Η περίπτωση του Καστίγιο είναι ιδιότυπη. Πρώτον, ποτέ δεν παίρνω στα σοβαρά τις κραυγές διαπόμπευσης. Κάθε οπαδός σιχαίνεται τον τσαμπουκαλεμένο παίκτη της αντίπαλης ομάδας, αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα με τον δικό του. Γι' αυτό οι οπαδοί του Παναθηναϊκού γουστάρουν τον Γκονζάλες, της ΑΕΚ τον Τσιρίλο και του Ολυμπιακού τον Καστίγιο.
Εχουν τσαμπουκά, στοιχείο που ενώνει τον παίκτη με τον οπαδό. Από την άλλη, στην περίπτωση του Καστίγιο δεν δέχομαι τα περί λατινοαμερικανικού ταμπεραμέντου και τα σχετικά. Πρώτον, ο Καστίγιο ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία 15 ετών και αφού ο πατέρας του είχε προσπαθήσει να τον πουλήσει στη Γιουνάιντεντ. Πότε στον διάολο πρόλαβε να διαμορφώσει τον τσαμπουκαλεμένο χαρακτήρα του αλανιού του δρόμου; Δεύτερον, από πουθενά δεν προκύπτει ότι οι σημερινοί Αργεντινοί είναι οι πιο τσαμπουκαλεμένοι ποδοσφαιριστές.
Η γνώμη μου είναι ότι τα μεγαλύτερα τσαμπούκια είναι οι Αγγλοι και οι Γάλλοι του Μαγκρέμπ, τύπου Τζιμπούρ. Αλλά, για να φανεί πόσο γενικά είναι τέτοια συμπεράσματα, και ο Ουαντού ήταν Γάλλος του Μαγκρέμπ, αλλά η κυρία Ουαντού τον έβαζε στο σλιπάκι της και ήταν από τους πιο κουλτουριάρηδες παίκτες που πέρασαν από τα αποδυτήρια του Ρέντη. Κάποτε, όταν ελάχιστοι παίκτες πέρναγαν τον Ατλαντικό, υπήρχε μεγάλη διαφορά στην ποδοσφαιρική κουλτούρα των Ευρωπαίων και των Λατινοαμερικανών. Σήμερα, με την τηλεόραση και τους εκατοντάδες παίκτες που έχουν μεταναστεύσει, οι διαφορές έχουν αμβλυνθεί. Απόδειξη, ο Φέλιξ Μπόρχα, που αν ερχόταν στην Ελλάδα πριν από 40 χρόνια, όλοι θα νομίζαμε ότι στον Ισημερινό φοράνε κοκαλάκια στις μύτες. Και πιθανόν να είχαμε δίκιο. Ο Νέρι Καστίγιο δεν έχει καμία εθνική δικαιολογία.
Επίσης, δεν προκύπτει λόγος για τον οποίο πρέπει να τον δικαιολογούμε. Δεν είναι οικονομικός μετανάστης που έκλεψε μια φραντζόλα ψωμί, επαγγελματίας ποδοσφαιριστής είναι και σίγουρα βρίσκεται στον κατάλογο των 100 χιλιάδων πλουσιοτέρων κατοίκων της Ελλάδας. Από το να μην του χαριζόμαστε, όμως, μέχρι να έχουμε δημιουργήσει ιδιώνυμο αδίκημα που ονομάζεται «Καστίγιο», υπάρχει διαφορά. Την έριξε την αγκωνιά ο Καστίγιο στον Ραγκουέλ. Οσο τιμολογείται σε αγωνιστικές οφείλει να την πληρώσει και χωρίς το ελαφρυντικό του προτέρου έντιμου βίου. Το να γίνεται ύποπτος λόγω παρελθόντος είναι επίσης θεμιτό. Οπως είναι θεμιτό να κοιτάς δεύτερη φορά αν ο Οκκάς ή ο Καμπάνταης βούτηξαν για το πέναλτι, είναι θεμιτό να κοιτάς αν ο Καστίγιο έχει ρίξει αγκωνιά στη ζούλα. Να κοιτάς, όμως. Οχι να κλείνεις τα μάτια και να καταδικάζεις. Το σκεφτόμουν ακούγοντας στο ραδιόφωνο κάποιον που έκανε επίθεση στην απόφαση της Δευτεροβάθμιας χωρίς να έχει δει τη φάση της αποβολής. Σκέψου τώρα αυτός να είναι ένορκος σε κακουργοδικείο και να βγάζει απόφαση. Το επαναλαμβάνω. Η δημοκρατία είναι το καλύτερο από τα γνωστά συστήματα, αλλά ακούγοντας εκπομπές ακροατών δεν κάνει κακό να ψαχνόμαστε για κάτι καλύτερο.
