Να μιλήσουμε έξω απ' τα δόντια; Κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου που τελείωσε, στην ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού για ένα πράγμα υπερηφανεύονταν για τους πιτσιρικάδες, που ανταποκρίνονταν στις υψηλές αγωνιστικές απαιτήσεις και ταυτόχρονα δημιουργούσαν μια λαμπρή προοπτική για το μέλλον της ομάδας.
Σήμερα, περίπου 40 ημέρες μετά το τέλος του πρωταθλήματος, όλα αυτά έχουν καταλήξει στον κάλαθο των αχρήστων. Ο προπονητής που είχε αναλάβει το χτίσιμο του νέου μεγάλου Ολυμπιακού έφυγε, ο Σεϊμπούτις και ο Πρίντεζης, δύο από τα «χρυσά» πιτσιρίκια της ομάδας, ετοιμάζονται γι' άλλες πολιτείες, ενώ στο σύνολό της η «ερυθρόλευκη» ομάδα, που έφτασε στον τελικό του πρωταθλήματος και μισό βήμα από το φάιναλ φορ της Πράγας, αντιμετωπίζεται ως αποτυχημένη και τελεί υπό ριζική αναδόμηση...
Με λίγα λόγια, με τον νέο δρόμο που βάλθηκε να ακολουθήσει, ο Ολυμπιακός αναιρεί από μόνος του και το μοντέλο που υιοθέτησε πέρυσι, αλλά και τα κατορθώματα που πέτυχε τη μόλις πρώτη χρονιά της προσπάθειάς του να επιστρέψει στην κορυφή. Γιατί όμως;
Η απάντηση είναι πάρα πολύ εύκολη. Διότι ο Ολυμπιακός των «χρυσών» πιτσιρικάδων και της λαμπρής προοπτικής, ο Ολυμπιακός που ήδη είχε υποχρεώσει την Ευρώπη να μιλάει με θαυμασμό γι' αυτόν, μέσα στις οκτώ μέρες που κράτησε η τελική σειρά του πρωταθλήματος έχασε με 3-0 από τον «αιώνιο» αντίπαλο Παναθηναϊκό. Εκεί τελείωσαν τα πάντα και αυτομάτως άρχισε η αντίστροφη μέτρηση.
Η περίπτωση έχει πολλές ομοιότητες με τα όσα ακολούθησαν στο «στρατόπεδο» του ποδοσφαιρικού Παναθηναϊκού μετά το 3-0 από τον Ολυμπιακό στη Ριζούπολη. Με τη διαφορά ότι η ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού δεν είχε την εμπειρία που διέθετε ο Παναθηναϊκός των πολλών διεθνών παικτών, οι οποίοι ένα χρόνο αργότερα πρωταγωνίστησαν στο έπος της Πορτογαλίας.
Εκείνο που αποδεικνύεται, λοιπόν, είναι ότι η κόντρα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, είτε στο μπάσκετ είτε στο ποδόσφαιρο, έχει τη δική της λογική. Ή μάλλον, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, εκεί που τελειώνει η λογική αρχίζουν οι αναμετρήσεις ανάμεσα στους δύο «αιώνιους» αντιπάλους. Κι όποιον πάρει ο Χάρος.
Ο Γιόνας Καζλάουσκας είναι καλός προπονητής και, παρά την ταυτόχρονη απασχόλησή του στην εθνική Κίνας, το απέδειξε και στον Ολυμπιακό. Επιπλέον, ο Λιθουανός διαθέτει ήρεμο και ευγενικό χαρακτήρα, που όμως δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του «ερυθρόλευκου» λαού, ο οποίος είχε βρει το πρότυπό του στα καμώματα του Γιάννη Ιωαννίδη. Ο Καζλάουσκας αντιδρούσε πολιτισμένα ακόμα και όταν αδικείτο η ομάδα του, δεν τσίριζε, δεν χτυπιόταν, δεν προκαλούσε, δεν προβοκάριζε. Όλα αυτά δεν άρεσαν. Ήταν πολύ ξενέρωτα για έναν προπονητή που καθόταν στον πάγκο του Ολυμπιακού και από μόνα τους είχαν θέσει τον Λιθουανό εν αμφιβόλω. Όταν, μάλιστα, ο Καζλάουσκας έκανε το «λάθος» να συνδέσει τα επεισόδια του τρίτου τελικού με εκείνα που είχαν προηγηθεί στο ΣΕΦ, ουσιαστικά έθεσε αυτόν εκτός ομάδας.
Νομίζω ότι οι υποχρεώσεις του με την εθνική Κίνας ήταν ένα πολύ καλό εύρημα και για τις δύο πλευρές, για να λάβει τέλος η μεταξύ τους συνεργασία. Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, έμεινε χωρίς προπονητή, αλλά όχι για πολύ. Ο Πίνι Γκέρσον, τρεις φορές πρωταθλητής Ευρώπης με τη Μακάμπι, συμφώνησε στα γρήγορα με τους «ερυθρόλευκους» κι έτσι στα 60 του χρόνια θα δουλέψει για πρώτη φορά εκτός Ισραήλ. Η επιλογή με βάση τα δεδομένα ήταν κορυφαία και αποστομωτική. Για όλα τα υπόλοιπα το μέλλον θα δείξει...
