Παλαιότερες

Το νόημα του αθλητισμού (SportDay / Αντώνης Πανούτσος)

Oι εικόνες από τον αγώνα του Γιάννη Γιαννιώτη στη Μελβούρνη της Αυστραλίας στη θάλασσα παρέπεμπαν σε μια άλλη εποχή. Οταν οι αγώνες γίνονταν στη φύση και το αντικείμενό τους δεν ήταν κάποιοι θεατές να περάσουν την ώρα τους και οι αθλητές δεν ήταν του δοκιμαστικού σωλήνα.
Μέσα στους 10 σημαντικότερους αθλητές της ελληνικής ιστορίας δύο είναι σίγουρα ο Στέλιος Κυριακίδης και ο Ιάσονας Ζηργάνος. Ο πρώτος γιατί το 1946 έδωσε ελπίδα στους Ελληνες ότι κάτι εκτός από τον Εμφύλιο Πόλεμο μπορεί να υπάρχει, νικώντας στον Μαραθώνιο της Βοστώνης και ο δεύτερος με τον διάπλου της Μάγχης.

Ο Ιάσωνας Ζηργάνος που γεννήθηκε στον Βόλο το 1909 ήταν αναγεννησιακή προσωπικότητα. Στρατιωτικός στο επάγγελμα, είχε πάθος με τη μουσική και τον αθλητισμό. Επαιζε φλάουτο και μαντολίνο, ενώ ήταν αθλητής στην πυγμαχία, την ελληνορωμαϊκή, την ξιφασκία, την ιππασία, την αναρρίχηση, τη γυμναστική στο μονόζυγο και δρομέας στα 1.500 μέτρα. Πολέμησε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, παρασημοφορήθηκε και το 1950 σε ηλικία 41 ετών παραιτήθηκε από τον Στρατό για να αφιερωθεί στην κολύμβηση. Τον προηγούμενο χρόνο ο Ζηργάνος είχε πετύχει το μυθικό για Ελληνα κατόρθωμα της εποχής, να κάνει τον διάπλου της Μάγχης. Πέρασε τη Μάγχη άλλες τέσσερις φορές, όπως επίσης έκανε δύο φορές τον γύρο του Μανχάταν, το πέρασμα του Βοσπόρου και κολύμπησε το μεγαλύτερο τμήμα του ποταμού Νείλου. Το 1959 προσπάθησε να κολυμπήσει από την Ιρλανδία στη Σκωτία. Υστερα από 17 ώρες στα παγωμένα νερά, τρία μίλια πριν από την ακτή ο Ιάσονας Ζηργάνος πέθανε από καρδιακή ανακοπή.

Υπάρχει φυσικά το επιχείρημα «και ποιος ενδιαφέρεται να κοιτάζει κάποιον να κολυμπάει 17 ώρες;». Προφανώς κανείς. Οπως θα έπρεπε να είναι ο αθλητισμός. Οποιος γουστάρει να κάνει κάτι, το κάνει και όποιος ενδιαφέρεται να παρακολουθήσει, ευπρόσδεκτος. Αντί όμως του αθλητισμού του αθλητή έχουμε δημιουργήσει τον αθλητισμό του θεάματος, στον οποίο το αντικείμενο είναι να διατηρεί ζωηρό το ενδιαφέρον του θεατή που πληρώνει.

Το πιθανότερο είναι ότι αν ζητούσαν από τον Ιάσονα Ζηργάνο να κολυμπάει σε μια πισίνα των 50 μέτρων, θα αδιαφορούσε. Και αν του έλεγαν ότι έτσι ο κόσμος θα μπορούσε να τον βλέπει, μπορεί να ένιωθε και προσβεβλημένος από το ότι τον μετέτρεπαν σε εκπαιδευμένη μαϊμού. Κάπου σε αυτόν τον χώρο βρίσκεται και το νόημα του αθλητισμού. Στο να προσπαθείς να κάνεις κάτι για να μάθεις αν μπορείς. Ο πρωταθλητισμός αξίζει τον κόπο για τη δόξα και τα λεφτά που δίνει. Ο αθλητισμός όμως είναι ο μόνος λόγος που αξίζει να δώσει ο αθλητής και την ίδια του τη ζωή για να μάθει αν μπορεί έπειτα από 17 ώρες να καλύψει αυτά τα τελευταία τρία μίλια.

Η εικόνα του ελληνικού ποδοσφαίρου ήταν οι εικόνες μετά το ματς του Ιωνικού με τον ΠΑΟΚ. Στην πίσω πλευρά του γηπέδου της Νικαίας, δίπλα στο κυλικείο, με φωτισμό από κάμερα χεριού -γιατί κάποιος πρέπει να είχε κλείσει τα φώτα- και με τους Ντανιέλ Φερνάντες και Θόδωρο Ζαγοράκη να αρνούνται, να προχωρούν με γρήγορο βήμα αποφεύγοντας να απαντήσουν σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, σαν να ήταν η Πάρις Χίλτον και να τη ρωτούσαν για την προσωπική της ζωή. Σκηνικό δεκαετίας του '50, με μισοσκόταδο, τσιμέντο και τη μυρωδιά της τολούμπας να βγαίνει μέχρι και στην εικόνα και στυλ στάρλετ του Χόλιγουντ, «no pictures please». Και μην ακουστεί το επιχείρημα ότι βιάζονταν γιατί τους περίμενε το πούλμαν, γιατί όσο και να βιάζονταν, το ένα λεπτό φρενάρισμα για να φανεί ότι τιμούν το τηλεοπτικό κοινό δεν θα τους έβγαζε εκτός χρονοδιαγράμματος.

Μερικοί παίκτες είναι βαρείς από χαρακτήρα. Για παράδειγμα ο Δημήτρης Παπαδόπουλος που μετά την ήττα από τον Ατρόμητο έβαλε κάτω το κεφάλι, μπήκε στο αυτοκίνητο της Τρέντη Κυπαρίσση και έφυγε αυτομάτως. Το ενδιαφέρον είναι ότι από χαρακτήρα και να είχε νικήσει ο Παναθηναϊκός το πιθανότερο είναι ότι ο Παπαδόπουλος πάλι το ίδιο θα είχε κάνει. Ο Παπαδόπουλος πάντως πάει να γίνει ο διάδοχος του Μπασινά στις σχέσεις του με τους οπαδούς και όσο περισσότερο προσπαθεί τόσο τα κάνει χειρότερα. Η ειρωνεία είναι ότι από τότε που ο Παπαδόπουλος υπέγραψε το νέο συμβόλαιο δεν είναι ότι άραξε, αλλά ότι αγχώθηκε και δεν μπορεί να παίξει την μπάλα που ξέρει. Αντί να κάνει παιχνίδι που χρειάζεται καθαρό μυαλό, πάει να χαλάσει το παιχνίδι των αντιπάλων, που χρειάζεται πάθος. Είναι αδύνατον να βρίσκεσαι στο μυαλό του Παπαδόπουλου για να ξέρεις, αλλά πιθανόν το άγχος που τρώει να οφείλεται στα χρήματα του νέου του συμβολαίου. Γιατί όταν έχεις τους παρατρεχάμενους του Τζίγκερ να φωνάζουν γιατί πήρε τόσα λεφτά χωρίς να έχει δώσει τίτλους, είναι λογικό ο Παπαδόπουλος να σκέφτεται ότι αντίστοιχη πρέπει να είναι και η γνώμη του αφεντικού. Οπότε από υπερβολική προσπάθεια το παιχνίδι του γίνεται μούτι.

Σε αυτό το σημείο κάπου πρέπει να έχουν μπλέξει τα πράγματα όσοι αναφέρονται στα χρήματα που δίνονται στους παίκτες του Παναθηναϊκού. Το συμβόλαιο που κλείνει ένας παίκτης δεν καθορίζεται από το πόσα αυτός θέλει και αν έχει διάθεση η ομάδα του να τα δώσει, αλλά από το πόσα είναι πρόθυμη να του δώσει η αγορά. Για παράδειγμα, πέρυσι όταν ανανεώνονταν τα συμβόλαια του Καφέ και του Στολτίδη στον Ολυμπιακό, η διοίκηση τους προσέφερε πολύ λιγότερα από όσα περίμεναν. Οι παίκτες στην αρχή είχαν αρνηθεί να υπογράψουν νέο συμβόλαιο, η διοίκηση δεν ανέβαζε την τιμή και τελικά τα συμβόλαια υπογράφτηκαν με τους όρους της διοίκησης. Οχι επειδή έτσι γούσταρε, αλλά επειδή δεν βρισκόταν άλλη ομάδα να δώσει περισσότερα λεφτά. Πέρυσι η διοίκηση του Παναθηναϊκού έδινε 500 χιλιάρικα, ο Παπαδόπουλος είχε μουλαρώσει στα 700 και τα πήρε. Η διοίκηση όμως δεν τόλμησε να του πει «Βγες, αγόρι μου, στην αγορά να δεις αν υπάρχει άνθρωπος που να σου δίνει επτά κατοστάρικα και, αν δεν βρεις, έλα πίσω να σου δώσουμε 450». Είτε επειδή ήξερε ότι ο Παπαδόπουλος θα τα βρει στον Ολυμπιακό είτε επειδή φοβόταν ότι αν το έλεγε, ο Παπαδόπουλος από εγωισμό μπορεί και να υπέγραφε στον μεγάλο αντίπαλο, τα έδωσε και τελείωσε η ιστορία. Από εκείνη όμως τη στιγμή πάει και τελείωσε. Τα έχεις δώσει και αν φαίνεται ότι το κρατάς μανιάτικο, και τα λεφτά σου θα έχεις δώσει και τη δουλειά σου δεν θα κάνεις. Και η ζημιά γίνεται ακόμα και όταν η διοίκηση δεν μιλάει, αλλά ο παίκτης νομίζει ότι δημοσιεύματα εκφράζουν τις απόψεις της.

