Υπάρχει το λογικό κριτήριο της τρέχουσας αγωνιστικής κατάστασης. Με αυτό, θέση στους «11» της Εθνικής δεν είχαν χθες περισσότεροι από (και ίσως πάλι πολλοί είναι) πέντε ποδοσφαιριστές. Ούτε, καν, οι μισοί.
Υπάρχει επίσης το λογικό κριτήριο: «ποιοι ξέρουν να παίζουν καλύτερα μαζί». Ο Μπασινάς, π.χ. λιγότερο και από... ημιαπασχολούμενος τούτη την εποχή, δεν παύει να είναι ο ίδιος Μπασινάς που τελευταία φορά έλειψε από ματς της Εθνικής πέρυσι το καλοκαίρι στην Μποαβίστα (στο 1-1 με την Ισπανία).
Ή, άλλο παράδειγμα, η περίπτωση Ανατολάκη. Υπερτερεί, θεαματικά, σε τρέχουσα αγωνιστική κατάσταση. Όμως, ο Κατσουράνης (των μάξιμουμ 60 λεπτών στη φάση που διανύουμε) και ο Καψής (του πάγκου του Ολυμπιακού, πίσω κι από τον Κωστούλα) δεν παύουν να είναι το εδραιωμένο δίδυμο των σέντερ μπακ, όταν λείπει ο Δέλλας.
Ο Ρεχάγκελ, δεν είναι ακριβώς παράξενο ούτε φυσικά πρωτοφανές, πήγε με το δεύτερο κριτήριο στις επιλογές του. Στελέχωσε «κατά γράμμα» ενδεκάδα Euro 2004 (δίχως μόνο τον Δέλλα). Καμία είδηση! Η μοναδική «είδηση» είναι ότι ο εκλέκτορας, αλλά και αυτό δεν είναι πως δεν το ξέραμε, έχει σταθερό κριτήριο. Ελεύθερα εκτεθειμένο στην κριτική, σταθερό πάντως. Οχι μία έτσι, μία αλλιώς, ανάλογα με το κατά πού φυσάει κάθε φορά ο άνεμος της συγκυρίας.
Ο Γερμανός, λοιπόν, παρέταξε ένα καθαρό 4-3-3 με δύο ανεπαίσθητες διαφορές:
3 Πρώτον, πιο απλωμένο από ποτέ, «α λα Ολλανδία». Με τον Ζαγοράκη και τον Καραγκούνη, όχι τόσο κεντρικούς όσο ενδιάμεσους στο πλάι ανάμεσα στον μπακ και στον εξτρέμ. Ξεκάθαρη ένδειξη ότι η στρατηγική ήταν η διάνοιξη (του αναμενόμενου τείχους των Καζάχων) από τις πτέρυγες.
3 Δεύτερον, με τους τρεις προωθημένους να έχουν αφετηρία τις «φυσικές» θέσεις τους (Γιαννακόπουλος στα δεξιά, Χαριστέας στην κορυφή, συνεπώς Βρύζας στ' αριστερά), όχι τις «ανορθόδοξες» στις οποίες ωστόσο διέπρεψαν και δοξάστηκαν (Γιαννακόπουλος στ' αριστερά, Χαριστέας στα δεξιά, συνεπώς Βρύζας στην κορυφή).
Το παιχνίδι κύλησε με γνώμονα τη στοιχειώδη επίγνωση των δεδομένων, όσο... τσαπατσούλικο αναμενόταν. Κακά πατήματα των ημέτερων διεθνών, κακή συμπεριφορά στα ένας εναντίον ενός, κακή κυκλοφορία, αφού η μπάλα πήγαινε ψηλά (επειδή χαμηλά είχε πολύ κόσμο και δύσβατο γρασίδι). Ο Καραγκούνης, που εμφανώς αγωνιούσε να βάλει σε τάξη και λογική την ανάπτυξή μας και να δώσει έναν κάποιο ρυθμό, έμοιαζε να παιδεύεται... τζάμπα. Και οι τρεις μπροστά, μολονότι ξαλαφρωμένοι από αμυντικά καθήκοντα, «βρέθηκαν» (λειτούργησαν, δηλαδή, ως τριπλέτα) για μία και μοναδική φορά στο 45'.
Εικόνα, σαν προσκλητήριο στους οικοδεσπότες να βγουν και να μας παίξουν, με άριστες πιθανότητες στην κόντρα. Η λειψανδρία στον κεντρικό άξονά μας έφερνε τη δυσκολία στις έγκαιρες επιστροφές. Αρα και το ρίσκο στο να μένουμε εκτεθειμένοι, σε συνθήκες αριθμητικής επικινδυνότητας. Το εξισορρόπησαν, αυτό το ρίσκο, το ένστικτο του Κατσουράνη στην αρχή, η ταχύτητα του Καψή εν συνεχεία, τα όσα (κενά) προλάβαινε να καλύπτει, με κλεψίματα ή με τοποθετήσεις, ο Μπασινάς. Και ύστερα ήρθε το δώρο. Τα αβίαστα δώρα στο πιάτο του πεινασμένου αντίπαλου, θαρρεί κανείς πως είναι η επιτομή της διαδρομής της Εθνικής σε τούτη την προκριματική καμπάνια. Τίρανα και Κίεβο πέρυσι, Δανία στο Καραϊσκάκη τον χειμώνα, Τιφλίδα, Ουκρανία στο Καραϊσκάκη τον Ιούνιο, έως και στο φιλικό με τους Βέλγους τον Αύγουστο τηρήσαμε... το έθιμο.
Απορώ, ύστερα από τόσα δώρα, πώς στον κόρακα ζούμε ακόμη! Ο Ρεχάγκελ, για να επανέλθουμε στα του σταθερού κριτηρίου, έχει προαποφασίσει πως με όποιους «έζησε» (και μεγαλούργησε), με αυτούς και θα «πεθάνει». Ισως αυτός, ότι βλέπει το φινάλε να έρχεται, είναι ο βαθύτερος λόγος της (κάτι σαν) μελαγχολίας που έβγαζε, μπρος στα αλλιώς συνηθισμένα μάτια των διεθνών, την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα. Ίσως αυτός, ο ίδιος, είναι ο λόγος και της εκπληκτικής έκκλησης προς τους Έλληνες δημοσιογράφους στο Αλμάτι προχθές, μετά την προπόνηση, να... προσευχηθούν για τους τρεις πόντους. Αυτός, πράγματι, δεν ήταν ο Ρεχάγκελ της τετραετίας 2001-05. Ηταν κάποιος άλλος άνθρωπος.
Στο διάστημα που τα 545 λεπτά (δίχως γκολ) έγιναν 623, ο Ρεχάγκελ είδε, σαν σε σινεμά, ολόκληρη την ταινία της ελληνικής περιπέτειάς του. «Πέθανε», ακριβώς όπως προβλέπει το σενάριο. Αδιαπραγμάτευτα πιστός σε αυτούς με τους οποίους «έζησε». Πέθανε αλλά ως εφτάψυχος αναστήθηκε. Τον ανέστησαν, για την ειρωνεία της υπόθεσης και για τη ματαιότητα της στατιστικής, ιδίως αυτοί με τους οποίους δεν (πολύ)έζησε. Οι... απ' έξω.
Στο τέλος τέλος, όλοι «δικοί μας» είμαστε!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