Όταν προσλαμβάνεις έναν προπονητή, οφείλεις να ξέρεις και σε τι θεό πιστεύει. Ο Καζλάουσκας ήταν δάσκαλος, κατάλληλος για να χτίσει μια νέα ομάδα με πολλούς νεαρούς ταλαντούχους παίκτες. Ο Ολυμπιακός πέρυσι έκανε μια πολύ σοβαρή επένδυση προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά ξαφνικά φέτος πήρε έναν προπονητή που δεν εμπιστεύεται το νέο αίμα. Θέλει έτοιμες λύσεις, από παίκτες μεγάλης εμπειρίας, που θα του αποδώσουν αμέσως. Αλλωστε, το ότι ο Γκέρσον δεσμεύτηκε με συμβόλαιο ενός έτους τα λέει όλα: πρωτάθλημα εδώ και τώρα!
Σε περιπτώσεις σαν κι αυτήν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου εύκολα. Ταυτόχρονα, το οικονομικό κόστος εκτινάσσεται σε δυσθεώρητα ύψη. Όσο για τον κίνδυνο, είναι απολύτως ορατός: απογοήτευση του κόσμου και ενδεχομένως και της διοίκησης. Το ένα, δηλαδή, χειρότερο από το άλλο...
Νομίζω, λοιπόν, ότι ο Ολυμπιακός έκανε λάθος που άλλαξε στρατηγική και από τη λογική της ομάδας με τον σταθερό πυρήνα των νέων ταλαντούχων παικτών μεταπήδησε στην ετοιματζίδικη λογική των ακριβοπληρωμένων λεγεωνάριων. Διότι, έτσι κι αλλιώς, το ραντεβού με την επιτυχία δεν μπορεί να έρθει μέσα σε ένα χρόνο, οπότε ασφαλώς θα ήταν καλύτερο αν συνέχιζε με κάποιες διορθωτικές κινήσεις την προσπάθεια που ξεκίνησε πέρυσι, αντί να τη διαγράψει και να πει «φτου κι απ' την αρχή».
Για να πω την καθαρή μου αλήθεια, όταν χώρισε με τον Καζλάουσκας, πίστεψα ότι ως νέο προπονητή του θα έπαιρνε τον Γιαννάκη. Οχι τόσο για τα κατορθώματά του στην Εθνική, όσο για το εξαιρετικό πρόγραμμα που δημιούργησε στο Μαρούσι, με μια απίστευτη σχέση κόστους και αποτελέσματος. Με λίγα λόγια, ο «δράκος», που όλα αυτά τα χρόνια έδωσε ρεσιτάλ στην αξιοποίηση ταλαντούχων (Σπανούλης), αλλά και σχετικά μέτριων παικτών, ήταν ο πιο κατάλληλος για να συνεχίσει, με αυξημένες απαιτήσεις, την προσπάθεια που ξεκίνησε πέρυσι ο Ολυμπιακός. Και για να μη μασάω τα λόγια μου, ομολογώ ότι ετοιμαζόμουν να τον αποχαιρετήσω με πόνο ψυχής από την Εθνική ομάδα, στην οποία δεν θα μπορούσε να παραμείνει, μιας και ο Ολυμπιακός δεν είναι Μαρούσι.
Πίνι Γκέρσον, λοιπόν, και τα μυαλά στα κάγκελα! Με Ντόμερκαντ, αλλά και Στακ! Επίσης, με Μασιγιάουσκας, αλλά και όποιον άλλον ονομαστό και ακριβοπληρωμένο είναι διαθέσιμος στην αγορά. Για να μπει τέλος στην κυριαρχία του Παναθηναϊκού και να εξασφαλιστεί μια θέση στο φάιναλ φορ, που ο «αιώνιος» αντίπαλος θα διοργανώσει την επόμενη άνοιξη στο ΟΑΚΑ.
Απέναντι σε αυτή την «ερυθρόλευκη καταιγίδα» οι «πράσινοι» δεν δείχνουν να χάνουν την αυτοκυριαρχία τους. Όταν είδαν ότι δεν μπορούσαν να πάρουν τον Ζήση, «έκλεισαν» στα γρήγορα τον Σισκάουσκας και μετά έφεραν πίσω τον Ντικούδη, τον οποίο από πέρυσι είχαν «παρκάρει» στη Βαλένθια. Τώρα ασχολούνται με τον Γιαβτόκας για να λύσουν το χρονίζον πρόβλημα του σέντερ και μετά θα ψάξουν για έναν κοντό, που θα καλύψει το κενό που άφησε ο Λάκοβιτς.
Η ομάδα τους, δουλεμένη εδώ και χρόνια από τον ίδιο προπονητή και στηριγμένη σε μια σταθερή βάση Ελλήνων (ως επί το πλείστον) παικτών, είναι σε θέση να αφομοιώσει τις απαιτούμενες προσθήκες και να κάνει γρήγορα ένα βήμα εμπρός. Αυτό το μοντέλο φάνηκε να ζηλεύει πέρυσι ο Ολυμπιακός, αλλά γρήγορα αποδείχτηκε ότι δεν είχε την απαιτούμενη υπομονή για να το ακολουθήσει μέχρι το τέλος.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






