Δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι μέσα -και- στο 2021 ο κόσμος έζησε μερικές από τις μεγαλύτερες τραγωδίες των τελευταίων ετών.

Και δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι μία από αυτές ήταν και η ανακατάληψη του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν.

Διότι, μόνο ως τραγωδία, απόλυτη αποτυχία, ιστορικό φιάσκο αν θέλετε, μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι το χάος και ο τρόμος επέστρεψαν, σε μια χώρα, δε, η οποία -πολλά χρόνια προτού η ίδια η Δύση σπείρει αυτόν τον τρόμο- ήταν γεμάτη ελευθερίες και προοδευτικές αντιλήψεις.

Γυναίκες, που σήμερα τρέχουν πάλι φοβισμένες να κρυφτούν, κάποτε περπατούσαν περήφανες με το κεφάλι ψηλά και ένα μεγάλο χαμόγελο στο πρόσωπό τους. Το δικαίωμα στη μόρφωση και στην επαγγελματική ανέλιξη, όπως και των ίσων δικαιωμάτων με τους άντρες, ήταν αυτονόητα. Και γενειοφόροι με καλάσνικoφ δεν υπήρχαν.



Λίγες ημέρες προτού συμπληρωθούν 20 χρόνια από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, που συγκλόνισαν τις ΗΠΑ, οι Ταλιμπάν, που είχαν προσφέρει άσυλο στον Οσάμα μπιν Λάντεν, επανήλθαν στην εξουσία, κατακτώντας όλα τα αστικά κέντρα μέσα σε λίγα μόνο εικοσιτετράωρα. Η επιχείρηση ξεκίνησε τον Μάιο του 2021 -ταυτόχρονα σχεδόν- με την απόσυρση των Αμερικανικών και Νατοϊκών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν. Απόσυρση, που σήμανε και το τέλος του εικοσάχρονου πολέμου στη χώρα, και ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2021 με την κατάληψη και της πρωτεύουσας, Καμπούλ.

Ουσιαστικά, όμως, όλα είχαν ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα, για να βυθιστεί ξανά η χώρα στον εφιάλτη της περιόδου 1996-2001 και να φτάσουμε να δούμε σκηνές Σαϊγκόν του 1975, όταν οι Αμερικανοί έστελναν ελικόπτερα, προκειμένου να εκκενώσουν όπως-όπως την πόλη.

Ήδη από τις 29 Φεβρουαρίου 2020, οι ΗΠΑ και οι Ταλιμπάν είχαν υπογράψει ειρηνευτική συμφωνία, που έμεινε γνωστή ως Συμφωνία της Ντόχας, με διατάξεις, που περιελάμβαναν την απόσυρση όλων των τακτικών αμερικανικών και ΝΑΤΟικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, και τη δέσμευση των Ταλιμπάν για την αποτροπή της Αλ Κάιντα, που δραστηριοποιούνταν σε περιοχές υπό τον έλεγχό τους. Η συμφωνία επικροτήθηκε από την Κίνα, το Πακιστάν και τη Ρωσία και εγκρίθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης των αμερικανικών στρατευμάτων καθόριζε μια αρχική μείωση από 13.000 σε 8.600 στρατεύματα μέχρι τον Ιούλιο του 2020, ακολουθούμενη από πλήρη αποχώρηση έως την 1η Μαΐου 2021, εάν οι Ταλιμπάν τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, ωστόσο, ανέβαλε την πλήρη αναχώρηση έως τις 11 Σεπτεμβρίου, για ευνόητους λόγους. Στις 8 Ιουλίου, ο Μπάιντεν έκανε γνωστό πως η αναχώρηση θα ολοκληρωθεί, τελικά, μέχρι τις 31 Αυγούστου. Όλο αυτό το διάστημα οι Ταλιμπάν προετοιμάζονταν. Και χτύπησαν.

Oι αντάρτες επί μήνες καλλιεργούσαν σχέσεις με χαμηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη, στρατιωτικούς αξιωματούχους, καθώς και με φυλάρχους. Η ταχύτητα με την οποία κατακτούσαν εδάφη, εξέπληξε ακόμη και τους ίδιους τους Ταλιμπάν. Οι πόλεις έπεφταν σαν ντόμινο, ακόμη και στα βόρεια της χώρας, όπου οι Ταλιμπάν είναι παραδοσιακά πιο αδύναμοι, με αποκορύφωμα την κατάληψη στις 15 Αυγούστου 2021 της πρωτεύουσας Καμπούλ. Εκεί, όπου είχαμε σκηνές χάους, γροθιά στο στομάχι της ανίκανης(;) να αντιδράσει Δύσης.



