Το διερευνητικό βλέμμα του περαστικού εντόπισε την αθλητική εφημερίδα, διπλωμένη, στη μασχάλη του γράφοντος -τότε που ο γράφων ήταν μαθητής. «Ρε φίλε, μήπως διάβασες με ποιον κληρώθηκε ο Ολυμπιακός;». Μην απορείτε με την απορία του. Την εποχή εκείνη, το 1974, υπήρχαν όλα κι όλα δύο τηλεοπτικά κανάλια και τρεις ραδιοφωνικοί σταθμοί. Λίγοι φίλαθλοι μάθαιναν πολλές ειδήσεις αυθημερόν.
Στο άκουσμα της απάντησής μου, το πρόσωπο του «γαύρου» -όπως αποδείχθηκε- περαστικού φωτίστηκε από χαρά. «Α, με την Αντερλεχτ; Περίπατο ο Θρύλος, μάγκα μου». Το απόγευμα της επόμενης ημέρας ένα τσούρμο εφήβων, ορεξάτων για μπάλα, λογομαχούσε με κάποιο άλλο. Μήλον της Έριδος, μια αλάνα που δεν είχε «καπαρωθεί» ακόμα, στα «σύνορα» Πατησίων και Γαλατσίου: στην τεράστια έκταση στην οποία έμελλε -λίγο αργότερα- να κτιστεί το σχολικό συγκρότημα «Γκράβα». Εκεί, τότε, «κατάληψη» σήμαινε καπάρωμα ενός «γηπέδου». Αντίπαλοι των «καταληψιών» δεν ήταν «αγανακτισμένοι» γονείς ή λυκειάρχες, αλλά μεγαλύτεροι σε ηλικία, «τσαμπουκαλήδες» μνηστήρες της αλάνας.
ΜετΑ το εξαντλητικό παιχνίδι, συμπαίκτες και αντίπαλοι κατευθύνθηκαν στο πλησιέστερο αναψυκτήριο. Οι ηττημένοι, ως συνήθως, πλήρωσαν τις γκαζόζες των νικητών. Ηταν η ώρα της κουβέντας για τις ποδοσφαιρικές ομάδες. Οχι τις δικές μας, τις... κανονικές. Έξι «γαύροι» ήσαν στην παρέα κι όλοι συμφωνούσαν: ο Ολυμπιακός θα διέλυε εύκολα την Αντερλεχτ. Ελάχιστες ενστάσεις προβλήθηκαν. Η πρόβλεψη των αμούστακων «ειδημόνων» παρέμεινε ίδια και στο «δεύτερο μέρος» της συζήτησης. Στο μισοσκόταδο, την ώρα που μια άλλη παρέα «έστηνε» πρόχειρο «ματσάκι» στην οδό Σκιάθου -δίπλα από τις αλάνες. Ναι, τότε έπαιζες κι εκεί μπάλα. Αυτοκίνητο περνούσε μία φορά κάθε ημίωρο κι ο οδηγός μόνο που δεν ζητούσε συγγνώμη για την ενόχληση.
Γιατί τέτοια αισιοδοξία οι «γαύροι»; Απλούστατα, ο Ολυμπιακός στο Πρωταθλητριών είχε ήδη αποκλείσει την ισχυρότατη Σέλτικ του Νταλγκλίς. Θριαμβευτικά: 1-1, 2-0. Έπειτα από αυτό, στα μάτια των φίλων του Ολυμπιακού η Αντερλεχτ φάνταζε λίγο καλύτερη από τα Τρίκαλα. Κι ας διέθετε εξαιρετικούς παίκτες -Ρέζενμπρινκ, Βαν Χιμστ. Από την εποχή εκείνη -πιθανώς και παλιότερα- ο Ολυμπιακός λειτουργούσε με κινητήριο μοχλό τον ενθουσιασμό και την παρόρμηση. Στοιχείο ευεργετικό στις εγχώριες διοργανώσεις, ειδικά όταν ήταν καλύτερος από τους άλλους -και τότε ήταν, μακράν. Στοιχείο, όμως, ανασταλτικό στις ευρωπαϊκές περιπέτειες. Εκεί που χρειαζόταν σχέδιο, οργάνωση, ενίοτε και κλεφτοπόλεμος.
Η ομάδα μετέδιδε στον κόσμο αυτόν τον αχαλίνωτο ενθουσιασμό ή το αντίστροφο; Προφανώς και τα δύο! Ενα χρόνο νωρίτερα (1973), στην πρώτη φάση του Πρωταθλητριών, η κληρωτίδα είχε φέρει τον Ολυμπιακό αντίπαλο της μεγάλης Μπενφίκα. Την επομένη της κλήρωσης, σε αθλητική εφημερίδα, φιγουράριζε μια -απίστευτης σιγουριάς- δήλωση του αμυντικού των «ερυθρολεύκων» Τ. Συνετόπουλου: «Δεν τρέχει τίποτε, περνάμε. Βλέπω 0-0 στη Λισσαβώνα και 2-0 στο Φάληρο». Ο Ολυμπιακός ηττήθηκε 1-0 και στις δύο αναμετρήσεις. Οι φίλοι του απέμειναν με την απορία τι (διαφορετικό) θα συνέβαινε εάν ο διαιτητής δεν ακύρωνε ένα κανονικό γκολ του Αγγελή στο «Ντα Λουζ».
