Ας αρχίσουμε από τα βασικά: Όποιος δει το «Space Jam: A New Legacy» ως «Ο πολίτης Κέιν» και «Το θωρηκτό Ποτέμκιν» και το αξιολογήσει με ανάλογα κριτήρια, είναι μάλλον εκτός τόπου και χρόνου. Δεν πρόκειται για ταινία που θα αλλάξει την ιστορία του κινηματογράφου ή θα σου μείνει ανεξίτηλη και ούτε ως τέτοια πλασάρεται, οπότε δεν θα πρέπει ούτε και ως τέτοια να κρίνεται. Ο σκοπός της είναι ξεκάθαρος: να ενώσει το τεράστιο fan-base του Λεμπρόν Τζέιμς με το ακόμη μεγαλύτερο των καρτούν προσφέροντας ένα σκάρτο διωράκι ανέμελης διασκέδασης στο κοινό και αρκετά εκατομμύρια στους παραγωγούς. Κι αυτό το καταφέρνει.

Ο κανόνας είναι πως το sequel μιας ταινίας σπανίως ως ποτέ δεν φτάνει στα ύψη του πρώτου μέρους. Λιγοστές είναι οι εξαιρέσεις, όπως ο Νονός 2 ή το Dark Knight, για παράδειγμα. Όμως δεν πρόκειται ακριβώς για sequel. Μάλλον είναι η μεταφορά του τίτλου του 1996 στη σημερινή εποχή. Θα λέγαμε πως το «Space Jam: A New Legacy» είναι το παλιό, το «ορθόδοξο», το «ΠΑΣΟΚικό», αλλά… remastered.



Στο «πρωτότυπο», το 1996, οι δημιουργοί είχαν κεφαλαιοποιήσει το hype της επιστροφής του Μάικλ Τζόρνταν στη δράση πριν το δεύτερο three-peat με τους Μπουλς βάζοντας τον κορυφαίο παίκτη όλων των εποχών να ενώσει τις δυνάμεις του με τα Looney Tunes απέναντι σε εξωγήινους. Στη νεότερη εκδοχή, ο καλύτερος παίκτης της εποχής του, Λεμπρόν Τζέιμς, συνασπίζεται με τα Looney Tunes για να κερδίσει πίσω τον γιο του από έναν σατανικό ψηφιακό κακό που επιστρατεύει άλλους αστέρες του ΝΒΑ και του WNBA ως επίσης digital villains.

Από πλευράς εφέ η ταινία είναι σε άλλο level. Τα 25 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την πρώτη φαντάζουν αιώνας, αφού τα Looney Tunes δεν θυμίζουν πλέον τα κλασικά «παιδικά» που βλέπαμε τα πρωινά του Σαββατοκύριακου, αλλά μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει όλο ζωή μέσα από τις σελίδες κόμικ αποκτώντας τρισδιάστατη μορφή. Πέρα από τα Looney Tunes, που τα βλέπουμε στην digital εκδοχή τους, εντυπωσιακή είναι η μεταμόρφωση των Άντονι Ντέιβις, Ντέμιαν Λίλαρντ και Κλέι Τόμπσον (μεταξύ άλλων) σε ψηφιακά μπασκετικά τέρατα. Και παρότι σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει αρκετός «θόρυβος» και γίνεται επίδειξη των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, δεν μπορούμε να έχουμε παράπονο από το αποτέλεσμα.

Η πλοκή της ταινίας είναι απλοϊκή, αλλά κανείς δεν (πρέπει να) έχει την προσδοκία να δει ευφάνταστο σενάριο, πρωτοτυπίες ή ανατροπές σε μια τέτοια παραγωγή. Μοιάζει το story με ένα απλώς προσχηματικό φόντο, προκειμένου να λάμψουν στην οθόνη τα τεχνολογικά εφέ, οι χαρακτήρες και ο Λεμπρόν Τζέιμς. Στη ροή της ταινίας υπάρχουν αρκετά «παιδικά» αστεία (ή τουλάχιστον σου φαίνονται τέτοια αν το 1996 ήσουν έφηβος και πλέον 40άρης), αλλά και ορισμένα πολύ έξυπνα, που σκάνε το χειλάκι ακόμη σε «μεγάλους». Αποκορύφωμα η εμφάνιση στην ταινία από τον… Τζόρνταν, αλλά και κάποια μπασκετικά αστεία που «καρφώνουν» Νικς ή ακόμη και τον ίδιο τον Λεμπρόν Τζέιμς. Δεν λέμε άλλα για να μη spoilαρουμε...



