Δεν θα ασχοληθώ με το «ευτυχώς που αυτή η ήττα ήρθε τώρα», για το ματς της ΑΕΚ με το Χαϊδάρι. Πρέπει να το έχω διαβάσει στη διάρκεια προετοιμασίας μέχρι και 10 χιλιάδες φορές στη ζωή μου. Το μόνο που κανείς δεν μου έχει εξηγήσει είναι γιατί ένας προπονητής δεν έχει βγει να δηλώσει πριν από το ματς «στόχος μας είναι η ήττα», για να πάρω στα σοβαρά το «ευτυχώς που χάσαμε». Αν στις νίκες λέμε «η ομάδα βρίσκει τον δρόμο της» και στις ήττες «ευτυχώς που χάσαμε», τότε πότε είμαστε δυστυχισμένοι; Στις ισοπαλίες;
Το ερώτημα για το ματς με το Χαϊδάρι είναι τι άλλαξε από το ματς με την Μπενφίκα. Αλλαξαν δύο παίκτες. Ο Λυμπερόπουλος και ο Εμερσον είναι οι παίκτες-βαρόμετρα. Είναι οι παίκτες που έχουν την ψυχή να γυρίσουν ένα παιχνίδι μέσα στο γήπεδο όταν δείχνει να στραβώνει. Αντίθετα, ο Τραϊανός Δέλλας, που πλασάρεται σαν ηγέτης, από τον πάγκο τι να κάνει; Να φωνάζει «πάμε γερά»; Το έκανε στον Ολυμπιακό ο Τάσος ο Μητρόπουλος και μάλιστα πιο οικονομικά. Να τον σέβονται οι μικροί επειδή ήταν στην Εθνική που κατέκτησε το Euro το καταλαβαίνω, αλλά πέραν τούτου τα υπόλοιπα είναι για να βρεθεί ρόλος.
Ενα ερώτημα που έχω για τη φετινή ΑΕΚ είναι «πόσο γρήγορα θα παίζει πια αυτή η ομάδα;». Πέρυσι δεν θυμάμαι τον Σάντος να φωνάζει «παιδιά, κοιτάξτε να παίζετε αργά για να μη φάμε κλήση». Γρήγορα τους ζητούσε να παίζουν και μάλιστα είχε μαλλιάσει η γλώσσα του να ζητάει από τους πλάγιους γρήγορες επιστροφές. Φέτος ο Σέρα Φερέρ, όπως κάθε προπονητής, γρήγορα τους ζητάει να παίξουν. Δηλαδή τι να κάνουν για να παίξουν γρηγορότερα; Επιθετικότερα το καταλαβαίνω, αλλά πιο γρήγορα ξεπερνάει την αντίληψή μου. Πού θα τη βρουν την παραπάνω ταχύτητα; Το μόνο που μου θυμίζει είναι το ανέκδοτο με τον 70άρη, που πηγαίνει στον σεξολόγο και του λέει: «Γιατρέ μου, πριν από μισό χρόνο προσπαθούσα να το λυγίσω και ήταν αδύνατον. Σαν σίδερο ήταν. Τον τελευταίο καιρό το παίρνω στο χέρι και το δένω κόμπο. Γιατρέ μου, πού τη βρήκα τέτοια δύναμη;». Πού τη βρήκαν τέτοια ταχύτητα φέτος;
Αντίθετα, στον Ολυμπιακό από τη στιγμή που μπαίνει ο Καστίγιο, μπαίνει η ταχύτητα. Και χάνεται η λογική. Αυτό το παιδί μου θυμίζει όχι ανέκδοτο, αλλά την πραγματική ιστορία του φίλου μου του Γιαννάκη, που τα είχε φτιάξει με μια γκόμενα από τον Πειραιά. «Είμαστε μαζί στο κρεβάτι και της κάνω φοβερά πράγματα», μου έλεγε την ιστορία ο Γιαννάκης. «Το κορίτσι έχει παλαβώσει. Σε μια στιγμή σηκώνει το κεφάλι και μου λέει: ρε Γιαννάκη, θα κάνεις τώρα τίποτα της προκοπής;». Πραγματικά ο Καστίγιο συνέχεια κάνει φοβερά πράγματα. Μόνο που σπάνια κάνει κάτι της προκοπής και το καταλαβαίνουν όλοι όσοι είναι μέσα στο γήπεδο, εκτός από αυτούς που έχουν εγκαταλείψει τον εγκέφαλό τους στο Αλφα του Κενταύρου. Και στο γήπεδο υπάρχουν αρκετοί.