Το 1974, οι «ερυθρόλευκοι» ταξίδεψαν στο Βέλγιο «μεθυσμένοι» από την πρόκριση επί της Σέλτικ. Ούτε που κατάλαβαν πότε η καταιγιστική Αντερλεχτ προηγήθηκε 2-0. Εγινε το 2-1 με πέναλτι του Βιέρα και η ελπίδα αναπτερώθηκε. Την τσάκισαν τρία ακόμα γκολ των γηπεδούχων. Ο Ολυμπιακός είχε αδικήσει κατάφωρα τον εαυτό του. Κι όμως, υπήρχαν περιθώρια για πολύ μεγαλύτερη αδικία. Τη διέπραξε (κατά συρροή) ο Ούγγρος διαιτητής Πολοτάι, στη ρεβάνς της Πάτρας -αιτία της «εξορίας», φωτοβολίδες στον αγώνα με τη Σέλτικ. Τρία γκολ ο Γαλάκος, τρισκατάρατη η διαιτησία, 3-0. Αποκλεισμός.
Λεπτομέρεια: μετά το εφιαλτικό 1-5 των Βρυξελλών, στο πρωτοσέλιδο αθλητικής εφημερίδας ένα ερώτημα συνόδευε τις φωτογραφίες των ακριβοπληρωμένων -για τα δεδομένα της εποχής- άσων: «Ξόδεψε τόσα χρήματα μόνο για την Ελλάδα;». Το μέγα ερώτημα για τον Ολυμπιακό του Γουλανδρή. Τι λέτε, δεν θα μπορούσε να αφορά και κάποιες περιόδους του Ολυμπιακού του Κόκκαλη;
Όλα αυτά τα ανακάλεσε στη μνήμη μου το πρόσφατο αφιέρωμα του Μιχάλη Τσόχου («SportDay», 9 Νοεμβρίου) για τον Ολυμπιακό της τελευταίας δεκαετίας. Και μόνο ο τίτλος θα ήταν αρκετός: «Ο Θρύλος που δεν έγινε Thrilos». Πόσο διαχρονικό ηχεί!
Τελικά, ίσως χρειάζεται να αναπτυχθεί περισσότερο η αθλητική ψυχολογία, κοινωνιολογία και... γενετική, μήπως τυχόν φωτιστεί το αιώνιο μυστήριο του Ολυμπιακού. Να φταίνε άραγε τα γονίδια που επαναλαμβάνονται τα... ίδια; Ο Ολυμπιακός που το 1974 κατατρόπωσε τη Σέλτικ και νόμισε ότι θα έτρωγε την Αντερλεχτ για πρωινό, ήταν «πρόγονος» της ομάδας που φόρτωσε με 6 γκολ τη φιναλίστ του Τσάμπιονς Λιγκ Λεβερκούζεν κι αμέσως μετά πλήρωσε το «μεθύσι» με το 0-3 από τη Μακάμπι. Ηταν, επίσης, «πρόγονος» της ομάδας που παρ' ολίγον να νικήσει τη Λα Κορούνια στο «Ριαθόρ», πριν πληρώσει την αλαζονική, «αναρχική» παρορμητικότητά του με το 1-3 από τη Λιλ. «Αυτοί παρατάχθηκαν λες και δεν αντιμετώπιζαν ομάδα της πρωταθλήτριας κόσμου Γαλλίας», παρατήρησε, τότε, ο προπονητής της Λιλ, Χαλίλχοτζιτς. Είχε δίκιο.
Κάποιος «απόγονος» του διαιτητή που είχε ακυρώσει το γκολ του Αγγελή στη Λισσαβώνα (όλα κι όλα, ο Πολοτάι δεν σηκώνει παραλληλισμούς!) ήταν εκείνος ο οποίος αρνήθηκε ένα -τουλάχιστον- πέναλτι στον Αλβες. Στο Λιόν, επί Ματζουράκη. Άλλος «απόγονός» του δεν μέτρησε το γκολ του Οκκά στο Μονακό. Ετσι, για να μένει πάντα η απορία αν η ομάδα, εκτός από την τύχη της, προκαλεί και την ενεργοποίηση του «νόμου του Μέρφι».
Διάβολε, από το 1974 πέρασαν 32 χρόνια. Δύσκολο να το συνειδητοποιήσεις, εύκολο να το διαπιστώσεις: τα τηλεοπτικά κανάλια έγιναν αμέτρητα. Από τη γειτονιά χάθηκαν οι μονοκατοικίες. Οι αλάνες της περιοχής μετατράπηκαν σε τσιμεντένιο σχολικό βασίλειο. Στην οδό Σκιάθου δεν παίζεις μπάλα, αλλά «κυνήγι του θησαυρού»: μιας θέσης για παρκάρισμα. Στο ραδιόφωνο δεν ακούς τον Γιάννη Πετρίδη στην εκπομπή «η Πόλιγκραμ παρουσιάζει» να παίζει την μπαλάντα «Everyday» των Slade -ενός glam rock συγκροτήματος που τότε μεσουρανούσε. Το «Everyday» έμελλε να ακουστεί δεκαετίες αργότερα, στα nineties. Πού; Σε τηλεοπτική διαφήμιση της ομώνυμης σερβιέτας! Λες και κάποια δύναμη του σύμπαντος θέλει να χλευάσει την εφηβεία μας...
Κι όμως, ξέρεις πως δεν άλλαξαν όλα. Υπάρχει πάντα ο Θρύλος που δεν έγινε Thrilos. Με τα ίδια κουσούρια, με την ίδια ημιτελή γοητεία. Με την ίδια αίσθηση ανολοκλήρωτου. Με τον ίδιο αέρα στα «εντός συνόρων», με τον ίδιο αέρα στα μυαλά στα διεθνή. Με το Καραϊσκάκη να κρατά σθεναρά τις παραδόσεις: μερικές φορές ο αγωνιστικός χώρος εμφανίζει τα χάλια που είχε και το 1974, στον αγώνα με τη Σέλτικ! Αυτό πού το πάτε;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






