Ήταν καλοκαίρι του 1980. Κάπου στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς, καθηλωμένος μπροστά σε μια παλιά τηλεόραση, ο γράφων παρακολουθούσε ολημερίς τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας. Ελληνορωμαϊκή πάλη, Στέλιος Μυγιάκης εναντίον του Ούγγρου Τοτ: ο νικητής θα κέρδιζε χρυσό μετάλλιο. Νίκησε ο Στέλιος. Οι σκηνές του απίθανου πανηγυρισμού του, στην αγκαλιά του Πέτρου Γαλακτόπουλου, στον νου μου αξιολογήθηκαν ως αποθέωση του αθλητικού αυθορμητισμού.
Λίγες ημέρες αργότερα, στο νεανικό μου (τότε...) μυαλό έμελλε να αποτυπωθεί ο συμβολισμός του εκ διαμέτρου αντίθετου: της παρα- αθλητικής «εικονικής πραγματικότητας», του υποκριτικού ενδιαφέροντος, των κλισέ. Τελετουργικό υποδοχής του Σ. Μυγιάκη στην Αθήνα. Κάποιος «υπεύθυνος», του οποίου το αξίωμα δεν θυμάμαι, μιλούσε γεμάτος στόμφο για τα ημέτερα αθλητικά κλέη. Δεν εκστόμιζε λέξη εκτός χειρογράφου. Το σκηνικό παρέπεμπε στην ελληνική κινηματογραφική κωμωδία «Υπάρχει και Φιλότιμο»: πώς θα υποδεχόταν ο κομματάρχης (Δ. Παπαγιαννόπουλος) τον υπουργό Μαυρογιαλούρο (Λ. Κωνσταντάρα), εάν δεν είχε συμβεί το γνωστό τροχαίο ατύχημα; Ε, κάτι τέτοιο...
Ελα όμως που ο... τιτάνας ρήτορας είχε κρατήσει για το τέλος το καλύτερο, το αμίμητο -χάρη σε αυτό η μνήμη μου διατηρεί μέχρι σήμερα το συμβάν: ήλθε η στιγμή να ζητωκραυγάσει, αλλά δεν ήξερε -ο αθεόφοβος- το όνομά του Ολυμπιονίκη! Λίγο έλειψε να τον προσφωνήσει «Μυγιόπουλο» -στο «γιο» σταμάτησε. Κατόπιν «έπνιγε» τα λόγια στο στόμα του, έως ότου κάποιος του ψιθύρισε στο αυτί το όνομα του τιμώμενου.
Ναι, ημέρες 1980 -κυβέρνηση Γ. Ράλλη, αν ενδιαφέρει. Δεν παρέμεινε φυσικά τόσο πρωτόγονο το μάρκετινγκ της πολιτικής αξιοποίησης (είναι άραγε βαριά η λέξη «καπηλεία»;) των αθλητικών επιτυχιών. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απηλλάγη οριστικά από γκάφες, οι οποίες με τρόπο εξόχως διασκεδαστικό φροντίζουν να μας υπενθυμίζουν, πού και πού, την αλήθεια: πόσο «σχετική» με τον αθλητισμό είναι σε αδρές γραμμές η πολιτική μας ελίτ. Πόσο γνήσιο είναι το «ενδιαφέρον» και οι «χαρές της».
Το 2000 η ΑΕΚ κατέκτησε το Κύπελλο Σαπόρτα στο μπάσκετ. Ξέρετε ποιος ήταν ο αποδέκτης του συγχαρητήριου τηλεγραφήματος που απέστειλε ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης; Η... ΠΑΕ ΑΕΚ! Τα χρόνια εκείνα, κάθε αθλητική επιτυχία -σε στίβο, ομαδικά αθλήματα, κ.λπ.- προβαλλόταν ως τεκμήριο ορθότητας της συνολικής... κυβερνητικής πολιτικής. Με τρόπο εξωφρενικό, μονότονο, ιδεοληπτικό. «Φτιάξαμε την ισχυρή Ελλάδα της ΟΝΕ, ιδού τα αποτελέσματα». Βεβαίως, καθ' όλη τη δεκαετία του '90 διακρίνονταν διεθνώς σε διάφορα αθλήματα (ας πούμε στην άρση βαρών) αθλητές από χώρες μισο-διαλυμένες, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Αυτό όμως ουδόλως πτοούσε τους εγχώριους πλασιέ του ιδεολογήματος της «ισχυρής Ελλάδας». Σιγά μην...
Ποιος είπε, όμως, ότι η ιδεολογική καπηλεία των αθλητικών τροπαίων είναι προσφιλές παιχνίδι μόνο της πολιτικής εξουσίας; «Αρμόδιες» είναι, επίσης, η οικονομική και η θρησκευτική! Θυμηθείτε το «Euro 2004». Ο ΣΕΒ διακήρυττε, περίπου, πως το «κοινωνικό μήνυμα» της πειθαρχημένης ομάδας του Οτο ήταν η εργασιακή υπακοή -κοινώς, «σκάστε, δουλεύετε και μη ζητάτε τίποτε». Ο Αρχιεπίσκοπος απέδιδε τον άθλο στην Παναγία, η οποία προφανώς ήταν πρόσφατο απόκτημα-μεταγραφή. Πώς στην ευχή να εξηγηθεί, διαφορετικά, η αδυναμία μας να «σταυρώσουμε» τρόπαιο επί δεκαετίες;
Συγκρινόμενα με όλα τούτα, οι κοινότοποι κι ανιαροί λόγοι δύο υπουργών στην υποδοχή της ομάδας μπάσκετ, στο «Ελ Βενιζέλος», θα μπορούσαν να μας κάνουν να πούμε: «υπήρχαν και χειρότερα». Γιατί έχω τη φρικτή υποψία πως δεν θα τα αποφεύγαμε εάν η ομάδα κέρδιζε το χρυσό;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