Πάμε τώρα στο θέμα του προπονητή. Φταίει ο Βίκτορ Μουνιόθ; Ας πούμε πως ναι. Εφταιγε και ο Μπάκε; Εδώ έχει γραφτεί μια χιλιάδα φορές το «ναι», ότι δεν τους προπόνησε το καλοκαίρι, ότι ήταν ψόφια ρέγκα στον πάγκο και μπορεί και να έχει γραφτεί κάπου ότι ο Μπάκε είχε τατουάζ του δαφνοστεφανομένου έφηβου και επίτηδες ήρθε στον Παναθηναϊκό για να τον καταστρέψει. Ας πούμε λοιπόν ότι η διοίκηση επέλεξε λάθος προπονητές. Ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία θα είναι. Ας πούμε ότι τώρα θα πρέπει να βρει νέο προπονητή. Ακόμα λοιπόν και αν πριν από δύο εβδομάδες η λύση του Ντούσαν Μπάγεβιτς ήταν καλή, τώρα είναι από τις πλέον επικίνδυνες.

Δεν είναι συμπτωματικό ότι ύστερα από δύο ήττες ο Βίκτορ Μουνιόθ δεν ξεφωνίστηκε. Ο Μουνιόθ κάνει λάθη και στο ματς με τον Ατρόμητο έκανε μερικά ασυγχώρητα. Το να μην ξεφωνίζεται όμως ο προπονητής που έβαλε στα τελευταία λεπτά τον Μπίσκαν, έναν από τους λιγότερο δημοφιλείς παίκτες της ομάδας δείχνει ότι ο ίδιος είναι ιδιαίτερα δημοφιλής. Οχι μόνο για το ότι βγάζει μία πολύ συμπαθητική εικόνα και ενώ χοροπηδάει από νεύρα μπροστά από τον πάγκο σκάει ένα χαμόγελο μισό μέτρο που κερδίζει, αλλά γιατί δίνει την εντύπωση του επαγγελματία που είναι σίγουρος για τον εαυτό του και δεν έχει την ανάγκη να το παίζει yes man. Ας πούμε λοιπόν ότι δεν ανανεώνεται η συνεργασία με τον Μουνιόθ και αντ' αυτού εμφανίζεται ο Ντούσαν Μπάγεβιτς. Προβλήματα με τον Μπάγεβιτς στον Παναθηναϊκό υπήρχαν.

Τώρα, έπειτα από μια αποτυχημένη χρονιά και την απόλυση ενός δημοφιλούς προπονητή η πρόσληψη ενός άλλου που ο μισός κόσμος στα γκάλοπ δεν ήθελε, θα είναι πρόσκληση για μετωπική σύγκρουση με τους οπαδούς. Επίδειξη δύναμης «η ομάδα είναι δική μου και τον προπονητή της δεν θα μου τον επιβάλλει η κερκίδα», που είναι ό,τι πρέπει για να ξεκινήσει ο Παναθηναϊκός με το αριστερό στη Λεωφόρο. Στην οποία τα sites των οργανωμένων δεν παραλείπουν να υπογραμμίσουν πόσο κοντά είναι οι πάγκοι των προπονητών στην κερκίδα.

Το μόνο που θα ήθελα να προσθέσω για την κατάσταση όπου βρίσκεται σήμερα ο Παναθηναϊκός είναι η φράση του Κλαούζεβιτς. Ο μεγάλος Πρώσος επιτελικός είχε γράψει ότι ο πόλεμος δεν είναι παρά μία προέκταση της διπλωματίας με άλλα μέσα. Δεν προσπαθείς να εξοντώσεις τον αντίπαλο, αλλά να επιτύχεις τους στόχους σου. Αν η διοίκηση του Παναθηναϊκού πιστεύει ότι ο δρόμος προς την ειρήνη και την ευημερία στην εξέδρα έρχεται με την πρόσληψη του Μπάγεβιτς, έχει καλώς. Αν το κάνει για να περάσει το δικό της στην εξέδρα, ένας άλλος μεγάλος, ο Μέτερνιχ, είχε πει ότι δεν υπάρχει τίποτα εγκληματικότερο από έναν ανώφελο πόλεμο.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x