Την Τρίτη σας έγραφα ότι ο Ολυμπιακός δεν είναι ακόμα καλός, αλλά είναι καλά. Δεν αλλάζω γνώμη ούτε έπειτα από όσα είδαν τα μάτια μου στο Καραϊσκάκη, στο ματς με τη Ρόζενμποργκ. Ο Ολυμπιακός με τον ΠΑΟ και τον Πανιώνιο έδειξε ότι δεν είναι ακόμα έτοιμος, αλλά είναι καλά. Με τους Νορβηγούς η ανετοιμότητά του φάνηκε πιο πολύ από τις αρετές του. Για μια ομάδα που προσπαθεί να μάθει να κάνει στο γήπεδο καινούργια πράγματα, αυτά τα σκαμπανεβάσματα ναι μεν είναι οδυνηρά, αλλά και απολύτως προβλέψιμα.
Γιατί ο Ολυμπιακός έχασε από τους Νορβηγούς; Γιατί οι Νορβηγοί ξέρουν να παίζουν το ποδόσφαιρο που η ομάδα του Σόλιντ τώρα προσπαθεί να μάθει. Οποίος παίζει σωστά ποδόσφαιρο ανάλογης λογικής, μπορεί στον Ολυμπιακό να κάνει ζημιές. Διότι ο Ολυμπιακός το ποδόσφαιρο του Νορβηγού δεν το ξέρει ακόμα. Το μαθαίνει, αλλά θέλει χρόνο.
Θεός
Ο Σόλιντ για την ώρα δεν κοουτσάρει τον Ολυμπιακό –και νομίζω πως θα περιμένουμε πολύ για να τον δούμε να το κάνει. Ο Νορβηγός προετοιμάζει την ομάδα, την προπονεί, της διδάσκει τρόπους επίθεσης (κυρίως), ψάχνει μια ισορροπημένη άμυνα, παιδεύεται να βρει σε ποιους θα στηριχθεί, κάνει πάρα πολλά, αλλά δεν κοουτσάρει. Δεν μπορεί να κοουτσάρει. Πρώτον, διότι ακόμα δεν γνωρίζει μια σειρά από ιδιαιτερότητες των ποδοσφαιριστών του και δεύτερον, διότι τον απασχολεί πολύ περισσότερο να «σχηματοποιήσει» τον Ολυμπιακό (να βρει δηλαδή τη διάταξη που ταιριάζει στην ομάδα), παρά να αλλάζει παίκτες και στρατηγικές για να πάρει αποτελέσματα. Αν ο Σόλιντ κατόρθωνε σε δύο μήνες να τα κάνει όλα δουλεύοντας με τριάντα άγνωστους παίκτες δεν θα ήταν προπονητής, θα ήταν ο Θεός.
Σεμινάριο
Κοουτσάρισμα –συχνά υποδειγματικό– έκανε πέρυσι ο Μπάγεβιτς. Στα ματς που ο Ολυμπιακός έδωσε, ειδικά στο Τσάμπιονς Λιγκ, υπήρχε πάντα μια στρατηγική: δεν αναφέρομαι σε διατάξεις και σχήματα, αλλά σε επιλογές σημαντικότερες. Στο ματς με τη Μονακό στο Καραϊσκάκη ήταν όλα προσχεδιασμένα. Οι Γάλλοι έλιωσαν από το πρέσινγκ. Η άμυνα δεν βγήκε ποτέ, για να μη δώσει στον Αντεμπαγιόρ, τον Σαβιόλα και τον Καλόν χώρους. Η τελική επίθεση έγινε μετά το 70', όταν η απόδοση της γαλλικής ομάδας στατιστικά έπεφτε και ξεκίνησε με την είσοδο τριών φρέσκων μέσων, οι οποίοι «έπνιξαν» τον αντίπαλο. Η διαχείριση του αβαντάζ που ήρθε με γκολ του Σούρερ από στημένη φάση (όπως ο προπονητής είχε προβλέψε!) ήταν για σεμινάριο: η φύσει επιθετική Μονακό δεν πάτησε περιοχή.
Πέρυσι
Το πρωταρχικό της σημασίας του κοουτσαρίσματος του Μπάγεβιτς παραδόξως (άθελά τους!) το αναγνώριζαν οι επικριτές του, οι οποίοι του καταλόγισαν την ήττα στο Λίβερπουλ μιλώντας για άστοχες επιλογές, κακή διαχείριση του ματς κ.λπ. Για εμένα αυτά είναι κουταμάρες και το ξέρετε –όμως όποιος καταλογίζει σε έναν προπονητή ήττες δεν μπορεί να μην του πιστώνει και νίκες. Οποιος λέει ότι ο Μπάγεβιτς φταίει επειδή ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε, παραδέχεται αυτόματα ότι ο Ντούσαν ήταν το «μυστικό» των καλών που είδαμε. Ηρθε φέτος η «σφαλιάρα» από τη Ρόζενμποργκ και απέδειξε ότι το αήττητο του Ντούσαν στα ματς που έχει δώσει με τον Ολυμπιακό στην Ελλάδα αποτελεί άθλο.
Λόγος
Δεν θέλω να καταδείξω το σπουδαίο της δουλειάς του Σέρβου –δεν υπάρχει λόγος. Θέλω απλώς να κάνω κατανοητή τη διαφορά, υπερασπιζόμενος τον Σόλιντ. Ο Μπάγεβιτς πέρυσι περισσότερο κοουτσάρισε παρά έχτισε. Το ίδιο «λάθος» είχαν κάνει και ο Μαντζουράκης και ο Τάκης Λεμονής: πόνταραν στη στρατηγική, ώστε να πάρουν αποτελέσματα για να κερδίσουν χρόνο και να φτιάξουν την ομάδα που ήθελαν. Η διοίκηση του Ολυμπιακού (με τις απαιτήσεις για εδώ και τώρα διακρίσεις στην Ευρώπη) τους «άδειασε» όταν χάθηκαν οι προκρίσεις, διότι τέτοιες περίμενε. Θέλω να πιστεύω πως ο Σόλιντ, ακριβώς επειδή έχασε χθες με αυτόν τον τρόπο (δηλαδή παρουσιάζοντας μια ανέτοιμη ομάδα), θα τύχει καλύτερης αντιμετώπισης. Χωρίς να μοιράζει ελπίδες πρόκρισης, θα έχει χρόνο.
Απλό
Το τι έχει συμβεί είναι απλό. Η ομάδα του περσινού προπονητή, παίζοντας με περισσότερο ενθουσιασμό και λιγότερο άγχος στο πρωτάθλημα, αφομοίωσε νωρίς κάποιες από τις πολύ βασικές αρχές του καινούργιου. Στα ματς με τον ΠΑΟ και τον Πανιώνιο έφτανε η τακτοποίησή της και η απλουστευμένη τακτική της (πρέσινγκ χαμηλά με τον ΠΑΟ, 4-3-3 με τον Πανιώνιο) για να πάρει τη νίκη. Στο Τσάμπιονς Λιγκ, στο οποίο ο βαθμός δυσκολίας είναι μεγαλύτερος, απαιτούνται πράγματα που δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να υπάρξουν: κοουτσάρισμα και στρατηγική.
Αμφιβάλλω
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι με τον Μπάγεβιτς ο Ολυμπιακός θα νικούσε τους Νορβηγούς. Είμαι βέβαιος ότι ο Ντούσαν θα έβγαζε τον Ριβάλντο, ο οποίος περπατούσε, θεωρώ ότι θα ξεκινούσε τον Καφέ αντί του Τουρέ, ο οποίος έλειπε δέκα μέρες, πιστεύω ότι θα ξεκούραζε τον «Τζόλε» με τον Πανιώνιο και πιθανότατα θα είχε αναστήσει τον πολύτιμο πέρυσι Σούρερ. Αμφιβάλλω όμως αν ο Ολυμπιακός του Μπάγεβιτς θα είχε στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό την ηρεμία που είχε με τον Σόλιντ. Και δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι με τον Μπάγεβιτς (και τις συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί) θα έπαιζε καλύτερο ποδόσφαιρο φέτος.
Στόχος
Επιμένω σε ό,τι έγραφα την Τρίτη. Η φετινή παρουσία του Ολυμπιακού στο Τσάμπιονς Λιγκ πρέπει να αξιοποιηθεί, ώστε ο κόουτς να βάλει τις βάσεις για κάτι νέο που χτίζεται. Ο ρεαλιστικός στόχος του Ολυμπιακού θα πρέπει να είναι να μάθει να παίζει φέτος την μπάλα που θέλει ο Σόλιντ: οι διακρίσεις είναι για άλλους. Το επόμενο καλοκαίρι θα πρέπει ο προπονητής να μπορέσει να βελτιώσει την ομάδα με τους παίκτες που θα ζητήσει. Και έπειτα θα κριθεί.
Ταμείο
Οποιος λέει ότι φτάνει ένας καλός ξένος προπονητής για να κάνεις ομάδα που θα σαρώσει τις νίκες στην Ευρώπη, είναι επικίνδυνα άσχετος. Κατ' αρχήν, χρειάζονται επενδύσεις. Τα περσινά δέκα εκατομμύρια ευρώ, φέτος δύσκολα θα ξανάρθουν στο ταμείο. Αλλά όταν διώχνεις αυτόν που τα έφερε, τα θες και τα παθαίνεις…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






