Παλαιότερες

Όμηροι των οργανωμένων (Sportday / Αντώνης Πανούτσος)

Ο Ντέμης Νικολαΐδης είχε πάντα άριστες σχέσεις με τον χώρο των οργανωμένων. Γνώρισε τη Δέσποινα Βανδή σε χορό της «Οriginal», έκανε τη βόμβα τατουάζ στο μπράτσο και πανηγύρισε τα γκολ του σκαρφαλωμένος στα σύρματα της σκεπαστής. Το ότι αποφάσισε να έρθει σε ρήξη με τον χώρο των οργανωμένων κάνει την απόφαση αξιοσημείωτη. Για να προχωρήσει, όμως, η εξάλειψη των φαινομένων της βίας πριν η αντίσταση του Νικολαΐδη καμφθεί, χρειάζονται σύμμαχοι. Και ο μόνος χώρος που μπορούν να βρεθούν είναι στη Σούπερ Λίγκα και όχι στις άτολμες διοικήσεις των ομάδων.

Οι ιδιοκτήτες των ομάδων εν πολλοίς είναι όμηροι των οργανωμένων. Η Λάρισα, για παράδειγμα, γνωρίζοντας τον κίνδυνο των επεισοδίων, έδωσε εισιτήρια στους οπαδούς του ΠΑΟΚ. Ο λόγος ήταν ότι η διοίκηση της Λάρισας ήθελε να αποφύγει τη μουρμούρα των δικών της οργανωμένων, αφού αν δεν έδινε εισιτήρια στον ΠΑΟΚ, δεν θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν στη Θεσσαλονίκη το ματς του δεύτερου γύρου. Το ίδιο ισχύει για όλες τις ομάδες που έχουν οργανωμένους που τους ακολουθούν στα εκτός έδρας ματς. Οι πρόεδροι και ιδιοκτήτες τους ξέρουν ότι αν αρνηθούν να παραλάβουν εισιτήρια για ματς εκτός έδρας, θα συναντήσουν αντίδραση από τους συνδέσμους. Το άλλο πρόβλημα είναι η απληστία των ιδιοκτητών των μικρών ομάδων. Οι οποίοι είναι πρόθυμοι να διαθέτουν εισιτήρια σε οργανωμένους των αντιπάλων κατά κανόνα σε τσιμπημένες τιμές αδιαφορώντας για τα επεισόδια που θα συμβούν στις πόλεις τους. Η Σούπερ Λίγκα λοιπόν έχει τη δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να προχωρήσει σε μέτρα που οι ιδιοκτήτες δεν παίρνουν λόγω απληστίας ή από τον φόβο της αντίδρασης.

Η διάθεση εισιτηρίων σε μπλοκ πρέπει να απαγορευτεί στους συνδέσμους των οργανωμένων. Στο επιχείρημα ότι όλα τα μέλη δεν είναι αλήτες να αντιπαραθέσω το επιχείρημα ότι και σε άλλες οργανώσεις όλα τα μέλη τους δεν είναι αλήτες. Οι σύνδεσμοι μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν. Τα μέλη τους θα μπορούν να πηγαίνουν στο γήπεδο. Αλλά εισιτήρια σε μπλοκ κομμένα. Τα μέλη των συνδέσμων δεν είναι όλα αλήτες, αλλά οι αλήτες που κάνουν τα επεισόδια παίρνουν εισιτήρια από τα μπλοκ που δίνονται στους συνδέσμους.

Η Σούπερ Λίγκα να ζητήσει από τα μέλη της να σταματήσουν τη φάμπρικα των οργανωμένων. Και εάν δεν μπορεί να το επιβάλει, sorry αλλά αμφιβάλλω για τον λόγο ύπαρξής της -εκτός του να είναι φορέας εξεύρεσης πόρων για τα μέλη της. Ενα θέμα που αφορά και μόνο τους ίδιους και όχι τους φιλάθλους, πόσω μάλλον τους πολίτες, που από το σούπερ πρωτάθλημα που διοργανώνουν το αντιλαμβάνονται στις τζαμαρίες των μαγαζιών τους και τα παρμπρίζ των αυτοκινήτων τους.

Οι παλιοί μου συμμαθητές το θυμούνται. «Από τότε που ήσουνα μικρός ήθελες να γίνεις δημοσιογράφος». Με πάθος. Ενδιαφερόμουν μόνο για μαθήματα όπως η Ιστορία και η Έκθεση. Τελείωσα το Γυμνάσιο νομίζοντας ότι η διαφορά ανάμεσα στη Φυσική και τη Χημεία είναι ότι η πρώτη εξετάζει φαινόμενα και αντικείμενα όταν είναι ζωντανά και η δεύτερη όταν έχουν ψοφήσει. Έγραψα το πρώτο μου κείμενο στο «Φως» σε ηλικία 16 ετών. Οταν το αριστούργημά μου «Α.Ο. Λιοσίων - Αργυρούπολη» δημοσιεύτηκε, την επόμενη μέρα προχωρούσα στους δρόμους περιμένοντας κάποιον να με αναγνωρίσει. Συμπερασματικά, με τη δημοσιογραφία ήμουν ψωνισμένος. Ήθελα να δουλεύω βραδινή βάρδια, να πηγαίνω στο Minuit της Σκουφά με τους παλιούς στις τρεις η ώρα το πρωί και να τους ακούω να μιλάνε για τα προβλήματα του κλάδου, σε μια εποχή που δεν είχα κανένα πρόβλημα. Και επειδή ήμουνα καψούρης με αυτή τη δουλειά μπορώ να θυμάμαι ένα πράγμα. Τη σχέση αγάπης-μίσους που έχει ο πιτσιρικάς με τους δημοσιογράφους.

Οι δημοσιογράφοι μπαίνουν τζάμπα στο γήπεδο ενώ εσύ πληρώνεις. Τους ξέρει όλος ο κόσμος ενώ είσαι άγνωστος. Πληρώνονται για να λένε τη γνώμη τους ενώ τη δική σου δεν θα την άκουγαν ακόμα και να πλήρωνες. Μιλάνε με παίκτες, προπονητές και παράγοντες που σε εσένα δεν θα έδιναν σημασία. Κλεισμένοι στον δικό τους κόσμο, μιλώντας στη δική τους γλώσσα, ανήκουν σε μια κάστα που δεν δέχεται παρά τους όμοιούς τους. Και όπως οι μεγάλες αγάπες, η σχέση δημοσιογράφου και κοινού μπορεί εύκολα να εξελιχθεί σε αβυσσαλέο μίσος. Χωρίς να βοηθάει, αν κάποιοι συνάδελφοι που είχαν την καψούρα από μικροί μπορούν να ξαναθυμηθούν τον τρόπο που έβλεπαν τη δημοσιογραφία, τότε θα καταλάβουν και κάποιες από τις επιθέσεις των οπαδών. Ενας από τους λόγους είναι ο φθόνος του στερημένου προς τον προνομιούχο.

Αναφέρομαι φυσικά στις επιθέσεις που δεν είναι προσχεδιασμένες. Τις συνηθισμένες πριν ή κατά τη διάρκεια των αγώνων, όταν ο περισσότερο υστερικός της κερκίδας θα σηκωθεί, θα αρχίσει να φωνάζει «Βλέπετε τι γίνονται, αλλά δεν τα γράφετε» και ταυτόχρονα θα κοιτάζει τους διπλανούς του περιμένοντας να συμφωνήσουν για να πάρει τη δύναμη του πλήθους. Το «βλέπετε τι γίνεται και δεν τα γράφεται» στην πραγματικότητα δεν σημαίνει και πολλά από αυτό που γίνεται. Μου έχει τύχει να μου το φωνάξουν σε οφσάιντ στο «Ελ Πάσο» σε μονομαχία ανάμεσα στις ποδοσφαιρικές υπερδυνάμεις της Καλλιθέας και του Ηρακλή. Πιο πρόσφατα ένα κύριος με άσπρα μαλλιά και μεταξωτό φουλάρι μού το φώναζε σε ματς του Εθνικού με τον Θρασύβουλο προσπαθώντας να πείσει τους διπλανούς του ότι εγώ ήμουν που πνίγω την αδικία ότι ο Εθνικός δεν παίζει στο Καραϊσκάκη. Το τι συμβαίνει είναι αδιάφορο, όπως συνήθως και η ηλικία. Αναφέρθηκα στην εφηβεία μου σαν παράδειγμα γιατί οι περισσότεροι κάπου εκεί ξεφεύγουμε από τη σχέση αγάπης-μίσους με τους δημοσιογράφους. Αλλά εάν θεωρείς ότι αυτά που λες είναι φοβερά πράγματα και η πόρνη η ζωή δεν τα έφερε έτσι που να πληρώνεσαι για να τα λες, αλλά να τα παίρνει αυτός ο φελλός στα δημοσιογραφικά θεωρεία, η ηλικία δεν είναι πρόβλημα. Το παιχνίδι παίζεται από τα 8 μέχρι τα 88…

Φταίνε οι δημοσιογράφοι για τις επιθέσεις; Φυσικά. Φταίνε όταν για να επιβιώσουν αποφασίζουν να παίξουν τον ρόλο του δημοσιογράφου οπαδού. Να λένε και να γράφουν «εγώ δεν είμαι δημοσιογράφος, αλλά γράφω για την ομάδα μου». Ο οπαδός νιώθει δικαιωμένος επειδή δεν βλέπει καμία διαφορά ανάμεσα στον δημοσιογράφο-οπαδό και τον εαυτό του, πέραν της σύμπτωσης. «Αφού το παλικάρι που είναι και επαγγελματίας το λέει. Δεν χρειάζεται να είσαι δημοσιογράφος για να γράφεις…». Και η απόλυτη δικαίωση του οπαδού είναι οι στήλες που απροβλημάτιστα δόθηκαν από τις εφημερίδες σε οπαδούς.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο οπαδός αλλά και ο δημοσιογράφος-οπαδός δεν νιώθουν για εχθρό τον δημοσιογράφο της αντίπαλης ομάδας, αλλά τον επάρατο «αντικειμενικό». Γιατί είναι το μέτρο το οποίο δείχνει ότι και κάτι άλλο μπορεί να υπάρχει. Δεν είναι συμπτωματικό ότι οι περισσότερες επιθέσεις των δημοσιογράφων-οπαδών γίνονται εναντίον άλλων που έχουν οπαδικές συμπάθειες αλλά δεν είναι υποχρεωμένοι να τις υπηρετούν καθημερινά επειδή η εφημερίδα τους είναι βαμμένη.
Γιατί ο φθόνος μιας μερίδας του κοινού για ένα προνομιούχο επάγγελμα είναι δεδομένος. Το ακαταλόγιστο μιας άλλης μερίδας μαστουρωμένων πιτσιρικάδων γνωστό. Αλλά εάν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι του αθλητικού Τύπου δεν σέβονται τον εαυτό τους και τους άλλους, οι πρώτοι ένοχοι που μπορούν να βρουν βρίσκονται στους καθρέφτες τους.

Το μέτρο της άρνησης κάλυψης των αγώνων μπάσκετ του Σαββατοκύριακου που αποφασίστηκε από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Αθλητικού Τύπου έχει τη λογική και παράλογη πλευρά του. Η λογική είναι ότι με το black out στην ενημέρωση για πρώτη φορά θα υπάρξει μια αντίδραση σε μια σειρά επιθέσεων, που δεν είναι καθόλου «νέο» φαινόμενο όπως αναφέρει η ανακοίνωση. Είναι φαινόμενο που αναπτύχθηκε μέσα σε μια δεκαπενταετία. Το παράλογο είναι ότι την ενημέρωση δεν θα στερηθούν οι χούλιγκαν, που ανάθεμα και αν τους ενδιαφέρει τι βλέπουν στο γήπεδο, αλλά άσχετοι άνθρωποι που πιθανόν η μόνη τους δυνατότητα πληροφόρησης είναι η τηλεόραση, το ραδιόφωνο και οι εφημερίδες. Ας πούμε ότι ένας φαντάρος βρίσκεται στα σύνορα, ένας άνθρωπος βρίσκεται στο νοσοκομείο, ένας άλλος στο εξωτερικό. Για ποιον λόγο να τους στερήσουμε το δικαίωμα να ξέρουν τι έγινε και πόσο τελείωσαν τα ματς του Σαββατοκύριακου, επειδή 200 κάφροι επιτέθηκαν στους δημοσιογράφους στο ΣΕΦ;

Το χειρότερο όμως θα είναι να παρθεί το μέτρο και να μην εφαρμοστεί. Για την ακρίβεια, να εφαρμοστεί μόνο κατ' όνομα. Τα ματς του Σαββατοκύριακου να παιχτούν στην τηλεόραση χωρίς ήχο, όπου εκεί ελάχιστα πράγματα μπορεί να κάνει ο ΠΣΑΤ αλλά μερικές εφημερίδες να ακολουθήσουν την οδηγία και άλλες να τη «γράψουν» με οποιαδήποτε μέθοδο. Βάζοντας κείμενα ανυπόγραφα ή υπογραμμένα από συντάκτες που δεν είναι μέλη του συνδέσμου. Σε αυτή την περίπτωση, σκέφτηκε κανένας στον ΠΣΑΤ τι μέτρα μπορεί να παρθούν; Να διαγράψουν τους διευθυντές των Μέσων; Να ζητήσουν από τα μέλη του ΠΣΑΤ που δουλεύουν στα Μέσα να παραιτηθούν; Ας γελάσω δις… Χα, χα. Νομίζω ότι το μόνο που θα γίνει είναι να τηρηθούν τα προσχήματα. Να μην υπάρξει σπικάζ στην τηλεόραση. Πέραν τούτου, γραπτά προβλέπω η κάλυψη να είναι κανονική. Αν υπάρχει ένας τρόπος να φανεί η δύναμη του αθλητικού Τύπου, θα ήταν τα ματς να γίνουν, αλλά ποτέ να μην καταγραφούν. Ούτε καν το αποτέλεσμα. Να μην υπάρχουν. Αλλά με το ειδικό βάρος του συνδέσμου και την κατάσταση του Τύπου, το μόνο που θα γίνει είναι να τηρηθούν τα προσχήματα. Αλλά με το «για τα μάτια του κόσμου» βγάζουμε τα μάτια μας.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x