Όσο για τον τελευταίο; Έχει μεν λιγότερη λάμψη και γοητεία από τον Μάικλ Τζόρνταν, ενοχλεί η κατ’ επανάληψη αναφορά στην αυτού μεγαλειότητα, αλλά τη δουλίτσα του την κάνει. Ασφαλώς δεν διεκδικεί Όσκαρ ερμηνείας (μεταξύ μας, ούτε ο Air διεκδικούσε, κι ας τον αγαπάμε περισσότερο), υπάρχουν στιγμές που προσπαθεί να βγάλει συναίσθημα όσο εκβιαστικά και καθόλου πειστικά ο Τζέιμς Χάρντεν προσπαθεί να κερδίσει σφυρίγματα, ωστόσο έχει διάθεση να τσαλακωθεί και αυτό τον πόντο τον παίρνει με το σπαθί του. Άλλωστε όποιος έχει δει τον Κέβιν Ντουράντ στην ταινία «Thunderstruck» θα θεωρήσει την υποκριτική του Λεμπρόν ως κράμα Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Μέριλ Στριπ ή Αλέξη Μινωτή και Κατίνας Παξινού. Η παρουσία, δε, του εξαιρετικού σε ρόλο κακού, Ντον Τσιντλ, αρκεί για να σώσει ερμηνευτικά την παρτίδα για όλους.

Τι δεν μας άρεσε; Πέρα από το κλασικό ηθικοπλαστικό και διδακτικό ύφος που έχουν αρκετές τέτοιες ταινίες, ενοχλεί η ξεκάθαρη προσπάθεια των παραγωγών να διαφημίσουν την… πραμάτεια τους. Το HBO Max, στο οποίο προβάλλεται πέρα από τις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία, «στρίμωξε» σε κάθε πιθανή και απίθανη γωνία του κάδρου όλο το υλικό που έχει από τη συνεργασία του με την Warner Bros και την DC. Έτσι πέρα από σταρ του μπάσκετ και καρτούν, βλέπουμε πολλές φορές (τις περισσότερες άσκοπα και… άκαιρα) να γίνονται αναφορές από τον Harry Potter, το Game of Thrones, το Mad Max και το Matrix, μέχρι την… Casablanca, τον King Kong, τον Austin Powers, τον Batman και τη Wonder Woman.

Συνοπτικά, η ταινία εξυπηρέτησε τον σκοπό της. Πρόσφερε 115 λεπτά χαλάρωσης, δίχως προβληματισμούς και βαθύτερα νοήματα, με κάποιες διασκεδαστικές στιγμές που είναι πολύ περισσότερες από τις ενοχλητικές. Όποιος ψάχνει τροφή για σκέψη, ας πάει να δει ιρανικό ή κορεάτικο σινεμά. Υπομονή, σε άλλα 25 χρόνια, μπορεί και νωρίτερα, θα βγει και το τρίτο, μάλλον με κάποιον πρωταγωνιστή που τώρα θα παίζει στo νηπιαγωγείο του. Μέχρι τότε περιμένουμε την ταινία για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο.

*Την Κυριακή τα λέμε στον bwinΣΠΟΡ FM 94,6, 12:00-14:00, παρέα με τον Παναγιώτη Κεφαλά. Κουβέντα με πολύ μπάσκετ, ρεπορτάζ, ενδιαφέροντες καλεσμένους, κουιζάκια. Όσοι πιστοί της πορτοκαλί, κοπιάστε στην παρέα μας.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube