Να ξεκινήσουμε από τα βασικά: ο Γιώργος Μπαρτζώκας δικαίως θεωρείται και αναμφίβολα είναι ένας από τους κορυφαίους προπονητές της Ευρώπης. Αυτό που τον διαφοροποιεί από τους περισσότερους συναδέλφους του είναι ότι ο προπονητής του Ολυμπιακού δεν «αγοράζει» τις επιτυχίες που έχει, αλλά με στοχευμένες προσθήκες, εξελίσσοντας παίκτες και αξιοποιώντας τους στο έπακρο μέσω του τρόπου παιχνιδιού των ομάδων του έχει φτάσει σε επιτεύγματα που άλλοι δεν είχαν ξοδεύοντας δεκάδες εκατομμύρια.

Όπως όμως και όλοι οι πραγματικά σπουδαίοι, από τους αείμνηστους Ιωαννίδη και Ίβκοβιτς, μέχρι τον Ομπράντοβιτς, έχει μια συγκεκριμένη φιλοσοφία που κάποιες φορές τον εμποδίζει να πάει παρακάτω. Η απόφαση ενός προπονητή να στηρίξει μέχρι τέλους τους παίκτες που ο ίδιος έχει επιλέξει είναι ασφαλώς κάτι που σε ανθρώπινο επίπεδο αξίζει σεβασμό, ειδικά σε έναν σκληρό και άκαρδο χώρο που η υπομονή είναι άγνωστη λέξη και η εμπιστοσύνη αίρεται πολύ εύκολα. Κι αυτό εξαργυρώνεται (όχι πάντα, ωστόσο) με παίκτες διατεθειμένους να πέσουν και στη φωτιά για χάρη του. Όμως στην προκειμένη περίπτωση, με μεταγραφές που δεν έχουν προσφέρει τα προσδοκώμενα, τραυματισμούς, καταπόνηση και ασφυκτικά κλειστό ροτέισον, ο Ολυμπιακός εγκλωβίζεται σε μια κατάσταση που θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη τη σεζόν του.



Η προσθήκη παίκτη (χωρίς αντικατάσταση κάποιου από τους υπάρχοντες) δεν αποτελεί «προδοσία» στους υπάρχοντες και αν τυχόν κάποιος από αυτούς το δει έτσι, κάνει λάθος. Πολύ περισσότερο από τον πληγωμένο εγωισμό ή ψυχισμό ενός παίκτη, τον προπονητή θα έπρεπε να απασχολεί να κερδίζει η ομάδα του, αλλά και η… υγεία των υπαρχόντων, όταν καλούνται να κάνουν υπερωρίες στο παρκέ για να καλύψουν την ανάγκη για νίκη. Όταν οι «σκασμένοι» (και από το Παγκόσμιο) Γουόκαπ, Παπανικολάου, Μιλουτίνοφ και Φαλ ασθμαίνουν στο παρκέ πλησιάζοντας τις 40λεπτες συμμετοχές, το πρώτο που οφείλει ο προπονητής είναι να μην διακινδυνεύει τον επόμενο τραυματισμό στο ρόστερ του. Κι αν οι παίκτες που ο ίδιος επέλεξε για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι σε θέση να προσφέρουν, είτε λόγω ελλιπούς καλοκαιρινής προετοιμασίας, είτε λόγω τραυματισμού, είτε λόγω δυσκολίας στην προσαρμογή, είτε επειδή ίσως δεν ανήκουν σε αυτό το επίπεδο ή δεν ήταν αυτό που τελικά χρειαζόταν η ομάδα, ο ίδιος ο προπονητής πρέπει να διαγνώσει το πρόβλημα, να παραδεχτεί πως υπήρξε μια αστοχία στον σχεδιασμό (δεν είναι ντροπή) και να το λύσει. Κι αν στην περιφέρεια ποσοτικά (γιατί το… ποιοτικά είναι μια άλλη συζήτηση) ο Ολυμπιακός δεν έχει πρόβλημα, στη front line ήταν πασιφανές από το καλοκαίρι πως μια σεζόν με περίπου 80 ματς και άνω των 3/4 αυτών υψηλών απαιτήσεων, ήταν αδύνατο να βγει με τέσσερα κορμιά, εκ των οποίων Πίτερς και Σίκμα μπορούν να προσφέρουν αποκλειστικά στο «4» και Μιλουτίνοφ και Φαλ αποκλειστικά στο «5».

Περί… ισορροπιών


Μια ακόμη αποστροφή των δηλώσεων του Γιώργου Μπαρτζώκα την Τετάρτη δεν συζητήθηκε όσο θα έπρεπε. «Ο Ολυμπιακός προσέφερε σε κάποιους συγκεκριμένους παίκτες ποσά που ήταν πέρα από την λογική μας, που εγώ είμαι και αντίθετος, επειδή πάντα υπάρχουν ισορροπίες μέσα στην ομάδα. Για κάποιο λόγο αυτές οι μεταγραφές δεν έγιναν», είχε πει.



