Aρκετές φορές στην Αγγλία, τουλάχιστον από το 1990 και μετά, υπήρχε ένα θέμα συζήτησης που βρισκόταν στην περιφέρεια του ενδιαφέροντος των φιλάθλων, αφού στο κέντρο βρισκόταν ο ανταγωνισμός των δύο ή τριών επικρατέστερων ομάδων για το πρωτάθλημα. Αλλοτε ήταν τα πολλά χρήματα για τα τηλεοπτικά δικαιώματα ή η παρατεταμένη απουσία της Λίβερπουλ από την κατάκτηση του τίτλου ή ακόμα οι συνέπειες του νόμου Μποσμάν στο αγγλικό ποδόσφαιρο.
Φέτος, το θέμα που κυριαρχεί στην περιφέρεια του ποδοσφαιρικού ανταγωνισμού για το αγγλικό πρωτάθλημα, είναι οι εξαγορές των αγγλικών ομάδων από κεφαλαιούχους που μπορεί να έχουν επιχειρηματικά συμφέροντα στη Βρετανία, αλλά δεν είναι Αγγλοι. Στις 7 εξαγορές είναι πολύ πιθανό να προστεθούν ακόμα δύο, αυτές της Μάντσεστερ Σίτι και της Νιούκαστλ, ενώ φαίνεται πως κάτι παίζει και με την Εβερτον. Το ζήτημα των εξαγορών πιστεύω ότι σε λίγο θα μετακινηθεί στο κέντρο της προσοχής των φιλάθλων -τουλάχιστον στο νησί- και δικαιολογημένα.
Ετσι, όμως, θα επισκιαστεί η προσπάθεια της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ να διεκδικήσει τον τίτλο από την Τσέλσι. Μία προσπάθεια που θα τολμούσα να χαρακτηρίσω ηρωική, με δεδομένη τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο υλικό των δύο ομάδων, στους οικονομικούς τους πόρους και φυσικά στον πάγκο. Ο Πορτογάλος είναι ο εκφραστής του «νέου» στην προπονητική, την ώρα που ο σερ Αλεξ θεωρείται ο εκφραστής του «παλιού».
Που μπορεί να είναι φορτωμένο με διακρίσεις, αλλά είναι παρελθόν. Και όμως, ο σερ Αλεξ είναι πιθανό να κάνει φέτος το τελευταίο του μεγάλο κόλπο. Η Γιουνάιτεντ βρίσκεται 8 βαθμούς μπροστά από την Τσέλσι -που έχει ένα ματς λιγότερο, αυτό με τη Νιούκαστλ- και αν κάποιος στις αρχές της χρονιάς τολμούσε να ισχυριστεί ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε αυτή τη χρονική στιγμή του πρωταθλήματος, τουλάχιστον θα τον κοιτούσαν περίεργα. Και σκεφτείτε ότι αυτό συμβαίνει τη χρονιά που η Γιουνάιτεντ έχει χειρότερο ρόστερ από ό,τι είχε την τελευταία χρονιά που ανταγωνιζόταν την Αρσεναλ.
Ο σερ Αλεξ, ο οποίος δεν μπορεί να ξοδέψει τα χρήματα που είχε στη διάθεσή του άλλες χρονιές, ψάχνει να βρει έναν καλό επιθετικό για να τον βάλει δίπλα στον Ρούνεϊ και να ενισχύσει την επιθετική γραμμή του (αφού ο Σαχά δεν είναι παρά λύση ανάγκης), έναν τερματοφύλακα και ένα αμυντικό χαφ που θα μπορούσε και να ενισχύει την ανασταλτική λειτουργία της ομάδας και να συνεισφέρει στην ανάπτυξη του παιχνιδιού (και ως φαίνεται, πιστεύει ότι αυτή τη δουλειά μπορεί να την κάνει ο Χαργκρέιβς της Μπάγερν).
Το αγωνιστικό σύστημα της Γιουνάιτεντ από 4-5-1 που ήταν τα τελευταία 4 χρόνια, ο σερ Αλεξ το γύρισε στο παραδοσιακό 4-4-2 ή σε μερικές περιπτώσεις -ιδίως σε παιχνίδια που απουσιάζει ο Ρούνεϊ- στο 4-3-3. Ο Σκωτσέζος προσπαθεί να διαχειριστεί το υλικό του με διάφορες απίθανες αλχημείες, όπως με την τοποθέτηση του Ο’Σι στη μεσαία γραμμή ή του Χάιντζε αριστερά στη θέση του Εβρά και περιμένοντας σημαντική βοήθεια από τους Σόλσκιερ και Γκιγκς, ακόμα και από τον Φλέτσερ.
Τις χρονιές που η Μάντσεστερ πρωταγωνιστούσε, μπορεί να μην είχε ιδιαίτερα ποιοτικό πάγκο, αλλά είχε πολλούς ποιοτικούς ποδοσφαιριστές εντεκάδας. Τώρα έχει ελλείψεις και στον πάγκο και στην εντεκάδα. Με δεδομένο ότι το αγγλικό πρωτάθλημα είναι ένας πολύ σκληρός μαραθώνιος, το υλικό της Τσέλσι είναι πολύ περισσότερο επαρκές από αυτό των «κόκκινων διαβόλων».
Οι πέντε βαθμοί -ακόμα και οκτώ- σε αυτό το σημείο του πρωταθλήματος δεν διασφαλίζουν τον τίτλο. Ο Φέργκιουσον, ο οποίος δεν μπορεί να παίξει στον Μουρίνιο τα mind games που έπαιζε στον Βενγκέρ, ελπίζει στην καλή τύχη της ομάδας του και την κούραση της Τσέλσι, η οποία φαίνεται να έχει ως πρώτο στόχο φέτος το Τσάμπιονς Λιγκ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αδιαφορεί για το πρωτάθλημα.
Ο Σκωτσέζος τεχνικός της Μάντσεστερ προχθές δήλωσε ότι η ομάδα του, φέτος, μπορεί να φτάσει μακριά. Αν ήταν σίγουρος για τις δυνατότητες του υλικού του, δεν θα δίσταζε το «μακριά» να το αντικαταστήσει με τη λέξη «τίτλος» και παράλληλα να προκαλέσει τον Μουρίνιο. Δεν το έκανε, όμως. Γιατί ξέρει ότι έχει μόνο μία σφαίρα στο περίστροφό του και πρέπει να πετύχει από πολύ μακριά το «θηρίο», ακριβώς στο «δόξα πατρί». Αλλιώς «το θηρίο» θα εξαγριωθεί και τότε, ο σερ Αλεξ και η Μάντσεστερ δεν θα έχουν καμία τύχη.
Φωτιά στο λιμάνι
H συμπεριφορά του κόσμου που βρέθηκε την Κυριακή στο γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης» ήταν το γεγονός της αγωνιστικής, παρά το ότι μία ημέρα πριν στη Νίκαια έγινε χαμός. Γιατί αποδοκίμαζε παίκτες, προπονητή και πρόεδρο ο κόσμος την Κυριακή; Μήπως γιατί η ομάδα δεν παίζει καλά και δεν προσφέρει θέαμα;
Μήπως γιατί έχει βγει έξω από τη διεκδίκηση του πρωταθλήματος και του Κυπέλλου; Μήπως γιατί, για μία ακόμα φορά, η ομάδα απέτυχε να διακριθεί στην Ευρώπη; Μήπως γιατί στο ρόστερ δεν υπάρχουν ποδοσφαιριστές της προκοπής; Μήπως γιατί η ομάδα πάει από ήττα σε ήττα; Μήπως ο πρόεδρος έχει αδιαφορήσει τελείως για την ομάδα ή μήπως γιατί ο προπονητής είναι κατώτερος των περιστάσεων;
Ή μήπως πρόκειται για έναν συνδυασμό κάποιων από όσα αναφέρθηκαν; Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει μία σημαντική παράμετρος της κρίσης που υπάρχει στον Ολυμπιακό. Μία κρίση που είναι υπαρκτή, όσο και αν κάποιοι την αρνούνται. Η δεκαετής κυριαρχία του Ολυμπιακού στην Ελλάδα δημιούργησε μία γενιά φιλάθλων που γαλουχήθηκε στις επιτυχίες στο εσωτερικό, με αποτέλεσμα να θεωρούν δεδομένο τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ομάδας τους.
Αυτή η αντίληψη που δημιουργεί μια στρεβλή αθλητική παιδεία υπερτονίζεται τόσο από την εικόνα του οπαδικού Τύπου όπως και από την πολιτική της ιδιοκτησίας του Ολυμπιακού απέναντι στους οργανωμένους, οι οποίοι δεν εκπροσωπούν το σύνολο των φιλάθλων της ομάδας του Πειραιά. Στην αντίληψη για το παιχνίδι που έχει διαμορφώσει ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της γενιάς, η ήττα δεν έχει θέση, ενώ παράλληλα οι αντίπαλοι είναι πάντα κατώτεροι.
Αυτή η γενιά, που θεωρεί δεδομένο τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ολυμπιακού στο εσωτερικό, έχει κουραστεί να βλέπει την αποτυχία της ομάδας στην Ευρώπη και ως αποτέλεσμα της αθλητικής παιδείας που κουβαλάει, απαιτεί ο πρόεδρος να αλλάξει την εικόνα. Και η εικόνα αλλάζει όταν ο πρόεδρος «βάζει λεφτά και φέρνει παικταράδες».
Ετσι τους έμαθαν, αυτά ζητούν. Η αρνητική εικόνα επιδεινώνεται από τις λανθασμένες επιλογές που έκανε η ιδιοκτησία των «ερυθρολεύκων» είτε σε ό,τι αφορά την πρόσληψη του προπονητή είτε τη διαδικασία ανανέωσης είτε ακόμα σε ό,τι αφορά την καθυστέρηση της υλοποίησης βασικών επιλογών, όπως εκείνων που έχουν να κάνουν με τα τμήματα υποδομής, για παράδειγμα.
Προσθέστε εδώ και το επικοινωνιακό έλλειμμα της ομάδας του Πειραιά -αφού δεν είναι δυνατόν «επικοινωνιακή πολιτική» να κάνει ο Σάββας Θεοδωρίδης- και τη στρεβλή μεγέθυνση των προβλημάτων της ομάδας από τα ΜΜΕ και έχετε μία πρώτη εξήγηση για την κρίση.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






