Ο άνθρωπος έμοιαζε συμπαθέστατος. Μου συστήθηκε τη στιγμή που καθόμουν στην καρέκλα του στούντιο του Mega. «Ανδρουλάκης, πρόεδρος του συνδέσμου του Ολυμπιακού στα Μέγαρα». Προσέθεσε: «Είσαστε και οι δύο έμπειροι», αναφερόμενος σε εμένα και τον Πέτρο Μαντούβαλο, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε μπει στο στούντιο. «Οταν η πείρα στο να φωνάζεις μετράει περισσότερο από αυτά που έχεις να πεις, τα δελτία των ειδήσεων πάνε κάπου στραβά», σκέφτηκα. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τι άλλο μπορεί να σημαίνει «πείρα», δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι να του απαντήσω και απλώς έκλεισα το κεφάλαιο αυτής της συζήτησης με μισό χαμόγελο. Θα ήταν και το μόνο χαμόγελο που θα έδινα στο επόμενο τέταρτο, όσο κράτησε η κοινή εμφάνισή μας στο δελτίο. Διότι ο συμπαθέστατος εκ Μεγάρων κύριος Ανδρουλάκης έδειχνε να μην μπορεί να καταλάβει το μέγεθος του προβλήματος που αποτελούν οι σύνδεσμοι για το ποδόσφαιρο αλλά και την κοινωνία. «Εντάξει, να κόψουμε το γήπεδο και να πηγαίνουμε τις Κυριακές κάπου αλλού».
Είχαμε τελειώσει την εμφάνισή μας στο γυαλί και ο Ανδρουλάκης χρησιμοποιούσε το τελευταίο επιχείρημα για τη συνέχιση της λειτουργίας των συνδέσμων. Τη διακοπή ενός τρόπου ζωής που κάθε Κυριακή περιελάμβανε συγκέντρωση με τα παιδιά και ταξίδι στο Καραϊσκάκη ή ακόμα μακρύτερα. Είχαν προηγηθεί τα συνηθισμένα επιχειρήματα για τη συνέχιση της ύπαρξης των συνδέσμων. «Δεν είναι όλοι ίδιοι. Δεν μπορούμε όλοι να τιμωρούμαστε για τα λάθη μερικών». «Οχι, δεν είσαστε όλοι ίδιοι, αλλά το θέμα είναι τόσο σοβαρό που κανένας πια δεν μπορεί να κάτσει και να ξεχωρίσει τους καλούς από τους κακούς. Αν μπορούσε να γίνει, θα έπρεπε να είχε γίνει στο παρελθόν, όταν η κατάσταση δεν είχε ξεφύγει. Τώρα, μπροστά στο γενικότερο καλό, είναι αργά για έρευνες». «Δεν ξέρετε πόσες καλές πράξεις έχουμε κάνει. Τις προάλλες είχαμε κάνει εκδήλωση για την αιμοδοσία». Εχω ακούσει αυτή την ιστορία με τις αιμοδοσίες πέντε τρισεκατομμύρια φορές.
Εάν κάποιος έχει τόσο υψηλή κοινωνική συνείδηση που διοργανώνει αιμοδοσίες, δεν έχει λόγο να μη συνεχίσει να δίνει αίμα αν του κλείσουν τον σύνδεσμο οργανωμένων. Το μόνο που κάπου με συγκινούσε είναι ότι κάποιοι άνθρωποι έπρεπε να αλλάξουν συνήθειες. Λατρεύω τους Αγγλους για τη φράση τους «είμαι Αγγλος και ζω με τις συνήθειές μου». Αλλά στο κάτω κάτω κανένας δεν εμποδίζει τους Ολυμπιακούς των Μεγάρων να μαζεύονται κάθε Κυριακή και να πηγαίνουν στο γήπεδο ξεκινώντας από μια καφετέρια, αντί για τα γραφεία του συνδέσμου, όπως έκαναν οι πρόγονοί τους για πενήντα χρόνια.
Πενήντα χρόνια οι Ολυμπιακοί μαζεύονταν σε καφενεία για να πάνε στο γήπεδο Καραϊσκάκη. Δεν είναι δύσκολο να ξαναθυμηθούν πώς γίνεται. Κάθεσαι σε μια καρέκλα, παραγγέλνεις καφέ και περιμένεις τους φίλους σου. Εκτός αν αυτοί φτάσανε πρώτοι, οπότε πίνεις τον καφέ στο πόδι και φεύγετε. Χαιρέτησα τον πρόεδρο του συνδέσμου των Μεγάρων έχοντας την εντύπωση ότι ο άνθρωπος στα χρόνια που πηγαίνει στο γήπεδο δεν έχει κλοτσήσει ούτε πράσινη γάτα. Εμοιαζε μορφωμένος και πιθανότατα καταλάβαινε την αντιστοιχία με την καταδίκη των SS μετά τον πόλεμο. Τα Waffen SS καμία σχέση δεν είχαν με τις μονάδες που αναλάμβαναν τις εκκαθαρίσεις στα κατεχόμενα εδάφη. Στο τέλος, όμως, του πολέμου Waffen και Einsatzgroupen καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου με τη λογική ότι και μόνο η ονομασία της οργάνωσης ήταν αιτία καταδίκης. Οσοι ενδιαφέρονται για τη λογική και την αποδοχή μιας έστω και άδικης καταδίκης, ας διαβάσουν το «Black Edelweiss» του Γιόχαν Βος.
Εν τω μεταξύ, στη διάρκεια του ταξιδιού μου στην Ταϊλάνδη είχα την ευκαιρία να τελειώσω το «Dark Trade», του Ντόναλντ ΜακΡέι. Αριστερός από τη Νότια Αφρική, δάσκαλος σε σχολείο του Σοβέτο, ο MακΡέι, με δύο βιβλία για την πυγμαχία, το «Dark Trade» και το «In Black and White», κέρδισε δύο φορές το βραβείο της William Hill. Παρά τις ενοχές του για τον τρόπο με τον οποίο οι λευκοί μεταχειρίστηκαν τους μαύρους στη Νότια Αφρική, ο ΜακΡέι γράφει θεϊκά. Η περιγραφή της σχέσης του με τον Μάικ Τάισον, τον οποίο στην αρχή αντιμετώπισε σαν θύμα κοινωνικής αδικίας, μέχρι να καταλάβει ότι κάθε κίνησή του είχε τον αμοραλισμό του ιδρυματικού κακοποιού, η σχέση του με τον Τζέιμς Τόνεϊ, που δεν μπόρεσε να τον απορρίψει ακόμα και όταν ο πυγμάχος έκανε αγωγή στη μάνα του κατηγορώντας τη ότι του έκλεβε λεφτά, με αποτέλεσμα αυτή να χάσει το σπίτι της για να πληρώσει τα έξοδα των δικηγόρων, και κυρίως η περιγραφή των μεγαλυτέρων πυγμαχικών δυστυχημάτων της δεκαετίας του '90, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης ΜακΛέλαντ, είναι εκπληκτική. Η περιγραφή του ΜακΛέλαντ τυφλού και κουφού έπειτα από χτύπημα του Νάιτζελ Μπεν να ζητάει από τις αδερφές του να τον ντύνουν στα αγαπημένα του πράσινα, μη έχοντας μνήμη του αγώνα και επιμένοντας ότι απλώς το φως έχει κλείσει, είναι αντάξια των διηγημάτων με τους καταραμένους χαρακτήρες του Ντοστογέφσκι.
Οποιος, λοιπόν, θέλει να νταουνιαστεί διαβάζοντας για τυφλούς πυγμάχους τη στιγμή που βλέπει τα κόκκινα μάτια ενός αρνιού να τον παρακολουθούν από τη σούβλα, δεν έχει παρά να αγοράσει το βιβλίο. Οποιος, όμως, θα προτιμούσε να βρίσκεται στη θέση του αρνιού από το να ακούει ευαίσθητες αριστερές τρομπιές για το πώς θα καταπολεμηθεί ο χουλιγκανισμός με ήπια μέσα, συμπεριλαμβανομένων ΜΑΤατζήδων που θα απαγγέλλουν Νερούντα, δεν έχει παρά να μπει στο best site in the universe. Τη σελίδα στο Ιντερνετ του αρθρογράφου του «New Yorker» Μάντοξ, γνωστού και σαν πειρατή Τζορτζ Ουζούνιαν, ο οποιός αφιέρωσε τη ζωή του στην καταπολέμηση της αριστερής ευαισθησίας.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






