Παλαιότερες

Με το φτωχό μου το μυαλό, λέω εγώ (Sportday / Αντώνης Πανούτσος)

Τι νόημα έχει η ζωή χωρίς «Γκαλέα»; Από τη μέρα που κάηκε το μαγαζί, ο Ντάνι αποφάσισε να φύγει, ο Λέμενς έχει πάρει τον στυλό για να υπογράψει τη λήξη του συμβολαίου του, ενώ ο Καστίγιο τραυματίστηκε και κάνει παρέα στον Μπουλούτ, ο οποίος ήταν η κολλητή παρέα του, όταν κατέβαινε για σουαρέ.

Ο Νέρι Καστίγιο ήταν τυχερός, αφού το τάκλιν του Λαμπριάκου δεν τον πήρε πόδι-πόδι, αλλά ο ώμος του παίκτη της Ξάνθης τον σήκωσε στον αέρα και ο τραυματισμός προέκυψε στην προσγείωση. Από την τηλεόραση φάνηκε ότι ο Καστίγιο είχε χτυπήσει ψηλά στον μηρό, οπότε το πιθανότερο ήταν ότι επρόκειτο για αιμάτωμα. Το εντυπωσιακό, όμως, ήταν ότι μετά τον τραυματισμό του ο Καστίγιο δεν έψαξε την αντεκδίκηση. Δεν κλάδεψε ούτε τον Λαμπριάκο ούτε κάποιον άλλον παίκτη της Ξάνθης. Εμεινε μερικά λεπτά στον αγωνιστικό χώρο, είδε ότι δεν μπορεί να συνεχίσει και αποχώρησε κυριλέ. Η συμπεριφορά ήρθε και έδεσε με τα λόγια του Ηλία, του ιδιοκτήτη του «Αρζεντίνα». Είναι η τσουρασκαρία στο Καλέτζι, όπου συχνάζουν σχεδόν όλοι οι Λατινοαμερικανοί ποδοσφαιριστές. «Από την πρώτη μέρα που τον είχα δει, είχα μείνει με ανοιχτό το στόμα από την μπάλα που ήξερε. Φέτος δείχνει ότι έβαλε και μυαλό και θα παίξει ανάλογα με το ταλέντο του», μου έλεγε το βράδυ της Κυριακής ο Ηλίας. Ο οποίος πρόσθεσε κάτι που όλοι έχουν να το λένε: «Μια μέρα στο μαγαζί, κοιτάζοντας τα τραπέζια, είδα ένα γνωστό πρόσωπο. Κοιτάω προσεκτικότερα και βλέπω ότι είναι ο Ριβάλντο. Πήγα στο τραπέζι, του είπα ότι είναι τιμή μας που τον έχουμε πελάτη και είμαι βέβαιος ότι αν δεν είχα πάει, ούτε που θα το είχαμε καταλάβει». Ο Ριβάλντο πρέπει να είναι η μεγαλύτερη αντιβεντέτα που έχει εμφανιστεί. Λένε -και μια φορά το έχω παρακολουθήσει προσωπικά- ότι όσο κουρασμένος και βιαστικός κι αν είναι, ποτέ δεν έχει πει «όχι» σε άνθρωπο που του ζήτησε αυτόγραφο ή να φωτογραφηθεί μαζί του. Αντίθετα με κάτι δικά μας παλικάρια, οι οποίοι ενώ είναι διεθνείς και έχουν έστω μία ηθική υποχρέωση, κατεβάζουν το κεφάλι και εξαφανίζονται λες και τους κυνηγούν.

Αθλητές οι οποίοι ήταν φοβικοί με το κοινό ή απλώς γαϊδούρια υπήρξαν φυσικά παγκοσμίως. Ο Μίκι Μαντλ, το αστέρι των Γιάνκις τη δεκαετία του '50, λέγεται ότι μια φορά που καθόταν στο πούλμαν της ομάδας περιμένοντας να φύγουν και ένας πιτσιρικάς άπλωσε το χέρι με το τετράδιο για αυτόγραφο, έκλεισε το παράθυρο στο χέρι του μικρού. Αλλοι χρειάζονται έναν «εχθρό» για να ανεβάζουν αδρεναλίνη και βρίσκουν το κοινό για να φτιαχτούν. Και ορισμένοι, όπως ο Νίκος Λυμπερόπουλος και ο Μιχάλης Κωνσταντίνου, έχουν το σύνδρομο «Μπάρι Μποντς». Του μπεϊζμπόλερ των Σαν Φρανσίσκο Τζάιαντς, ο οποίος δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο κόσμος ενδιαφέρεται για οτιδήποτε άλλο κάνει, εκτός από αυτό που βλέπει στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο ενδιαφέρουσα κατηγορία αθλητών που είναι φοβικοί με το κοινό είναι αυτοί που υποτιμούν τη δυνατότητά τους να εκφράζουν τη σκέψη τους. Κλασικό παράδειγμα, ο Γιώργος Καραγκούνης. Ο οποίος -αν το έχετε παρατηρήσει- στις σπάνιες φορές που κάνει δηλώσεις έχει μια ιδιότυπη συνήθεια. Συνηθίζει μετά την ερώτηση να αφήνει ένα δευτερόλεπτο για σκέψη και ύστερα να απαντάει. Το χρονικό κενό, σε συνδυασμό με το ότι ο Καραγκούνης κοιτάζει στο άπειρο για να συγκεντρωθεί, έχει παρατηρηθεί από πολλούς ως έλλειψη ευφυΐας. Το αποτέλεσμα είναι ο «Κάρα» να έχει σταματήσει να κάνει δηλώσεις. Την προηγούμενη εβδομάδα πριν από το ματς της Εθνικής είχε σκεφτεί να κάνει δηλώσεις ξεκαθαρίζοντας τα σχέδιά του για το μέλλον. Τελικά, περισσότερο από φοβία και λιγότερο επειδή ήθελε να κρατήσει κάτι μυστικό, οι δηλώσεις ματαιώθηκαν.

Η διάθεση ενός ανθρώπου να λέει έξω από τα δόντια τη γνώμη του εξαρτάται και από τον τόπο που έχει γεννηθεί. Ορισμένοι λαοί προτιμούν το ψέμα από την αλήθεια. Πέρυσι, ο Κώστας Κατσουράνης είχε δηλώσει πριν από το ματς με τον Ολυμπιακό ότι ποτέ δεν είχε πει ότι η ΑΕΚ θα πάρει το «διπλό» στο Καραϊσκάκη. Μια ασυνήθιστη θέση για Ελληνα παίκτη, που ακόμα και όταν του βάζουν στο στόμα μούφα δήλωση, αν ακούγεται γκαγκάν υπέρ της ομάδας τους, δεν τη διαψεύδει. Αντίθετα, οι Βορειοευρωπαίοι και ειδικά οι Σκανδιναβοί έχουν συνηθίσει από τη χώρα τους να λένε την αλήθεια, γνωρίζοντας ότι δεν θα υπάρχουν επιπτώσεις. Δεν έχετε παρά να διαβάσετε τη συνέντευξη του Τροντ Σόλιντ στην Ευγενία Κουντούρη.

Ο Νορβηγός φυσικά αποφεύγει να προσβάλει κάποιον από τους παίκτες του, δηλώνοντας ότι σε crash test κάθε παίκτης του Ολυμπιακού είναι ανώτερος από κάθε παίκτη του Παναθηναϊκού. Κατά τ' άλλα, ο Νορβηγός λέει τη γνώμη του. Οτι η δήλωση του Σωκράτη Κόκκαλη για φιλοδοξίες να φτάσει ο Ολυμπιακός μέχρι τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ αφορούν το δικαίωμα του ανθρώπου να έχει όνειρα στη ζωή του και πως στην ευρωπαϊκή πορεία μεγάλο ρόλο θα παίξει η κλήρωση. Οχι ιδιαίτερα συνηθισμένη δήλωση. Οι περισσότεροι προπονητές δηλώνουν ότι δεν τους ενδιαφέρει ο αντίπαλος που θα κληρωθούν. Αλλο ότι ανεβάζουν 160 σφυγμούς την ώρα που ανοίγουν τα μπαλάκια...

Αν υπάρχει ένα θέμα για το οποίο θα απέφευγε να μιλήσει ο Σόλιντ, αυτό αφορά τα σχέδιά του μετά το τέλος της φετινής σεζόν. Στις συζητήσεις του, όμως, με τους φίλους του δεν φοβάται να χρησιμοποιεί την έκφραση «όταν το συμβόλαιό μου τελειώσει φέτος το καλοκαίρι». Η διάθεση του Νορβηγού να ολοκληρώσει τη φετινή σεζόν και μετά να την κάνει είχε φανεί και σε παλιότερη συνέντευξη Τύπου, όταν είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν μιλάει για σχέδια μετά το τέλος του συμβολαίου του. Οσο για το πού θα ήθελε να συνεχίσει, ο Σόλιντ έχει βάλει στόχο τη Γαλλία, αλλά το όνειρό του είναι μία μέρα να κοουτσάρει ομάδα της Πρέμιερσιπ.

Και πριν κάποιος σκεφτεί ότι ο Σόλιντ κακώς αφήνει τις σκέψεις του να γίνουν γνωστές και πως αυτοί που τις γράφουν το κάνουν για να βλάψουν τον Ολυμπιακό, το μόνο που βλάπτει είναι το ψέμα και η προσπάθεια ωραιοποίησης της πραγματικότητας. Καράβια που διασταυρώνονται στο σκοτάδι είναι οι διοικήσεις και οι παράγοντες. Τη μία μέρα ο προπονητής είναι ο μεγάλος δάσκαλος που οι παίκτες κρέμονται από τα χείλη του και την επομένη είναι ο δειλός που δεν άφηνε την ομάδα να παίξει τη θεαματική μπάλα που μπορεί. Και αν ο Φερνάντο Σάντος αυτή τη στιγμή φτερνίζεται, έχει απόλυτα δίκιο...

Οπως απόλυτο δίκιο είχε ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος, όταν έλεγε ότι περιμένει πρόταση από την Ιταλία και μόνο αν δεν έρθει θα ασχοληθεί με το πάθος του. Το θέατρο. Ο Δημήτρης είχε βάλει όριο το τέλος της μεταγραφικής περιόδου, πριν ξεκινήσει μια νέα καριέρα στο σανίδι. Τελικά η πρόταση ήρθε και ήταν από την Ασκολι. Το ερώτημα τώρα είναι κατά πόσον ο μεγαλύτερος εστέτ του ελληνικού ποδοσφαίρου θα μπορεί να προσαρμοσθεί στην γκρίζα πραγματικότητα του ιταλικού Νότου. Για να το κάνουμε πενηνταράκια, πώς είναι δυνατόν ο «Ελέ», ο πρόεδρος του κόμματος του φραπέ και άρχοντας του Τουρκολίμανου, να μπορέσει να προσαρμοστεί σε ένα κωλοχώρι όπως το Ασκολι. Γίνεται. Αν το δει σαν στούντιο με τη μέθοδο του Στανισλάφσκι.

Για βιβλίο συστήνεται το «Θα σε πάρω να φύγουμε» ή το «Δεν φοβάμαι» του Nicolo Amaniti. Μια εσωστρεφής ματιά στη μελαγχολία της ιταλικής επαρχίας που δένει με τις ταινίες του Ντίνο Ρίτσι και με τη μουσική του Ρότα. Προτεινόμενη ενδυμασία είναι το γκρίζο κοστούμι, με ανοιχτό άσπρο πουκάμισο και μποτίνια πάνω από τον αστράγαλο, που θα αφήνουν να φανεί η μαύρη μάλλινη κάλτσα, όταν ο «Ελέ» πίνει τον εσπρέσο του στο καφέ της πλατείας. Στο βλέμμα κάτι το αφηρημένο, στη φωνή κάτι το βραχνό και στην κίνηση μια αδιόρατη νωχέλεια, σαν να κινείται μέσα στο πλήθος, μένοντας όμως μόνος. Ας τα κάνει όλα αυτά ο «Ελέ» και αν δεν μείνει στην ανάμνηση των οπαδών της Ασκολι σαν ο μεγαλύτερος τερματοφύλακας που έπαιξε ποτέ στην ομάδα, είναι βέβαιο ότι θα περάσει σαν το μεγαλύτερο νούμερο που έμεινε ποτέ στην πόλη.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x