Σύμφωνοι, ο Γιώργος Μπαρτζώκας έχει να επιδείξει στην καριέρα του πέρα από τίτλους και πορείες αρκετά παραδείγματα παικτών που στα δικά του χέρια άνθισαν και ανέβηκαν στο επόμενο επίπεδο, αγωνιστικά και κατ’ επέκταση οικονομικά. Ο Φαλ, ο Γουόκαπ και φυσικά ο Βεζένκοφ είναι τρανές αποδείξεις επ’ αυτού. Ωστόσο δεν είναι πάντα εύκολο να… προλαβαίνεις την αγορά. Δεν είναι πάντα εφικτό να εντοπίζεις το ταλέντο εκεί που οι άλλοι το παραβλέπουν, πόσω μάλλον σε ένα περιβάλλον όπου πλέον οι καλοί Έλληνες παίκτες με φόντα να σταθούν στο top level αναζητιούνται με το κιάλι και τα απανταχού «λαβράκια» μπορούν ανακαλυφθούν από το ΝΒΑ ή ομάδες που επενδύουν πολλά περισσότερα στην αναζήτησή τους και να τους προσφέρουν-φυσικά-περισσότερα χρήματα.

Όταν δεν μπορείς να βρεις τον επόμενο Βεζένκοφ, να τον πάρεις υπό τη σκέπη σου, να τον εξελίξεις και να τον κάνεις αυτό που έγινε, πράγμα που γίνεται χρόνο με το χρόνο όλο και δυσκολότερο, δεν έχεις άλλη επιλογή από το να… αγοράσεις. Σε αυτή την περίπτωση, η διατήρηση των ισορροπιών δεν μπορεί να αποτελεί τροχοπέδη για τη βελτίωση μιας ομάδας. Δεν νοείται, αν ο Ολυμπιακός είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει λόγου χάρη τον Μίροτιτς και τον Τζέιμς, να μην το έκανε επειδή θα έφτανε να τους δώσει 2 και πλέον εκατομμύρια ευρώ ετησίως, με το σκεπτικό να μην… κακοκαρδίσει κανέναν στο υπάρχον ρόστερ. Καμία ομάδα σε επίπεδο πρωταθλητισμού δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Δεν μπορεί να πληρώνεται το ίδιο ο… Λεμπρόν Τζέιμς και ο Όστιν Ριβς στους Λέικερς, τι να κάνουμε;



Η ποιότητα κοστίζει και όταν είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις για να την έχεις, αλλά δεν το κάνεις για να μη χαλάσεις τα αποδυτήρια, τελικά θα στερήσεις στην ομάδα μια σημαντική ενίσχυση, νίκες και κατ' επέκτασης πορείες και τίτλους. Αλήθεια, ποιος νοήμων παίκτης του Ολυμπιακού θα «κλωτσούσε» αν ερχόταν το καλοκαίρι ο Μίροτιτς αντί του Σίκμα; Κι αν κάποιος αντιδρούσε, ανοιχτά ή… μουρμουρίζοντας δεξιά και αριστερά, το πρόβλημα δεν θα ήταν της ομάδας αλλά δικό του. Στο κάτω-κάτω, το κλίμα μιας ομάδας το φτιάχνουν οι νίκες. Όσο η ομάδα κερδίζει, ποιος θα τολμήσει να γκρινιάξει για συμβόλαια, ρόλους ή χρόνους συμμετοχής; Αντίθετα, όσο χάνεις, όλοι είναι στενοχωρημένοι και περισσότερο από όλους αυτοί που παίζουν περισσότερο από ό,τι πρέπει.

ΥΓ: Σημαντική για την ψυχολογία του Παναθηναϊκού και του κόσμου του η νίκη στο Βερολίνο. Έπαιξε το μπάσκετ που οραματίζεται ο Αταμάν, αυτό που κερδίζει σε υψηλό ρυθμό και σκορ, αλλά… χαμηλά η μπάλα. Η πραγματική πρόοδος της ομάδας θα δοκιμαστεί σε παιχνίδια απέναντι σε ομάδες υπέρτερες ποιοτικά και τακτικά της Άλμπα. Μέχρι τότε, η χθεσινή εμφάνιση και ο τρόπος παιχνιδιού μπορεί να χρησιμεύσει ως προσομοιωτής πριν τις πραγματικές μάχες που πρέπει να κερδηθούν στο ΟΑΚΑ απέναντι σε σκληροτράχηλες ομάδες όπως Ζαλγκίρις, Βίρτους και Βαλένθια.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube