προχθές έκαναν όλοι οι ακροατές του ραδιοφώνου.
«Έλα μωρέ, πήγανε και χάσανε για να προκριθούνε οι Γάλλοι». Άκουγες προχθές το βράδυ νυκτερινό ραδιόφωνο και η ετυμηγορία είχε δοθεί. «Το δώσανε οι Ιταλοί το ματς». Τώρα πού είχε δει ο ακροατής το ματς, πώς ήξερε ότι οι Ιταλοί το έδωσαν, κανείς δεν καθόταν να ασχοληθεί. Το «έλα μωρέ» ήταν αρκετό επιχείρημα. Το οποίο συνοδευόταν και με τα απαραίτητα διεθνή ντεσού από τα μαγειρεία της ΟΥΕΦA.
Και το ρεκόρ...
Ακροατής: «Ο Γιόχανσον καθαρίζει τις ελληνικές ομάδες με τις διαιτησίες και μας έδωσε τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Το έμαθε ο Μπλάτερ και έπιασε τους Ιταλούς και τους Γάλλους να στήσουν το ματς της Μίλαν με τη Λιλ για να μείνει η ΑΕΚ εκτός Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Μπλάτερ δεν ήξερε ότι ο Θεοδωρίδης με τον Πλατινί είναι φίλοι». Μιαούλης: «Αλλά, ρε φίλε, ο Μπλάτερ δεν έχει να κάνει με τον Γιόχανσον». Ακροατής: «Έλα, ρε Μιαούλη. Τόσα χρόνια κάνεις εκπομπές. Αφού το ξέρεις ότι ο Μπλάτερ ανακατεύεται».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