Μιάμιση ώρα μετά το ματς του Ολυμπιακού με τη Ρεάλ Σοσιεδάδ το Καραϊσκάκη είχε ερημώσει. Έξω από τη θύρα 33 μια μοναχική φιγούρα, φορώντας τη φανέλα του Καστίγιο, ζωντάνευε τη νύχτα με τις ακροβατικές της επιδείξεις. Από την ντάγκλα πήγαινε και ερχόταν από το γήπεδο στο πάρκινγκ και για να στρίψει χρειαζόταν περισσότερο δρόμο από τριαξονικό. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν αν μπήκε στεγνός στο γήπεδο και «έγινε» μέσα, τι βρήκε και έφτασε να γίνει έτσι; Τη μηνιαία παραγωγή της Sandoz σε βαρβιτουρικά ή τη μισή κάβα του Ανθίδη; Και πώς μπορείς να απαιτείς από έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση λογική; Ετσι όπως ήταν το παλικάρι, αν τον ρώταγες τι ομάδα ήταν, μπορεί να σου δήλωνε «Σοσιεδάδ».
Στο σημείο, λοιπόν, της δημιουργίας κερκίδας, που εντάξει να φωνάζει και να κατεβάζει και κανένα καντήλι, αλλά να μη σβήνουν τα φώτα και λάμπει στη νύχτα από τα χημικά, πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα στον Ντέμη Νικολαΐδη. Έχασε εισιτήρια, πλακώθηκε, έγινε κακός με κόσμο, αλλά συνέχισε να προσπαθεί να φτιάξει μια κερκίδα που θα συμπεριφέρεται ανθρώπινα –και εν πολλοίς το πέτυχε. Οσο για την ιστορία με τα παιδάκια, που δεν τα άφηναν να μπουν στο φιλικό με την Μπενφίκα, με την πρώτη ακούγεται σαν διοικητική αναλγησία, αλλά με τη δεύτερη έχει λογική.
Από τη δεκαετία του '30 στα ελληνικά γήπεδα υπάρχει το κεκτημένο δικαίωμα του γονιού να παίρνει το παιδί του μαζί χωρίς εισιτήριο. Ενίοτε χωρίς να είναι παιδί του... Το «θείε, θείε, πάρε με μαζί σου μέσα» ήταν η κλασική φράση των πιτσιρικάδων που περίμεναν έξω από τις πόρτες για να μπουν, με ορισμένες φορές τραγελαφικά αποτελέσματα: ξανθοί τριαντάρηδες να λένε «άσε το παιδί, δικό μου είναι» και το παιδί να έχει περάσει περιοδεύων και να έχει μεγαλώσει σε τσαντίρι της Santa Barbara.
Με τις τσιμεντένιες κερκίδες δεν υπήρχε πρόβλημα. Το «άντε, ρε παιδιά, να στριμωχτούμε για να χωρέσει και ο μικρός» ήταν μια στάνταρ φράση των γηπέδων. Έδινε ο καθένας 10 πόντους από τον ζωτικό του χώρο και βολεύονταν όλοι. Από τότε, όμως, που μπήκαν πλαστικά καρεκλάκια δημιουργήθηκε πρόβλημα. Ο πιτσιρικάς πρέπει να κάθεται σε καρέκλα –αν υπάρχει ελεύθερη– ή να βολεύεται στα πόδια του γονιού του. Τώρα το πρόβλημα ασφάλειας με τον μικρό δεν είναι ότι θα κάνει κάτι, αλλά ότι αν γίνει ντου στην κερκίδα ο κόσμος που θα προσπαθήσει να απομακρυνθεί θα χρησιμοποιήσει τον διάδρομο. Με μεγάλες πιθανότητες να παρασύρει τον πιτσιρικά και να τον κάνει σαν τη γάτα Ζουζού όταν προσπάθησε να περάσει Σαββατόβραδο τη Συγγρού. Πλάκα. Και μετά όλοι εμείς οι δημοσιογράφοι θα τα χώνουμε, χαρούμενοι που στα ελληνικά γήπεδα δεν παίρνουν μέτρα ασφαλείας.