Και μόνο η φράση που συνόδευσε την πρώτη ποινή στην Πειθαρχική Επιτροπή της ΕΠΟ δείχνει την άγνοιά της για το ποδόσφαιρο. «Ας βάλουμε μια πρωτόδικη ποινή τριών ημερών ώστε να μπορεί να υπάρξει έφεση κι ας αφήσουμε την Επιτροπή Εφέσεων να πάρει την τελική απόφαση». Η νοοτροπία της «εφέσιμης ποινής», που ταλαιπωρεί την τακτική Δικαιοσύνη, ακολουθεί τη λογική «καταδίκασέ τον πρωτόδικα, για να φαινόμαστε αυστηροί, ρίξ' του ποινή, αλλά εφέσιμη, και άσε το εφετείο να κρίνει την ουσία της υπόθεσης». Η συγκεκριμένη ποινή στην ουσία καταργεί την πρώτη βαθμίδα της Δικαιοσύνης, κάνοντας την κρίση μονοβάθμια. Ας πούμε, όμως, ότι η τακτική Δικαιοσύνη έχει προσαρμοστεί στη λογική τού «ας αποφασίσει το εφετείο». Στην αθλητική Δικαιοσύνη, που οι περισσότερες αποφάσεις της παίρνουν δημοσιότητα, η λογική του εφετείου αποκτά άλλες διαστάσεις και η φετινή Πρωτοβάθμια Επιτροπή της ΕΠΟ έχει χωρίς λόγο δημιουργήσει προβλήματα.
Η ασχετοσύνη της επιτροπής είχε φανεί στην υπόθεση της τιμωρίας του Τσιρίλο. Ο συνήγορος της ΑΕΚ, Χάρης Γρηγορίου, είχε πείσει την επιτροπή να εξετάσει το βίντεο του αγώνα με το Αιγάλεω για να αποφανθεί αν η απόφαση του διαιτητή ήταν ορθή. Φυσικά, και στο εξωτερικό εξετάζουν βίντεο, αλλά μόνο για γεγονότα που δεν έχουν υποπέσει στην αντίληψη του διαιτητή. Το αποτέλεσμα ήταν μια απόφαση που αναιρούσε την κρίση του διαιτητή, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο προηγούμενο, που γρήγορα όμως η επιτροπή το κατάλαβε, αποφεύγοντας να εξετάσει παρόμοιες υποθέσεις.
Η μεγάλη στιγμή, όμως, της επιτροπής ήρθε με την τιμωρία του Καστίγιο. Εκτός του ότι και πάλι εξετάστηκε το βίντεο, η απόφαση βγήκε στις 3 το πρωί με πλειοψηφία 2-1, δίνοντας την αίσθηση ότι ήταν περίπλοκη και κάποιοι ήρωες προτίμησαν να το ξενυχτήσουν, παρά να υποκύψουν στις πιέσεις. Παρέα με τη φράση «υπάρχει και η Εφέσεων για να το αποφασίσει», η απόφαση της πρωτόδικης επιτροπής έφερνε σε δεινή θέση την Επιτροπή Εφέσεων. Διότι οποιαδήποτε μείωση της ποινής του Καστίγιο θα φαινόταν εξυπηρέτηση στον Σωκράτη Κόκκαλη. Τελικά η Επιτροπή Εφέσεων μείωσε την ποινή, τα ξεφωνητά ακούστηκαν και ένα θέμα για να μιλάμε πριν από το ντέρμπι βρέθηκε.
Αν υπάρχει συμπέρασμα από την υπόθεση του Καστίγιο, είναι ότι η Πρωτοβάθμια Πειθαρχική δεν κάνει. Εχει τη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία του πρωτοδίκη που επιβάλλει μια εφέσιμη ποινή και αφήνει το εφετείο να κρίνει την ουσία. Αν υπάρχει άλλο ένα, είναι ότι το φύλλο αγώνα πρέπει να παραμείνει το βασικό στοιχείο κάθε εκδίκασης. Με μία, όμως, προσθήκη. Την τυποποίηση του φύλλου αγώνα, ώστε η συμπλήρωσή του να γίνεται εύκολα.
Με τα γράμματα έχω καλή σχέση, αλλά αν κάποιος με ρωτήσει αν η αγκωνιά του Καστίγιο είναι «βίαιη ενέργεια» ή «επικίνδυνο παίξιμο», θα σηκώσω τα χέρια. Εννοιολογικά ένα επικίνδυνο παίξιμο είναι και βίαιη ενέργεια, αλλά και το αντίθετο ισχύει. Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι ο Κανονισμός Αγώνων Ποδοσφαίρου έχει γραφτεί σε «κωδική γλώσσα».
Ο διαιτητής καταλαβαίνει τη διαφορά ανάμεσα στις φράσεις, διαλέγει ποια θα βάλει στο φύλλο αγώνα και η τιμωρία του ποδοσφαιριστή προκύπτει από την επιλογή. Ελα, όμως, που ο κάθε διαιτητής δεν είναι και Παλαμάς. Από φύλλα αγώνων που έχουν κυκλοφορήσει, οι διαιτητές δεν είναι ακριβώς μανούλες στην ορθογραφία και το συντακτικό. Επίσης, πρέπει να συμπληρώνουν το φύλλο αγώνα στην ένταση μετά το σφύριγμα της λήξης, με αρχηγούς ομάδων και παράγοντες να διαμαρτύρονται και οι ίδιοι πολλές φορές να βιάζονται για να προλάβουν το αεροπλάνο. Είναι, λοιπόν, κακό το φύλλο αγώνα να έχει κωδικοποιημένες φράσεις, όπως «στο 70' απέβαλα τον ποδοσφαιριστή Νέρι Καστίγιο για βίαιη συμπεριφορά» ή το ίδιο, αλλά «για επικίνδυνο παίξιμο». Να υπάρχει το ίδιο για το βρίσιμο με κάποιο κενό για να γραφτεί η φράση, το ίδιο για τα συνθήματα με κενό για να γραφτούν και ούτω καθ' εξής; Και για να μην υπάρξει το επιχείρημα ότι οι παραβάσεις του ΚΑΠ είναι δεκάδες, ας υπάρξει το τυποποιημένο και μετά ας υπάρχει κενό για να προστεθούν περίεργες παραβάσεις, όπως κτηνοβασία με τη μασκότ των αντιπάλων και τα σχετικά.
Η τυποποίηση του φύλλου αγώνα δεν προφυλάσσει από την τακτική των διαιτητών να το συντάσσουν έτσι ώστε παίκτες που αποβλήθηκαν να αθωώνονται αργότερα. Και η πρακτική δεν είναι νέα. Στο μυαλό έρχεται η περίφημη «αναπαράσταση», του Γκούμα και όχι του Αγγελόπουλου, που ο διαιτητής είχε πει ότι ο Γκούμας δεν τον έσπρωξε, αλλά προσπάθησε να του δείξει πώς τον μάρκαρε ο αντίπαλος. Μια πρακτική που δυστυχώς δεν συνεχίστηκε, διότι στην περίπτωση του Καστίγιο θα μπορούσε να ρίξει στον διαιτητή ένα κλάδεμα για να του δείξει τι έκανε πριν ο Ραγκουέλ και μετά ο Ραγκουέλ μια αγκωνιά για να του εξηγήσει πώς απάντησε ο Καστίγιο. Υπάρχει όμως και περίπτωση παίκτη του Ολυμπιακού πριν από 40 χρόνια, που λόγω χρόνου δεν θυμάμαι το όνομά του, όταν ο διαιτητής είχε γράψει στο φύλλο αγώνα ότι τον έφτυσε, για να προσθέσει μετά στην Πειθαρχική Επιτροπή ότι αργότερα κατάλαβε ότι ο παίκτης είχε φτύσει τη μοίρα του προς τον ουρανό, αλλά δυστυχώς φυσούσε ισχυρός άνεμος.
Αναφερόμενος στη μνήμη, ζητάω συγγνώμη για την αναφορά στη «thin red line» που έκανα στο φύλλο της Δευτέρας. Αν αφαιρεθούν τα στοιχεία ότι το «thin red line» δεν είναι απόσπασμα από ποίημα του Tennyson, αλλά του Rudyard Kipling, και ότι δεν αναφέρεται στη Μάχη του Βατερλώ, αλλά στο 93ο Σύνταγμα Highlanders στη μάχη της Μπαλακλάβα, όλα τα υπόλοιπα, που δυστυχώς δεν υπήρχαν, ήταν σωστά. Το ίδιο λάθος πρέπει να το έχω κάνει γραπτώς άλλες δύο φορές. Ο λόγος είναι το οπισθόφυλλο του ομώνυμου βιβλίου του Jones, που αναφέρει τη φράση με την προσθήκη «που χωρίζει το θάρρος από τη δειλία». Κάπου το κόλλησα στο κεφάλι μου με τη διαταγή που είχε δώσει ο Ουέλινγκτον σε συντάγματα πεζικού να καλυφθούν σε γραμμή στα αναχώματα των δρόμων πριν από τη Μάχη του Βατερλώ. Τέλος πάντων, το έχω κάνει νιανιά και σε συνδυασμό με το ότι τα δευτεριάτικα κείμενα γράφοντα σφεντονάτα μετά τη λήξη των αγώνων, η λογοτεχνική γκέλα τρίτωσε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