Παρά τη δήλωση ότι «δεν προτίθενται να καταλάβουν την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν», οι Ταλιμπάν προελάσαν ανεμπόδιστοι στα περίχωρα της Καμπούλ από πολλαπλές κατευθύνσεις. Από εκεί και έπειτα οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες και απρόβλεπτες. Το αφγανικό υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι ο πρόεδρος Γανί εγκατέλειψε άρον άρον την εξουσία, ενώ οι Ταλιμπάν άρχισαν να σχηματίζουν προσωρινή κυβέρνηση. Οι δυνάμεις ασφαλείας παρέδωσαν το αεροδρόμιο Μπαγκράμ στους Ταλιμπάν. Στην αεροπορική βάση βρίσκονταν φυλακισμένοι περίπου 5.000 αιχμάλωτοι Ταλιμπάν και πολεμιστές του Ισλαμικού Κράτους. Περίπου 158 Αφγανοί στρατιώτες, εξάλλου, πέρασαν τα σύνορα του Ουζμπεκιστάν με τα πόδια.

Οι χώρες της Δύσης βρέθηκαν προ εκπλήξεως, αφού στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν βρίσκονταν ακόμα εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες των χωρών του ΝΑΤΟ, που δεν είχαν προλάβει να φύγουν, ενώ οι Αφγανοί, που είχαν συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ, δεν είχαν ακόμη λάβει βίζα, προκειμένου να αποχωρήσουν.

Στο Διεθνές Αεροδρόμιο Χαμίντ Καρζάι της Καμπούλ στήθηκε ένα φρικιαστικό σκηνικό. Χιλιάδες άνθρωποι προσπαθούσαν απεγνωσμένα να φύγουν από τη χώρα τους, η οποία είχε πέσει και πάλι στα χέρια των Ταλιμπάν μαχητών. Η Ουάσιγκτον, την ίδια στιγμή, προειδοποιούσε για απειλές για την ασφάλεια στο αεροδρόμιο και η ΕΕ έκρινε «αδύνατο» να απομακρυνθούν όλοι οι άνθρωποι, που απειλούνταν από τους Ταλιμπάν. Η Δύση, όχι απλά είχε αποτύχει, αλλά είχε ταπεινωθεί.

Οι Ταλιμπάν πυροβολούσαν στον αέρα και χτυπούσαν με γκλομπ το πλήθος, προκειμένου να στοιχιστεί με τάξη και να μην προκαλείται συνωστισμός. Χιλιάδες τρομοκρατημένες οικογένειες προσπαθούσαν να διαφύγουν και η κατάσταση στο αεροδρόμιο της Καμπούλ ήταν από τις πιο χαοτικές, που έχουν αντιμετωπιστεί ποτέ μέχρι σήμερα στην πολύπαθη χώρα της Κεντρικής Ασίας, ενώ οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στα πλήθη των ανθρώπων, που συνέρρεαν στο αεροδρόμιο, με την ελπίδα να απομακρυνθούν από τη χώρα. Οι εικόνες με κόσμο να τρέχει στο αεροδρόμιο και να σκαρφαλώνει στα αεροπλάνα, καθώς αυτά απογειώνονται, είναι από τις πιο συγκλονιστικές και συνάμα θλιβερές του 2021.




Δραματικές ήταν και οι εικόνες ανθρώπων, να δίνουν τα παιδιά τους στους Αμερικανούς στρατιώτες, προσπαθώντας να ανέβουν τους φράχτες και να επιβιβαστούν άρον άρον σε κάποιο μεταγωγικό αεροσκάφος. Οι πανικόβλητοι Αφγανοί ήθελαν να φύγουν με πτήσεις στο εξωτερικό, φοβούμενοι αντίποινα και επιστροφή σε μια σκληρή εκδοχή του ισλαμικού νόμου (Σαρία), που ασκούσε η σουνιτική μουσουλμανική ομάδα όταν ήταν στην εξουσία πριν από δύο δεκαετίες.

Στα τέλη Αυγούστου πια, τα μέλη της ηγεσίας των Ταλιμπάν παρέλασαν θριαμβευτικά στο αεροδρόμιο της Καμπούλ μετά την αποχώρηση και των τελευταίων Αμερικανών στρατιωτών, συνοδευόμενα από άνδρες με τη στολή των ειδικών δυνάμεων, που ανέμιζαν τη σημαία τους. Ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Ζαμπιχουλάχ Μουτζαχίντ, ηγήθηκε μιας ομάδας αξιωματούχων πάνω στην πίστα, με τη γενικά αδιάφορη έκφρασή του να αντικαθίσταται αυτήν τη φορά από ένα πλατύ χαμόγελο. Οι ειδικές δυνάμεις των Ταλιμπάν, οι επονομαζόμενες ''Badri 313'', με μπεζ παπούτσια και γιλέκα πάνω από τη στολή παραλλαγής, πόζαραν για φωτογραφίες, σηκώνοντας αμερικανικά τουφέκια και ανεμίζοντας τη λευκή σημαία τους, στην οποία εγγράφεται με μαύρο χρώμα η αρχή της σαχάντα, της διακήρυξης της πίστης στο Ισλάμ.

Το Αφγανιστάν, αυτό το νεκροταφείο των αυτοκρατοριών, αφού καμία μεγάλη δύναμη δεν άντεξε και τελικά έφυγε ηττημένη από τη χώρα, έγινε ξανά νεκροταφείο της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της ελπίδας.



Οι Ταλιμπάν επέστρεψαν στην εξουσία μετά από 20 χρόνια. Γεγονός, φυσικά, που ξύπνησε μνήμες από τον εφιάλτη της πρώτης περιόδου. Εκπροσωπώντας την πιο ακραία εκδοχή του ισλαμικού φονταμενταλισμού, έχουν συνδέσει το όνομά τους με απίστευτες φρικαλεότητες σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής. Όσοι έζησαν την πρώτη περίοδο είναι βέβαιοι ότι και η δεύτερη θα είναι εξίσου σκοτεινή. Η απόφαση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων να εγκαταλείψουν τη χώρα τους λέει πολλά.

Οι ισλαμιστές μαχητές, πάντως, από την πρώτη στιγμή προσπαθούν να πείσουν τον πληθυσμό ότι έχουν αλλάξει, θέλοντας να παρουσιάσουν ένα μετριοπαθές πρόσωπο και βεβαιώνοντας ότι η πολιτική τους θα είναι λιγότερο ωμή από τότε, που βρισκόντουσαν και πάλι στην εξουσία από το 1996 ως το 2001. Και πράγματι, οι Ταλιμπάν του 2021 δεν είναι οι Ταλιμπάν του 2001. Επιζητούν τη διεθνή νομιμοποίηση, όμως δεν μπορούν να αλλάξουν και τη φύση τους, και δεδομένα, δύσκολα πείθουν για αλλαγή στις πρακτικές τους. Ήδη το τελευταίο τετράμηνο οι αναφορές -όσες βλέπουν το «φως» της δημοσιότητας- από το Αφγανιστάν προκαλούν ερωτηματικά για το τι ακριβώς συμβαίνει στη χώρα, αλλά και θλίψη, οργή, φρίκη.




Ένα είναι σίγουρο: Ο μακροβιότερος πόλεμος των ΗΠΑ, αφού ξεπέρασε εκείνον του Βιετνάμ για μερικούς μήνες, όχι μόνο δεν πέτυχε τον σκοπό του, αλλά άφησε τη χώρα στο έλεος των Ταλιμπάν και ενός καθεστώτος, από τα πιο αυστηρά, απάνθρωπα και φασιστικά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ενός καθεστώτος, το οποίο αντιμετωπίζει τις γυναίκες σαν αντικείμενα. Δεν τους επιτρέπει να εργάζονται, τα κορίτσια δεν επιτρέπεται να πηγαίνουν στο σχολείο, ούτε, φυσικά, στο πανεπιστήμιο και όλες οι γυναίκες πρέπει να έχουν καλυμμένο πρόσωπο και να συνοδεύονται από άνδρα συγγενή, για να βγαίνουν από το σπίτι. Όχι ότι για τους άνδρες είναι καλύτερα τα πράγματα. Αλίμονο σε όποιον πάει κόντρα στους γενειοφόρους. Και σε όποιον ξυρίσει το μούσι. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, αξιωματούχοι των Ταλιμπάν εξέδωσαν απαγόρευση για το ξύρισμα της γενειάδας στην επαρχία Χελμάντ.

Τέσσερις μήνες έχουν περάσει πια από την ανακατάληψη του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν. Ένα ιστορικό γεγονός, θλιβερό, που αμαύρωσε την εικόνα της Δύσης, η οποία έδωσε την εικόνα της άτακτης απόσυρσής της από τη χώρα, αλλά και της εγκατάλειψης των μέχρι χθες Αφγανών στενών συνεργατών της. Ωστόσο, τέσσερις μήνες μετά, η Δύση δεν φαίνεται να λυπάται. Περισσότερο δείχνει ξαλαφρωμένη που ξέμπλεξε από έναν πόλεμο, που δεν μπόρεσε να κερδίσει, τελικά, ποτέ. Και κυρίως, μοιάζει να την απασχολεί πώς θα αντιμετωπίσει ένα νέο προσφυγικό κύμα, που η ίδια δημιούργησε...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube