Ο Αρσεν Βενγκέρ, βασιζόμενος σε δεν-ξέρω-ποια στοιχεία, πρόσφατα είπε (και για να το είπε ο Αλσατός, σημαίνει ότι είναι ακριβές) πως ο μέσος όρος της ζωής του προπονητή στο κλαμπ σήμερα είναι ένας χρόνος και μία εβδομάδα! Ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον διανύει ήδη την πρώτη εβδομάδα (μεν) του... 21ου χρόνου του (δε) στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η προφανής ανάγνωση (τι καλό που κάνει η υπομονή και η λογική της συνέχειας, ώστε κάποτε να δρέψεις καρπούς κ.λπ. κ.λπ.) θα παραήταν στην περίπτωση του Σκωτσέζου φτωχή. Πρωτόγονη.
Αλλο τοσο ειναι ναίφ ν' αποτιμάται ο Φέργκιουσον με τον αριθμό των τροπαίων που έχει κατακτήσει -19, εάν έχετε την περιέργεια- αυτά τα 20 χρόνια. Ή επίσης ναίφ, να σκαρώνουμε «ταινίες φαντασίας» πώς θα ήταν το όλον οικοσύστημα (στη Βρετανία, αλλά και στην Ευρώπη) άμα ο Σερ Αλεξ είχε απολυθεί μες στην πρώτη, στείρα τίτλων, πενταετία, τότε που τα «Fergie Out» δονούσαν το «Ολντ Τράφορντ». Το τρομακτικό επίτευγμα του 65χρονου προπονητή είναι ένα: η ασταμάτητη δημιουργία.
Τα 20 χρόνια του Φέργκιουσον αποθεώνουν τη Θεωρία των Κύκλων. Των κύκλων που στο ποδόσφαιρο ανοίγουν και κλείνουν. Κι ύστερα ξανανοίγουν. Αυτή που έχει δημιουργήσει (και προπορεύεται στην Πρέμιερσιπ) τώρα είναι η τρίτη μεγάλη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ετούτης της εικοσαετίας. Οδεύει με ακρίβεια και πάλι προς την ακμή. Είχε μεσολαβήσει παρακμή. Τα ενδιάμεσα διαστήματα παρακμής δεν αποτρέπονται, είναι αδύνατον. Εκείνο που κάνει διαφορά είναι η αίσθηση. Να νιώθεις πότε ο κύκλος, που εσύ ο ίδιος έχεις ανοίξει, κλείνει.
Και να παίρνεις τις σκληρές αποφάσεις. Δεν είναι απλό. Ο Φέργκιουσον δεν υπήρξε απλώς ο τεχνικός που έφτιαξε αυτές τις ομάδες. Υπήρξε -και εξακολουθεί να είναι- πατερναλιστική φιγούρα. Γέννησε ή ανέστησε ή εκτόξευσε ποδοσφαιριστές. Δεν είναι μετά εύκολο «να πεις στον άλλον φύγε» (και να χτίσεις επάνω στον επόμενο). Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν. Κάμποσοι χώρισαν στη ροή της εικοσαετίας κακήν-κακώς. Κάμποσοι επίσης, που ήρθαν ως «επόμενοι», δεν ακούμπησαν. Αλλά ο Φέργκιουσον, πέρα απ' τα κουτσομπολιά της καθεμιάς ιστοριούλας, αναδείχθηκε απ' τον χρόνο ως ο μάστορας της ρεάλ-πολιτίκ. Πρόλαβε φθορές. Πλήρωσε κόστος, για να γλιτώσει το μεγαλύτερο κόστος.
Η υψηλη αισθηση του για τους κύκλους επιβεβαιώνεται από δύο πράγματα. Οτι, επί ημερών του, ποτέ δεν τελείωναν όλα τα (σημαντικά) συμβόλαια μαζεμένα το ίδιο καλοκαίρι. «Χρυσός» κανόνας. Και, δεύτερον, πάντοτε μεριμνούσε για την ηλικία των παικτών του ρόστερ. Δεν του ξέφυγε η ισορροπία ποτέ. Στο βιβλίο «Managing My Life» (οι αναμνήσεις του, γραμμένες απ' τον πατριάρχη της σκωτσέζικης ποδοσφαιρογραφίας Χιου Μακ Ιλβάνι) αποκαλύπτει πως είναι κανόνες που τους έμαθε από κάποιον Τζίμι Σιρέλ, μάνατζερ της Νοτς Κάουντι, σε σεμινάριο προπονητών. Δεν τον είχα ακουστά πριν. Και δεν ξανάκουσα ποτέ γι' αυτόν μετά. Ωφέλιμο δίδαγμα: να μην υποτιμά κανείς εκ των προτέρων την (οποιαδήποτε ενδεχόμενη) πηγή της ακριβής γνώσης. Ποτέ δεν ξέρεις από ποιον έχεις να μάθεις τι.
Σ' αυτα τα εικοσι χρονια δημιουργίας, ο Σερ Αλεξ κατά καιρούς δοκίμασε όλα τα συστήματα. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των εκάστοτε παικτών. Το αδιαπραγμάτευτο ήταν μόνον «ο τρόπος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ» (the Man Utd way). Δεν τον επινόησε. Τον βρήκε. Τον σεβάστηκε με το να τον περάσει στην επόμενη διάσταση. Με το να τον εμπλουτίσει, ώστε να είναι διεθνώς ανταγωνιστικός στη σύγχρονη εποχή. Ποιος είναι ο τρόπος; Η επίθεση. Η επιθετικότητα. Το μότο «οι αντίπαλοι ήλθαν στο "Ολντ Τράφορντ" προετοιμασμένοι ότι θα τους πιάσουμε απ' τον λαιμό. Ας μην τους απογοητεύσουμε».
Ή το αλλο: «Δεν ηττηθήκαμε σήμερα, απλώς μας τελείωσε ο χρόνος». Η επιτομή της ασυμβίβαστης με την ήττα μενταλιτέ. Για τίποτα, ούτε για όλα τα λεφτά, στον κόσμο δεν θα 'θελα να 'μαι ο αμέσως επόμενος, μετά τον Φέργκιουσον, κόουτς της Γιουνάιτεντ. Οποιος (και όποτε) κι αν είναι, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα υποφέρει. Ο δύστυχος διάδοχος έχει κιόλας την αμέριστη συμπάθειά μου. Το βάρος της σύγκρισης θα 'ναι αφόρητο. Εκατό φορές πιο δυσβάστακτο απ' όσο ήταν στην Πόρτο μετά τον Μουρίνιο. Ή στην Ιταλία μετά τον Λίπι. Ή και στην Ελλάδα μετά Ρεχάγκελ. Οι έξυπνοι θα περιμένουν να... περάσουν δυο-τρεις, να φάνε τ' απόνερα, κι έπειτα να παίξουν το δικό τους χαρτί.
Ο προπονητής, δεν κομίζουμε τίποτα καινούργιο στη σοφία του χώρου, είναι ό,τι πιο αναλώσιμο. Μου θυμίζει τους ξένους στις ομάδες του μπάσκετ, τους οποίους μπορεί κανείς να τους αλλάζει... απεριόριστα (ως τα πλέι οφ, αν δεν απατώμαι). Ενα κακό ματς, δύο κακά ματς, δεν κάνει, φεύγει, πάμε στον επόμενο. Οταν σου το επιτρέπουν, γαργαλιέσαι να το κάνεις. Εάν δεν μπορούσες, θα έσκυβες το κεφάλι πάνω απ' τον παίκτη, θα δούλευες μαζί του, με απώτερο στόχο να του πάρεις το μάξιμουμ. Με αφορμή τα είκοσι χρόνια του Φέργκιουσον, ο (περί το αναλώσιμο) προβληματισμός αναπτύχθηκε.
Από τα πολλά που κατατέθηκαν, μου έκανε εντύπωση και μου κίνησε το ενδιαφέρον μια ιδέα του Πιρς (κόουτς της Μάντσεστερ Σίτι). Τη βρήκα φαεινή. Τα κλαμπ να μπορούν να παίρνουν ή να διώχνουν προπονητές... όπως και ποδοσφαιριστές. Μονάχα τον Ιανουάριο και το καλοκαίρι. Θα καταργούσε αυτομάτως (τις ποικίλες παρενέργειες απ') το να ζει ή να μη ζει ο προπονητής απ' το αποτέλεσμα της Κυριακής. Πράγμα που θ' απελευθέρωνε δυνάμεις και θα έλυνε πάρα πολλά προβλήματα. Περισσότερα απ' όσα ίσως θα δημιουργούσε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






