Τον Παναθηναϊκό πάνω κάτω τον ξέρουμε. Τον έχουμε ξαναδεί με τη σύνθεση που θα κατεβάσει σήμερα ο Μουνιόθ. Τον Ολυμπιακό πάλι, όχι. Καλά-καλά τον αγνοεί ο ίδιος ο Λεμονής. Τη μια σκέφτεται να παίξει 4-4-2 με Ριβάλντο, Καστίγιο μπροστά και Μάριτς, Οκκά στις πτέρυγες. Την άλλη γίνεται περισσότερο λογικός και σκέφτεται Καστίγιο, Οκκά μπροστά και τον Ριβάλντο εκεί που παίζει συνήθως. Όπως και να παίξει, όποιους και να βάλει, ο Ολυμπιακός του ντέρμπι θα είναι ο άγνωστος «Χ». Επομένως, κάθε απόπειρα ανάλυσης του παιχνιδιού σκοντάφτει πάνω στην άγνοια αυτή.
Μας μένει λοιπόν να γράψουμε για την έδρα, τον κόσμο, την ψυχολογία και την παράδοση. Σύμφωνοι, να μην υποτιμηθούν όλα αυτά, αλλά για να πάρεις ένα ντέρμπι δεν φτάνουν. Χρειάζεται αγωνιστικό σχέδιο και παίκτες που να μπορούν να το υλοποιήσουν. Δυστυχώς για τον ίδιο και την ομάδα του, ο Λεμονής ήταν υποχρεωμένος πρώτα να διαπιστώσει ποιους παίκτες έχει διαθέσιμους και μετά να ψάξει για σχέδιο. Από την άποψη αυτή, ο πρωταθλητής μειονεκτεί. Για σκεφτείτε μια ομάδα να έχει στο ρόστερ τρεις καθαρόαιμους αριστερούς μπακ (Ντομί, Γεωργάτος, Μπουλούτ) και να βάλει στη θέση τον δεξιοπόδαρο Πάντο, μπας και σταματήσει τον σκάρτα δεκαεφτάχρονο Σωτήρη Νίνη! Αν μη τι άλλο, το γεγονός δείχνει τη φτώχεια καλών παικτών που βασιλεύει στο ελληνικό πρωτάθλημα. Για τη διαφορά ποιότητας ανάμεσα στους μονομάχους δεν λέει τίποτα. Και οι δύο έχουν ως αριστερό μπακ δεξιοπόδαρο!
Η διαφορά είναι ότι ο Μουνιόθ θα φέρει στο γήπεδο μια ενδεκάδα που ξέρει τι πρέπει να κάνει, γιατί το έχει ξανακάνει. Στον Ολυμπιακό, ό,τι και να δούμε, δεν θα το έχουμε ξαναδεί. Η απουσία του Τζόρτζεβιτς (εκτός αν...) αλλοιώνει σε σημαντικό βαθμό την όποια αγωνιστική φυσιογνωμία της ομάδας. Θα μπορούσε κάτω από προϋποθέσεις ο άγνωστος Ολυμπιακός -σαν τέτοιος που είναι- να αιφνιδιάσει τον Παναθηναϊκό. Να μην αποκλειστεί, αλλά δεν είναι το πιθανότερο. Ο αιφνιδιασμός απαιτεί ταχύτητα και τέτοια διαθέτει μόλις ένας. Ο Καστίγιο. Οι υπόλοιποι αναλαμβάνουν σχεδόν ισομερώς την ευθύνη για τον πιο αργό Ολυμπιακό της δεκαετίας. Σε αντίθεση, ο Παναθηναϊκός και να θέλει, δεν μπορεί να παίξει το περίφημο «τσούκου τσούκου μπολ», που ήταν σήμα κατατεθέν τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα διαθέτει σχετικά γρήγορους ακραίους χαφ (Νίνης, Ιβανσιτς) και γρήγορους επιθετικούς (Σαλπιγγίδης, Παπαδόπουλος). Οπως γράφαμε χθες, τα πράγματα έχουν έρθει ανάποδα. Τρέχουν οι «πράσινοι» και κυκλοφορούν μπάλα οι «ερυθρόλευκοι». Ετσι γίνεται. Η κάθετη πάσα, που είναι πλέον το βασικό στοιχείο του Ολυμπιακού, απαιτεί κυκλοφορία και Ριβάλντο πίσω από τα φορ. Αν ο Λεμονής τον βάλει τελικά μπροστά, ποιος θα κάνει την πάσα; Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα...
Ο Μουνιόθ έπειτα από ταλαιπωρίες κατέληξε κάπου και ησύχασε. Στην ουσία βρήκε τι μπορεί να κάνει με αυτούς που έχει. Οι «πράσινοι» δεν θα μπουν με φούρια. Θα περιορίσουν τα ρίσκα στην άμυνα και θα περιμένουν να εφορμήσει ο αντίπαλος για να τον πετύχουν μπόσικο στα μετόπισθεν. Ετσι και βρει χώρο για σπριντ ο Σαλπιγγίδης, ακόμα και αν ο Ανατολάκης προσθέσει την ταχύτητά του σ' αυτή του Σέζαρ, δουλειά δεν γίνεται. Ολα αυτά στέκουν θεωρητικά, ίσως όμως μείνουν χωρίς πρακτική αξία. Σκεφτείτε μόνο αντί για τον Νικοπολίδη να φοράει το περιβραχιόνιο ο συνήθης κάτοχος. Εδώ τι να την κάνεις την ανάλυση. Το έργο το έχουμε ξαναδεί...
Μια κλάση πάνω...
Κάποια άλλη χρονική στιγμή πιθανώς να μπορεί ο Αρης να απειλήσει την ΑΕΚ στην έδρα της. Οπως είναι τώρα, δεν γίνεται. Του χρειάζονται πάνω απ' όλα αξιόπιστη άμυνα και αμυντική λειτουργία στο κέντρο. Οσο απουσιάζουν αυτά, θα κερδίζει εντυπώσεις, αλλά θα χάνει παιχνίδια από καλύτερες ομάδες.
Η χθεσινή ΑΕΚ ήταν μια κλάση πάνω. Δημιούργησε πολλές ευκαιρίες, είχε πλουραλισμό στην επίθεση. Το πρώτο ημίχρονο «δούλεψε» πολύ με τις κάθετες πάσες. Στο δεύτερο πήγε το παιχνίδι στα άκρα. Εκεί Μαντούκα και Σέζαρ το διασκέδασαν πολύ απέναντι στους αναιμικούς Βανγκέλι και Κοΐρα. Το γκολ με το οποίο άνοιξε το σκορ η «Ενωση» ήταν ευγενική προσφορά του Ευθύμη Κουλουχέρη. Για την άμυνα του Αρη τα γράψαμε στην αρχή. Δεν είναι θέμα συστήματος, είναι κυρίως θέμα προσώπων. Το καλοκαίρι μπορεί να διορθωθεί η κατάσταση. Το 4-2-3-1 του Φερέρ φάνηκε να μην πολυλειτουργεί στο πρώτο ημίχρονο, διάστημα κατά το οποίο το πάλευε επιθετικά και ο Αρης. Στην επανάληψη το κοντέρ μπορούσε να είχε γράψει αρκετά, αν ο γνωστός χασογκόλης Σέζαρ, ο Καφές και ο Λυμπερόπουλος με το πέναλτι σημάδευαν σωστά. Ο Καπετάνος, ως αλλαγή του Καμπάνταη από το ημίχρονο, αποδείχτηκε πολύτιμος. Κέρδισε το πέναλτι με το οποίο άνοιξε το σκορ και έβαλε το τρίτο, τη στιγμή που πήγαν να «σφίξουν τα γάλατα». Οταν ξεχνάς να το βάλεις, το τρως ακόμα και από αντίπαλο που παίζει με δέκα παίκτες. Η χαλαρωμένη άμυνα της ΑΕΚ (αρνητικός ο Παπασταθόπουλος) το δέχτηκε. Ο πάντα ζορισμένος Λυμπερόπουλος πέρασε φίνα κάθετη πάσα στον Καπετάνο και ένα ματς που θα έπρεπε να έχει «τελειώσει» νωρίς, τελείωσε στο 90'.
ΥΓ.: Ο διαιτητής Νταλούκας είχε σωστά σφυρίγματα και καλή συνεργασία με τους βοηθούς, όπως μαρτυρά η υπόδειξη του δεύτερου πέναλτι. Στη φάση που ο Σορεντίνο με απερίγραπτη επιπολαιότητα γκρεμίζει αντίπαλο στην περιοχή του, δεν πήρε χαμπάρι τίποτα. Κανονικά έπρεπε να δώσει πέναλτι και να αποβάλει τον Ιταλό πορτιέρο. Δεν το είδε, δεν το έδωσε. Κάθε παραπέρα «ανάλυση» περιττεύει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