Τώρα μπορεί να πει κάποιος: «Στο ματς με την Μπενφίκα θα γίνονταν όλα αυτά, ρε Πανουτσάκο; Είκοσι χιλιάδες είχαν πάει και δεν υπήρχε λόγος να πλακωθούν». Σωστά. Μόνο που τότε θα πρέπει να δημιουργηθεί μια επιτροπή και να διαχωρίζει τα ματς σε κατάλληλα και ακατάλληλα διά ανηλίκους. Οπότε η ιστορία γίνεται γελοία. Αφού δεν τα γεμίζουμε τα γήπεδα, ας κοιτάξουμε να έρχονται οι πιτσιρικάδες, αλλά χωρίς να μπαίνουν σε κίνδυνο.
Η παιδική κερκίδα έχει λογική αν τα εισιτήρια πωλούνται σε ζευγάρια. Ενα για τον γονιό και ένα για το παιδί. Να κάθονται μόνα τα παιδιά, αμφιβάλλω ότι κάποιος πατέρας θα έστελνε το οκτάχρονο παιδί του μόνο του στην κερκίδα με οδηγίες επιβίωσης. «Οταν ο μυστήριος στο κέντρο του γηπέδου σάς δώσει το σύνθημα να κάνετε χεράκια, κανένα πρόβλημα. Οταν τραγουδάνε το τραγουδάκι για τη μαμά ενός κυρίου που τον λένε Κόκκαλη, μπορείς κι εσύ να τραγουδάς, αλλά χωρίς τα κακά λογάκια. Και αν κάποιος κύριος έρθει και σου σφίξει το μπουτάκι λέγοντάς σου ότι έχεις καλύτερους τετρακέφαλους από τον Καπετάνο, να φωνάξεις αμέσως αστυφύλακα».
Το εντυπωσιακό στις δηλώσεις του Νικολαΐδη ήταν ότι τα διαρκείας θα διατίθενται μέχρι τη 18η Αυγούστου, για να τιμήσει τα περισσότερα από 10 χιλιάδες άτομα που αγόρασαν εισιτήρια χωρίς να περιμένουν να δουν τις μεταγραφές και αν η ΑΕΚ θα προκριθεί. Ειλικρινά, το πιστεύω ότι αν κάνεις μια προσφορά πρέπει να τιμάς όσους την προτίμησαν. Διαφορετικά είναι σαν τις προσφορές των τηλεμάρκετινγκ με τα «μοναδική ευκαιρία μόνο για σήμερα, ένα ηλεκτρικό σίδερο που ψήνει και μπριζόλες», και το βλέπεις να παίζει μια δεκαετία.
Από την άλλη, πάλι μπλέχτηκα με τον αριθμό των διαρκείας, με τον οποίο βγάλαμε ένα όμορφο καλοκαίρι. Το «περισσότερα από 10 χιλιάδες άτομα», που είπε ο Νικολαΐδης, φυσικά μπορεί και να είναι και ο πληθυσμός της Κίνας. Συνήθως, όμως, όταν λέμε «πάνω από 10 χιλιάδες» δεν εννοούμε 14. Ας πούμε 11. Ας είμαστε άνετοι να πούμε 12. Ποτέ όμως 14. Από τα 12 αυτά ας αφαιρεθούν τα περίπου 1.000 επιπλέον παιδικά διαρκείας, που αγοράστηκαν όχι από τα παιδιά, αλλά υποχρεωτικά από τους γονείς για να τα παίρνουν μαζί τους στο γήπεδο. Οπότε πόσα διαρκείας ενηλίκων διατέθηκαν φέτος; Να τα κόψω στα 11 χιλιάρικα και να τα τυλίξω σε πακέτο; Τα ερωτήματα για τα διαρκείας φυσικά αφορούν το αρμόδιο τμήμα της ΠΑΕ ΑΕΚ και λαμβάνονται υπ' όψιν μόνο επώνυμες απαντήσεις υπαλλήλων του ή παραγόντων της διοίκησης. Αν βαριούνται να απαντήσουν, κανένα πρόβλημα. Να δουν εγώ πόσο έχω βαρεθεί αυτή την ιστορία…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






